Τον κώδωνα του κινδύνου λόγω του κοροναϊού κρούει η Παγκόσμια Τράπεζα καλώντας όλες τις χώρες να «εντείνουν την επίβλεψη της υγείας και την ανταπόκρισή τους» στην επιδημία του νέου ιού από την Κίνα και ανακοίνωσε ότι θα εξεταστούν οι οικονομικοί πόροι και οι τεχνικές που είναι άμεσα διαθέσιμες.
«Η Παγκόσμια Τράπεζα εξετάζει τους οικονομικούς πόρους και τις τεχνικές που μπορούν να ενεργοποιηθούν γρήγορα για τη στήριξη των χωρών που έχουν επηρεαστεί», αναφέρει ανακοίνωση που εξέδωσε.
«Καλούμε όλες τις χώρες να εντείνουν την επίβλεψη της υγείας και την ανταπόκρισή τους, κάτι που είναι απαραίτητο για να περιοριστεί η εξάπλωση αυτής της επιδημίας και αυτών που μπορεί να προκύψουν στο μέλλον», σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα.
Η τράπεζα, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων επικαλούμενο τη σχετική ανακοίνωση, εξήγησε ότι βρίσκεται σε στενή επαφή «με τους διεθνείς εταίρους για να επιταχυνθεί η διεθνής ανταπόκριση προκειμένου να βοηθηθούν οι χώρες για να αντιμετωπίσουν αυτή την παγκόσμια κρίση στην υγεία».
Η Παγκόσμια Τράπεζα ανέφερε ότι αξιολογεί τις «οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις» και ότι στηρίζει «τις προσπάθειες που καταβάλλει η Κίνα για να ανταποκριθεί, περιλαμβανομένων αυτών που στόχο έχουν να επιτρέψουν στην οικονομία της να ανακάμψει».
Η Παγκόσμια Τράπεζα διαβεβαιώνει επίσης ότι «είναι έτοιμη να στηρίξει όλες τις χώρες-πελάτες της, ιδιαίτερα τις πλέον φτωχές και ευπαθείς, προκειμένου να τις βοηθήσει να αντιμετωπίσουν τις μελλοντικές επιπτώσεις αυτής της κρίσης στους πληθυσμούς τους».
Η επιδημία της νέας κινεζικής ιογενούς πνευμονίας μπορεί να μπλοκάρει μία ήδη αποδυναμωμένη παγκόσμια οικονομία
Η εξάπλωση του νέου ιού στην Κίνα, δεύτερη οικονομία στον κόσμο, είναι πιθανόν να μπλοκάρει ακόμη περισσότερο μία ήδη σε επιβράδυνση ευρισκόμενη παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη, με την μετάδοση των οικονομικών επιπτώσεων μέσω των εξαγωγικών και των αναδυομένων χωρών, ιδιαίτερα μέσω των πετρελαιοπαραγωγών χωρών, προειδοποιούν οι ειδικοί.
Η παγκόσμια ανάπτυξη δεν είχε ανάγκη αυτόν το επιβαρυντικό παράγοντα: υπό το βάρος του εμπορικού πολέμου ανάμεσα στις Ηνωμένες Πολιτείες και τους βασικούς οικονομικούς τους εταίρους, επρόκειτο να φθάσει φέτος στο 2,9% σύμφωνα με την πρόβλεψη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2008-2009.
Όπως ακριβώς ο πρόεδρος της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας, της Fed, ο Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος αναφέρθηκε την περασμένη εβδομάδα στην «αβεβαιότητα» που πλανάται επάνω από την παγκόσμια οικονομία, πολλοί οικονομολόγοι ανησυχούν για τις επιπτώσεις εκτός της Κίνας που θα έχει μία επιβράδυνση της παραγωγής σε συνδυασμό με την επιβράδυνση της ζήτησης στην δεύτερη σε μέγεθος οικονομία του κόσμου.
«Όσο μεγαλύτερη είναι η αναταραχή στην Κίνα, τόσο πιθανότερο είναι να εξαπλωθεί στο εξωτερικό», προειδοποιεί ο Νιλ Σίρινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος του Capital Economics μετά την απόφαση πολλών εταιρειών όπως η Toyota να παρατείνει για μία εβδομάδα τις διακοπές του νέου κινεζικού έτους.
«Μία επιβράδυνση της εσωτερικής ζήτησης στην Κίνα θα είχε ξεκάθαρα επίπτωση στην παγκόσμια οικονομία, την στιγμή που προσπαθεί να ανακάμψει από τις συνέπειες του εμπορικού πολέμου που βάρυναν τον περασμένο χρόνο και το 2018», τονίζει σε σημείωμά της η ολλανδική τράπεζα ING.
«Μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι η Κίνα μπορεί να χάσει 1% του ΑΕΠ της επί του συνόλου του έτους και αυτό θα αφαιρούσε μηχανικά 0,4% από το παγκόσμιο ΑΕΠ», δηλώνει η Μιχάλα Μάρκουσεν, επικεφαλής οικονομολόγος της Societe Generale, χαρακτηρίζοντας την πιθανότητα αυτήν «σχετικά θετική».
Η επιδημία της νέας ιογενούς πνευμονίας της Κίνας έχει ήδη σκοτώσει περισσότερα άτομα από το Sars (Οξύ και Σοβαρό Αναπνευστικό Σύνδρομο, 349 θάνατοι το 2002-2003), αλλά για τους οικονομολόγους, η σύγκριση με εκείνη την επιδημία, τις οικονομικές συνέπειες της οποίας η Κίνα ξεπέρασε σχετικά σύντομα και οι επιπτώσεις της στην παγκόσμια οικονομία ήσαν μετριασμένες, δεν είναι βάσιμη.
«Ακόμη και αν είναι δελεαστικό να κάνουμε τη σύγκριση, η κινεζική οικονομία είναι στις μέρες μας πολύ μεγαλύτερη και πολύ μεγαλύτερη διείσδυση στις διεθνείς αλυσίδες τροφοδοσίας», υπενθυμίζει ο οικονομολόγος του Capital Economics.
Η επιβράδυνση της Κίνας, η ανάπτυξη της οποίας επρόκειτο κατά τις προβλέψεις να πέσει κάτω από το συμβολικό όριο το 6% πριν από την εμφάνιση του ιού, είναι πιθανόν να επιβαρύνει πρώτα τις χώρες που έχουν τις στενότερες σχέσεις με την Κίνα, όπως «η Ταϊβάν, η Νότια Κορέα, η Ολλανδία, η Ουγγαρία και η Ινδονησία», επισημαίνει η ασφαλιστική Allianz.
Άλλες, όπως η Γερμανία, μπορεί να πληγούν επίσης, όπως τονίζει ο Φιλ Σμιθ, οικονομολόγος της IHS Markit, που περιμένει «επιπτώσεις στις εξαγωγές της γερμανικής βιομηχανίας τους ερχόμενους μήνες»
Οι αναδυόμενες στην πρώτη γραμμή
Για τον Νιλ Σίρινγκ, η μετάδοση μπορεί να φθάσει «στις χώρες παραγωγούς πρώτων υλών όπως η Χιλή και η Αυστραλία, οι οποίες επλήγησαν το περασμένο έτος από την επιβράδυνση της κινεζικής ζήτησης και οι οποίες είναι πιθανόν να υποστούν νέα επιδείνωση των εξαγωγών τους».
«Η Κίνα είναι ο άξονας της παγκόσμιας αγοράς πρώτων υλών», υπενθυμίζει η ING. «Όσο περισσότερο παραμείνουν κλειστά τα εργοστάσια, όσο περισσότερο θα διατηρηθούν οι περιορισμοί στις μετακινήσεις και ο κατασκευαστικός τομέας αδρανής, τόσο μεγαλύτερες θα είναι οι συνέπειες στην ζήτηση πρώτων υλών».
Οι τιμές του πετρελαίου βρέθηκαν γρήγορα υπό πίεσιν και έκαναν βουτιά κατά 20% σε διάστημα ενός μηνός.
Η επιδημία του κινεζικού ιού μπορεί να φρενάρει την αύξηση της ζήτησης πετρελαίου, εάν συνεχίσει να εξαπλώνεται, προκαλώντας αύξηση των αποθεμάτων, και άρα της προσφοράς, με την αύξηση της παραγωγής στην Βραζιλία, την Νορβηγία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με σημείωμα του Fitch.
Επίσης, πολλοί οικονομολόγοι παρουσιάζουν τον τουρισμό ως πρώτο οικονομικό θύμα της επιδημίας της νέας ιογενούς πνευμονίας. «Καθώς οι κινέζοι τουρίστες δαπανούν πολλά χρήματα στις ασιατικές χώρες, το κόστος της απαγόρευσης των μετακινήσεων θα γίνει αισθητό στην περιοχή», προειδοποιεί ο Νιλ Σίρινγκ.