Δεν υπάρχει λόγος να παρέμβει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) προκειμένου να μειώσει τη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ, η οποία βαρύνει ορισμένες οικονομίες της ευρωζώνης, δήλωσε σήμερα ο Έβαλντ Νοβότνι, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του κεντρικού πιστωτικού ιδρύματος της Ευρώπης, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο πρακτορείο ειδήσεων MNI.
Το ισχυρότερο ευρώ, η ισοτιμία του οποίου έχει αυξηθεί κατά 8% και πλέον έναντι του δολαρίου από τις αρχές του Ιουλίου, περιπλέκει την διαδικασία διαμόρφωσης της πολιτικής της ΕΚΤ και τα μέλη του ΔΣ της διαφωνούν όσον αφορά τον τρόπο αντιμετώπισης του συγκεκριμένου προβλήματος.
Η ισοτιμία του ευρώ ανέβηκε ακόμη περισσότερο μετά την δημοσίευση των δηλώσεων του Νοβότνι, ο οποίος εκτίμησε εξάλλου πως οι συνέπειες μιας ακόμη μείωσης των επιτοκίων θα ήσαν περιορισμένες. Υπάρχει ωστόσο, κατά τον ίδιο, περιθώριο ελιγμών, όσον αφορά ιδίως τις χορηγήσεις ρευστότητας.
«Φυσικά δεν καλωσορίζουμε την (τρέχουσα) ισοτιμία, κι έχω επίσης συναίσθηση του γεγονότος ότι η ενίσχυση του ευρώ έχει ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες για τις ασθενέστερες οικονομίες και άρα μπορεί να αυξήσει την απόκλιση των οικονομιών», δήλωσε ο Νοβότνι. «Αλλά δεν βλέπω με ποια εργαλεία θα μπορούσαμε να δράσουμε εναντίον της, κι επίσης δεν θεωρώ ότι το πρόβλημα έχει φθάσει σε διαστάσεις που να απαιτούν να υπάρξει αντίδραση. Επομένως, πρέπει να ζήσουμε με αυτή» την συναλλαγματική ισοτιμία, πρόσθεσε ο ίδιος.
Το ευρώ έφθασε στο υψηλότερο επίπεδό του από το Νοέμβριο του 2011 την περασμένη εβδομάδα. Η ισοτιμία του διαμορφώνεται κυρίως από την εξασθένηση του δολαρίου, καθώς οι αγορές αναμένουν τώρα η Fed, η ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ, να καθυστερήσει την διαδικασία τερματισμού της πολιτικής νομισματικής τόνωσης της οικονομίας που έχει θέσει σε εφαρμογή με την αγορά κρατικών ομολόγων και αξιόγραφων έως τις αρχές του 2014 τουλάχιστον.
«Πρέπει να πω ότι έως τώρα, βρισκόμαστε ακόμη σε επίπεδα ισοτιμίας δολαρίου-ευρώ στα οποία έχουμε βρεθεί και προηγούμενα, άρα η κατάσταση δεν είναι εξαιρετική, και δεν βλέπω κάποιο λόγο να υπάρξει μια άμεση αντίδραση», τόνισε ο Νοβότνι στη συνέντευξη την οποία παραχώρησε στο πρακτορείο.
Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη —βρίσκεται στο 1,1%, πολύ κάτω από το ποσοστό-στόχο της ΕΚΤ, δηλαδή ένα επίπεδο λίγο κατώτερο του 2%— είναι “μια πηγή ανησυχίας”, είπε ο Νοβότνι, αλλά πρόσθεσε πως η ανάκαμψη «γίνεται πιο σθεναρή».
Το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ, που βρίσκεται στο 0,50%, είναι «αποδεκτό για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες», είπε επίσης, σημειώνοντας ότι τα περιθώρια όσον αφορά την άσκηση νομισματικής πολιτικής είναι πολύ περιορισμένα, ειδικά στο πεδίο των επιτοκίων. «Δεν νομίζω ότι το να έχουμε ένα αρνητικό επιτόκιο καταθέσεων είναι μια ρεαλιστική προοπτική, δεν θεωρώ επίσης ρεαλιστική προοπτική την μείωση του βασικού επιτοκίου» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δήλωσε.
«Εκεί όπου υπάρχει περιθώριο συζήτησης είναι σε ό,τι αφορά τη χορήγηση ρευστότητας. Εκεί βλέπω περιθώριο ελιγμών. Αλλά όχι σε ό,τι αφορά τα επιτόκια», επέμεινε ο Νοβότνι.
Σύμφωνα με τον Νοβότνι, υπάρχει «ευρεία συναίνεση» στο ΔΣ της ΕΚΤ ότι πρέπει να αποφευχθεί η απότομη διακοπή της εφαρμοζόμενης επί τριετία πολιτικής που ασκείται όσον αφορά τον έκτακτο δανεισμό για την αναχρηματοδότηση των τραπεζών, αν και το πώς θα γίνει αυτό τελεί ακόμη υπό συζήτηση.
Η ΕΚΤ έχει διοχετεύσει στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα πάνω από 1 τρισεκ. ευρώ προχωρώντας δυο φορές στις λεγόμενες χορηγήσεις μακροπρόθεσμης ρευστότητας (LTROs) στα τέλη του 2011 και στις αρχές του 2012. Έχουν διατυπωθεί ανησυχίες ότι εάν η πολιτική αυτή διακοπτόταν, θα προκαλείτο αναστάτωση στις αγορές.
Όμως ο Νοβότνι είπε ότι υπάρχουν «κι άλλα εργαλεία διαθέσιμα για τη χορήγηση ρευστότητας», πέραν μιας ακόμη LTRO.
«Έχει λογική το να κρατάμε διαθέσιμα ορισμένα μεσοπρόθεσμης διάρκειας εργαλεία. Και θα είχε επίσης λογική να στείλουμε επαρκή μηνύματα στις αγορές», επισήμανε ο Αυστριακός κεντρικός τραπεζίτης.