Όπως διευκρίνισε με σχετικές δηλώσεις του ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Όλαφ Σολτς, η απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου σχετικά με το πρόγραμμα αγοράς κρατικών ομολόγων από την ΕΚΤ, επιτρέπει επί της αρχής στην Τράπεζα να πραγματοποιεί τέτοιες αγορές και η Bundesbank μπορεί για την ώρα να συνεχίσει να συμμετέχει σε αυτές.
«Το δικαστήριο έκρινε σαφώς ότι το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ δεν συνιστά απευθείας χρηματοδότηση των κρατών», σημείωσε ο Σολτς και πρόσθεσε ότι το PSPP ήταν σύμφωνο, υπό αυτή την έννοια, με το Γερμανικό Σύνταγμα.
Αναφερόμενος στην προθεσμία τριών μηνών που έδωσε το δικαστήριο στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, προκειμένου να παρουσιάσει στοιχεία τα οποία να δικαιολογούν τις ενέργειές της, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών έκανε λόγο για «μεγάλο διάστημα» και επισήμανε ότι η Bundesbank μπορεί για την ώρα να συνεχίσει να συμμετέχει στο πρόγραμμα.
Αυτό που είναι για μένα σημαντικό, συνέχισε ο κ. Σολτς, είναι το γεγονός ότι δεν αμφισβητείται η αλληλεγγύη της Ευρωπαϊκής Νομισματικής Ένωσης. «Ιδιαίτερα αυτές τις ημέρες που αντιμετωπίζουμε όλοι μια τέτοια πρόκληση, όπως η κρίση του κορονοϊού, το κοινό νόμισμα και η κοινή νομισματική πολιτική μας δίνουν την απαραίτητη αλληλεγγύη στην Ευρώπη», τόνισε σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ και πρόσθεσε ότι η δικαστική απόφαση αναδεικνύει «την ανάγκη εμβάθυνσης και εντατικοποίησης της συνεργασίας των ευρωπαϊκών κρατών-μελών».
Ερωτώμενος εάν ενδεχομένως έχει έρθει η ώρα η Γερμανία να δεχτεί μια κοινή ευρωπαϊκή δημοσιονομική πολιτική, ο υπουργός Οικονομικών παρέπεμψε στο πακέτο διάσωσης των 500 δισεκατομμυρίων ευρώ που συμφωνήθηκε από τους εταίρους και στα σχέδια για ένα ταμείο ανασυγκρότησης μετά την κρίση.
«Θα βρούμε τρόπους να εγγυηθούμε ότι αυτά που χρειάζεται να γίνουν θα γίνονται και στο μέλλον. Γι’ αυτό το Συνταγματικό Δικαστήριο μας έδωσε σαφή γραμμή -και πολύ χρόνο», διαβεβαίωσε ο Σολτς.