Το μεγάλο στοίχημα που καλείται να κερδίσει το συντομότερο δυνατόν το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, είναι η διοχέτευση ρευστότητας στην αγορά και η επιστροφή όσο το δυνατόν περισσότερων καταθέσεων.
Με αυτό τον τρόπο θα συμβάλει καθοριστικά στην προσπάθεια επανεκκίνησης της αναπτυξιακής διαδικασίας της οικονομίας της χώρας.
Προς την κατεύθυνση αυτή, οι τράπεζες, μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα, ανακοίνωσαν ήδη τη διάθεση νέων δανείων για την κάλυψη αναγκών των νοικοκυριών σε τομείς, όπως χρηματοδοτήσεις για επισκευές κατοικίας, «πράσινα» δάνεια για αναβάθμιση των υποδομών τους για εξοικονόμηση ενέργειας κλπ.
Την ίδια στιγμή, δηλώνουν έτοιμες να στηρίξουν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αποτελούν την ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας και έχουν πληγεί σημαντικά από τις επιπτώσεις της εξάχρονης ύφεσης.
Στο πλαίσιο αυτό δίνουν έμφαση, την τρέχουσα χρονική περίοδο, στη χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων, μέσω της αξιοποίησης των διάφορων αναπτυξιακών προγραμμάτων και ευρωπαϊκών κονδυλίων (Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ΕΤΕΑΝ κλπ), με στόχο να υπάρξει απορρόφηση περίπου 2 δισ. ευρώ στους επόμενους μήνες
Όπως επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, η πρόθεση των τραπεζών να ανοίξουν ξανά με φειδώ τους τραπεζικούς κρουνούς θα φανεί και από τα επιχειρησιακά σχέδια των τραπεζών που καταρτίζονται και θα προβλέπονται αυξημένα, σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές κεφάλαια για τη χορήγηση νέων δανείων.
Η γενικότερη πάντως πορεία των χρηματοδοτήσεων θα εξαρτηθεί από την πορεία επιστροφής των καταθέσεων, αλλά και το πότε χρονικά οι τράπεζες θα επιστρέψουν στη διατραπεζική αγορά για να αντλήσουν κεφάλαια.
Τα τραπεζικά στελέχη επισημαίνουν γενικότερα την χαμηλή ζήτηση που υπάρχει ιδιαίτερα από μέρους των νοικοκυριών για νέα δάνεια, λόγω των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης.
Σημαντικός αριθμός νοικοκυριών έχει επικεντρώσει την προσπάθεια του στη ρύθμιση των ήδη υφιστάμενων δανειακών του υποχρεώσεων, καθώς και στην αποπληρωμή οφειλών του προς την εφορία, με αποτέλεσμα να μην ενδιαφέρεται για προσφυγή σε νέο δανεισμό.
Στο πλαίσιο αυτό, είναι χαρακτηριστικές και οι δηλώσεις του γενικού γραμματέα της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών (ΕΕΤ) καθηγητή Χρήστου Γκόρτσου στην κοινή συνεδρίαση των Επιτροπών Οικονομικών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Βουλής την προηγούμενη Παρασκευή.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, έχει κάνει και θα συνεχίσει να κάνει προσπάθειες, ώστε να ενισχύσει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, επισήμανε ο γγ της ΕΕΤ.
Ο κ. Γκόρτσος, στη συζήτηση της πρότασης Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ECOFIN για τη θέσπιση ενιαίων κανόνων εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων, επανέλαβε τη δέσμευση των τραπεζών να ενισχύσουν στο άμεσο μέλλον τους μικρομεσαίους, ιδιαίτερα με τη χορήγηση κεφαλαίων από πόρους που προέρχονται απ’ τα ευρωπαϊκά προγράμματα.
Επισήμανε, επίσης, ότι η ζήτηση δανειακών κεφαλαίων από νοικοκυριά και επιχειρήσεις παραμένει περιορισμένη και ότι το πρόβλημα της ρευστότητας θα επιλυθεί ουσιαστικά, όταν επιστρέψουν περισσότερες καταθέσεις στις τράπεζες και αυτές θα έχουν τη δυνατότητα να δανειστούν από τη διεθνή διατραπεζική αγορά και με την έκδοση ομολόγων τους, ώστε να αυξηθεί η δεξαμενή από την οποία χορηγούν δάνεια.
Από την πλευρά τραπεζικών στελεχών διατυπώνονται, επίσης, εκτιμήσεις για δυνατότητα επιστροφής τουλάχιστον 20 δισ. ευρώ σε μεσοπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα στα ταμεία των τραπεζών, λόγω της αλλαγής του κλίματος αναφορικά με το ενδεχόμενο εξόδου της χώρα μας από το ευρώ.
Εξυγίανση πιστωτικών ιδρυμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο
Σε ό,τι αφορά την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και τη χρηματοδότησή της, ο κ. Γκόρτσος ανέφερε ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις της πρότασης Κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ECOFIN για τη θέσπιση ενιαίων κανόνων εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων, τα ευρωπαϊκά πιστωτικά ιδρύματα θα κληθούν να συνεισφέρουν από το 2015, και σε ετήσια βάση, το 1% των καταθέσεών τους, προκειμένου στα επόμενα δέκα χρόνια να έχει δημιουργηθεί ένα Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης, ύψους 55 δισ. ευρώ, που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί στο πλαίσιο του Ενιαίου Μηχανισμού Εξυγίανσης σε περίπτωση διαπίστωσης χρηματοδοτικού κενού.
Επεσήμανε, επίσης, ότι ο Ενιαίος Μηχανισμός Εξυγίανσης δεν θα αφορά σε καμία περίπτωση την ανακεφαλαιοποίηση πιστωτικών ιδρυμάτων, αλλά την κάλυψη χρηματοδοτικών κενών, εφόσον αποφασιστεί η ανάκληση της λειτουργίας ενός πιστωτικού ιδρύματος, ενώ έχει προηγηθεί η μεταβίβαση των καταθέσεών του και των υγιών δανείων του σε ένα νέο στην περίπτωση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου ή σε ένα υφιστάμενο πιστωτικό ίδρυμα στην περίπτωση της Αγροτικής Τράπεζας.
Σύμφωνα με τις διατάξεις της εν λόγω πρότασης Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, θα επισημαίνει πότε ένα πιστωτικό ίδρυμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει σοβαρές οικονομικές δυσκολίες και πρέπει να εξυγιανθεί, και στη συνέχεια θα παρεμβαίνει το Ενιαίο Συμβούλιο Εξυγίανσης, που θα αποτελείται από εκπροσώπους της ΕΚΤ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των αρμοδίων εθνικών τραπεζικών εποπτικών αρχών, που θα προετοιμάζει την εξυγίανση του πιστωτικού ιδρύματος.
Η απόφαση θα λαμβάνεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και θα υλοποιείται από τις εθνικές εποπτικές αρχές.
Ο κ. Γκόρτσος τόνισε, επίσης, ότι οι διατάξεις της πρότασης Κανονισμού αναμένεται να υποστούν σημαντικές τροποποιήσεις στο πλαίσιο της επεξεργασίας της από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ECOFIN, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Συνεπώς, δεν αποκλείεται να υιοθετηθούν τελικά ρυθμίσεις που αποκλίνουν από τα προαναφερθέντα.
Κατά τον κ. Γκόρτσο, ο Κανονισμός είναι σφόδρα ενδεχόμενο να υιοθετηθεί κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Προεδρίας, το πρώτο εξάμηνο του 2014.