«Αιτία ελπίδας» χαρακτηρίζει η πλειοψηφία του γερμανικού Τύπου τη χθεσινή ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το ελληνικό πρωτογενές πλεόνασμα. Από τα δημοσιεύματα δεν λείπουν, πάντως, και οι κριτικές απόψεις.
Για «χαρμόσυνο μήνυμα» κάνει λόγο στον τίτλο της η «Handelsblatt», όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων. Στον υπότιτλο η οικονομική εφημερίδα αναφέρει ότι «η Ελλάδα πηγαίνει καλύτερα, αλλά όχι πραγματικά καλά» και σημειώνει ότι «αυτήν την είδηση (ενν. του πρωτογενούς πλεονάσματος) την περίμενε η Ελλάδα τόσο επιτακτικά όσο περιμένει τη βροχή μια χώρα που πλήττεται από μακρά περίοδο ξηρασίας».
Σημειώνει ακόμη ότι η Αθήνα αναγγέλλει τη χαρμόσυνη είδηση εδώ και μήνες και ότι με την επιβεβαίωση της Eurostat ανακτά ένα μέρος της αξιοπιστίας της, προσθέτοντας ότι το πλεόνασμα αποδεικνύει ότι η Ελλάδα έχει σημειώσει πρόοδο στο πεδίο της εξυγίανσης του προϋπολογισμού της. Ιδιαίτερα σημαντικό θεωρεί η εφημερίδα το στοιχείο ότι το πρωτογενές πλεόνασμα αποτελεί προϋπόθεση, προκειμένου η Ελλάδα να λάβει διευκολύνσεις στην αποπληρωμή του χρέους της.
«Πρόκειται για μείωση του επιτοκίου και επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων», τονίζει η αρθρογράφος της «Handelsblatt» και συνεχίζει: «Η ελληνική κυβέρνηση πιέζει, ήδη εδώ και μήνες, ώστε η Ευρωζώνη να κάνει σε αυτόν τον τομέα (των ελαφρύνσεων) για άλλη μια φορά παραχωρήσεις -και έχει δημιουργήσει υψηλές προσδοκίες στον κόσμο. Το εάν αυτές θα εκπληρωθούν, δεν είναι σίγουρο. Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ) δεν έχει σχεδόν κανένα περιθώριο πλέον, διότι η Ελλάδα απολαμβάνει ήδη τώρα εξαιρετικά συμφέροντες δανειακούς όρους. Η χώρα πρέπει να ξεκινήσει την αποπληρωμή των δανείων μόλις σε είκοσι χρόνια. Η Ευρωζώνη μπορεί μεν να επιμηκύνει ακόμη περισσότερο τον χρόνο αποπληρωμής, αλλά όχι στο διηνεκές. Οι τόκοι τους οποίους πληρώνει η Ελλάδα καλύπτουν στον ΕΜΣ ίσα-ίσα το κόστος. Περαιτέρω μείωση των τόκων δεν θα ήταν τίποτε άλλο από ένα “κούρεμα” χρέους, και αυτό, ως γνωστόν, η Ευρωζώνη το απορρίπτει αυστηρά. Απομένουν ακόμη τα δάνεια που δόθηκαν από τις χώρες του ευρώ διμερώς στην Ελλάδα πριν από την ίδρυση του ΕΜΣ: αυτά δόθηκαν στην Αθήνα κατευθείαν από τους εθνικούς προϋπολογισμούς».
Η συντάκτρια επισημαίνει, επίσης, ότι ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και οι συνάδελφοί του στην Ευρωζώνη θα μπορούσαν κάλλιστα να ικανοποιήσουν την επιθυμία της Ελλάδας σε αυτό τον τομέα, αλλά διευκρινίζει ότι θα έπρεπε τότε να παραιτηθούν από τα έσοδα των τόκων. «Ο κ. Σόιμπλε θα μπορούσε να το κάνει, διότι ο γερμανικός προϋπολογισμός είναι ισοσκελισμένος» εκτιμά, αναφέρει, ωστόσο, ότι για τις περισσότερες από τις άλλες χώρες θα ήταν μάλλον πιο δύσκολο να κάνουν άλλη μια θυσία για την Ελλάδα και παραπέμπει στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν η Γαλλία και η Ιταλία.
Η ίδια εφημερίδα, στο πρωτοσέλιδό της, φιλοξενεί σχετικό ρεπορτάζ, με τίτλο «Η Ελλάδα καταφέρνει τη στροφή».
Σε διαφορετικό ύφος το άρθρο γνώμης της εφημερίδας Bild, με τίτλο «Κανένας λόγος για γιορτή», στο οποίο ο αρθρογράφος υποστηρίζει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα 1,5 δισεκατομμυρίου δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα στην Ελλάδα, καθώς, όπως λέει, οι μεταρρυθμίσεις έχουν καθυστερήσει, ενώ «παντού ανθεί η διαφθορά», οι γραφειοκράτες συνεχίζουν να εργάζονται τσαπατσούλικα και οι συνδικαλιστές εμποδίζουν μια ελεύθερη αγορά εργασίας. Ο συντάκτης σημειώνει ακόμη ότι «το μίνι-πλεόνασμα δεν είναι καν μια σταγόνα στον ωκεανό» και εκτιμά ότι, όποιος αγοράζει ελληνικά ομόλογα δεν το κάνει τόσο επειδή εμπιστεύεται ότι οι Έλληνες θα λύσουν γρήγορα τα προβλήματά τους, αλλά επειδή υπολογίζει ότι «τελικά θα πληρώσουν άλλοι».
«Η Ευρώπη βγάζει τον εαυτό της από τη μιζέρια» είναι ο τίτλος του δημοσιεύματος της εφημερίδας «Die Welt», στο οποίο, με αφετηρία την Ελλάδα, αναφέρεται ότι η Ευρώπη ξαναβρίσκει τον βηματισμό της, αλλά και ότι οι Έλληνες θέτουν σταδιακά την οικονομική τους κατάσταση υπό έλεγχο.
«Τα στοιχεία από την Αθήνα δείχνουν ότι η ελληνική κυβέρνηση επέδειξε την απαιτούμενη πειθαρχία στις δαπάνες και τήρησε τελικά τις υποσχέσεις της προς τους Ευρωπαίους εταίρους της» αναφέρει η εφημερίδα σε άλλο δημοσίευμά της, στο οποίο ωστόσο ο συντάκτης κάνει λόγο για «μελανά σημεία», που αφορούν το ύψος του ελλείμματος και του χρέους, για να καταλήξει στην εκτίμηση ότι θα χρειαστούν ακόμη για αρκετά χρόνια και άλλες περικοπές μισθών, δραστικότερες περικοπές στις κοινωνικές παροχές και επιπλέον απολύσεις, πριν κατορθώσει η Ελλάδα να φθάσει σε βιώσιμο δρόμο ανάπτυξης.
Εκφράζεται δε η ανησυχία για το ενδεχόμενο αυτή η κατάσταση να λειτουργήσει ενισχυτικά για τις λαϊκιστικές δυνάμεις. «Υπάρχει συνεπώς μεγάλος κίνδυνος η χώρα να κυβερνηθεί στο μέλλον από ριζοσπάστες πολιτικούς που θα θελήσουν να διώξουν τις “δυνάμεις επιβολής της λιτότητας” από τις Βρυξέλλες και την Ουάσιγκτον», αναφέρει ο συντάκτης και διερωτάται τι θα κάνουν τότε οι Ευρωπαίοι διασώστες. «Θα έπρεπε να φοβούνται», τονίζει.