Έρευνα για παραβιάσεις του ανταγωνισμού στα συστήματα πληρωμής, μέσω πιστωτικής ή χρεωστικής κάρτας, ζητά η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή από την Επιτροπή Ανταγωνισμού.
Ειδικότερα, ο Γενικός Γραμματέας Καταναλωτή του υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Δημήτρης Σπυράκος, σε επιστολή που απέστειλε προς τον πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού, Δημήτρη Κυριτσάκη, ζητά τη διερεύνηση της νομιμότητας της πρακτικής που ακολουθούν οι εκδότριες χρεωστικών και πιστωτικών καρτών εταιρίες (ενδεικτικά, VISA, Mastercard και American Express) και τα πιστωτικά ιδρύματα να απαγορεύουν στους εμπόρους την παροχή έκπτωσης ή μειωμένης τιμής, όταν ο καταναλωτής πληρώνει τοις μετρητοίς, δίχως, δηλαδή, να κάνει χρήση της πιστωτικής ή χρεωστικής κάρτας.
Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, σήμερα, το κόστος του συστήματος πληρωμής μέσω πιστωτικής ή χρεωστικής κάρτας καταβάλλεται στις τράπεζες και εταιρίες, που εμπλέκονται στην ανάπτυξή του, από τον έμπορο, με ποσοστό επί της αξίας της συναλλαγής.
Ωστόσο, ο έμπορος μετακυλύει το κόστος για τη χρήση και διατήρηση του εν λόγω συστήματος πληρωμής μέσω της τελικής τιμής του αγαθού ή της υπηρεσίας στους συναλλασσόμενους καταναλωτές.
Εν προκειμένω, όμως, η μετακύληση του κόστους αυτού δεν γίνεται αποκλειστικά στους καταναλωτές που χρησιμοποιούν το σύστημα πληρωμής μέσω κάρτας, αλλά προς όλους τους καταναλωτές, μέσω της διαμόρφωσης μίας ενιαίας τιμής για το προϊόν ή την υπηρεσία, δηλαδή και προς εκείνους που δεν κάνουν χρήση του συγκεκριμένου συστήματος πληρωμής. Αυτή η μετακύληση του κόστους του συστήματος πληρωμής μέσω κάρτας στο σύνολο του καταναλωτικού κοινού δεν είναι μία επιλογή του εμπόρου, αλλά της συνεργαζόμενης με αυτόν τράπεζας.
Οι τράπεζες απαγορεύουν στους εμπόρους να έχουν μία ευνοϊκότερη μεταχείριση των καταναλωτών που δεν κάνουν χρήση των συστημάτων πληρωμής μέσω κάρτας. Οι έμποροι υφίστανται έτσι έναν σοβαρό περιορισμό στην ελευθερία διαμόρφωσης των τιμών. Θιγόμενοι, όμως, από αυτή την πρακτική είναι κυρίως οι καταναλωτές, οι οποίοι πληρώνουν τοις μετρητοίς, χωρίς να γνωρίζουν ότι στην πραγματικότητα, μέσα από την τελική τιμή του προϊόντος ή της υπηρεσίας, επιχορηγούν τη χρήση του συστήματος πληρωμής μέσω κάρτας τρίτων ή πληρώνουν και υπηρεσία που δεν χρησιμοποιούν.
Συνεπώς, κατά την ακολουθούμενη σήμερα πρακτική, δεν αναπτύσσεται ικανοποιητικά ο ανταγωνισμός ανάμεσα στα συστήματα πληρωμής, καθώς ο καταναλωτής, που αποφασίζει, αν θα χρησιμοποιήσει το σύστημα πληρωμής μέσω κάρτας δεν πληροφορείται το κόστος, που έχει η χρήση της κάρτας και δεν επηρεάζεται στην επιλογή του από αυτό. Τα ακριβά συστήματα πληρωμής μέσω κάρτας δεν αντιμετωπίζουν έτσι την πίεση του ανταγωνισμού και επιβιώνουν σε βάρος των καταναλωτών.
Κατόπιν των παραπάνω, η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή ζητά από την Επιτροπή Ανταγωνισμού να διερευνήσει τη συμβατότητα των πρακτικών αυτών με τους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού.
Υπενθυμίζεται ότι πρόσφατα το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ κατέθεσε αγωγές κατά των τριών μεγαλύτερων εταιριών πιστωτικών καρτών, Visa, Mastercard και American Express, κατηγορώντας τις για παραβίαση των διατάξεων της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας και ειδικότερα, για το γεγονός ότι οι εταιρίες συντονισμένα απαγορεύουν στους συμβεβλημένους με αυτές εμπόρους να προσφέρουν εκπτώσεις σε καταναλωτές οι οποίοι δεν χρησιμοποιούν το σύστημα πληρωμής μέσω κάρτας ή χρησιμοποιούν λιγότερο ακριβές, πιστωτικές ή χρεωστικές, κάρτες.
Η υπόθεση έκλεισε για τις δύο πρώτες από τις παραπάνω εταιρίες συμβιβαστικά, με την ανάληψη της δέσμευσης από αυτές ότι πλέον θα επιτρέπουν στους εμπόρους να προσφέρουν εκπτώσεις στους καταναλωτές που δεν χρησιμοποιούν χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες ή θα χρησιμοποιούν λιγότερο ακριβές, πιστωτικές ή χρεωστικές, κάρτες.