«Η ενεργειακή συνεργασία είναι ένα από τα πραγματικά φωτεινά σημεία των σχέσεων ΗΠΑ- Ελλάδας» τόνισε ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα, Τζέφρι Πάιατ, μιλώντας στο Thessaloniki Summit 2019, που διοργανώνει ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδος, στη Θεσσαλονίκη.
Ο Αμερικανός πρέσβης, ο οποίος συμμετείχε για τρίτη φορά στη συγκεκριμένη διοργάνωση, που εξελίσσεται σε θεσμό, υπογράμμισε ότι η αμερικανική παρουσία στη Βόρεια Ελλάδα σήμερα είναι πολύ πιο εμφανής απ’ ό,τι μερικά χρόνια πριν, γεγονός που, όπως είπε, αντανακλά τις στρατηγικής σημασίας αποφάσεις που έχουν ληφθεί προς αυτή την κατεύθυνση και στις οποίες η Αλεξανδρούπολη διαδραματίζει κομβικό ρόλο.
«Έχουμε βάλει την Αλεξανδρούπολη σε στρατηγικό επίκεντρο» τόνισε ο Αμερικανός πρέσβης και αναφέρθηκε σε τρία βασικά στοιχεία στο πλαίσιο αυτό, με προεξάρχουσα τη συνεργασία στον ενεργειακό τομέα, με τον TAP, τον IGB και την πλωτή πλατφόρμα FSRU στην Αλεξανδρούπολη να αποτελούν τον τρίπτυχο πυλώνα αυτής.
Ειδικότερα για τον TAP, o κ. Πάιατ αναφέρθηκε στη μεγάλη πρόοδο των έργων για τον αγωγό, ο οποίος θα αλλάξει, όπως είπε, τον ενεργειακό χάρτη στην Ευρώπη και θα φέρει μη ρωσικής προέλευσης αέριο στους Ευρωπαίους καταναλωτές. Ιδιαίτερη μνεία έκανε επίσης στον IGB, τονίζοντας ότι αποτελεί «μεγάλο κομμάτι αυτού του (νέου) ενεργειακού χάρτη» αλλά και στον FSRU, υπογραμμίζοντας ότι «η ενέργεια είναι ένα σημαντικό κομμάτι της διμερούς συνεργασίας».
Πέραν της ενέργειας, ο κ. Πάιατ έκανε μνεία και στην αμυντική συνεργασία, με αφορμή και την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αλεξανδρούπολη, όπου από κοινού με τον υπουργό Άμυνας Νίκο Παναγιωτόπουλο είχαν επιθεωρήσει το έργο της ανέλκυσης της βυθοκόρου «Όλγα». Ένα έργο, η ολοκλήρωση του οποίου, όπως σημείωσε ο Αμερικανός πρέσβης, αναβαθμίζει το εν λόγω λιμάνι καθώς δίνει, μεταξύ άλλων, τη δυνατότητα χρήσης του ως στρατηγικό σημείο για την ανάπτυξη των αμερικανικών και νατοϊκών δυνάμεων στη Μαύρη Θάλασσα και την περιοχή της Βαλκανικής.
Εκτός της ενέργειας και της άμυνας, σημαντικό κομμάτι της διμερούς συνεργασίας Ελλάδας-ΗΠΑ, όπως είπε ο κ. Πάιατ, αποτελεί και ο οικονομικός- εμπορικός τομέας. Στο πλαίσιο αυτό αναφέρθηκε στην προοπτική ιδιωτικοποίησης του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης επισημαίνοντας, μεταξύ άλλων, πως υπάρχει τουλάχιστον ένας αξιόπιστος επενδυτικός αμερικανικός όμιλος που έχει επιδείξει μεγάλο ενδιαφέρον. Τόνισε, μάλιστα, την ανάγκη να «ξεκλειδώσει» η δυναμική του λιμανιού αυτού ώστε να καταστεί σημαντικό σημείο διέλευσης και διακίνησης αγαθών, από και προς την περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, «συναγωνιζόμενο» τον Βόσπορο.
«Γίνονται πολλά στην Αλεξανδρούπολη που θα είναι οικονομικά επωφελή για την περιοχή και από την αμερικανική σκοπιά υπάρχει ξεκάθαρο στρατηγικό ενδιαφέρον», ανέφερε ο Αμερικανός πρέσβης.
Ερωτηθείς, δε, εάν υπάρχουν κάποιου είδους «ανταλλάγματα» σε όλη αυτή τη διαδικασία ή εάν είναι μια αμοιβαία επωφελής (win win) κατάσταση, ο Αμερικανός πρέσβης απάντησε, μεταξύ άλλων, πως είναι κάτι που και οι δύο χώρες επιδιώκουν “με ανοιχτά τα μάτια” και κυρίως μετά τις εκλογές του Ιουλίου, όπως είπε, η ελληνική κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει δώσει ένα καθαρό σήμα πως θέλει να φέρει σε άλλο επίπεδο την ήδη πολύ ισχυρή, από την προηγούμενη κυβέρνηση, σχέση- «σε νέο επίπεδο», όπως χαρακτηριστικά είπε.
Στο πλαίσιο αυτό υπενθύμισε την πρόσφατη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών Μάικ Πομπέο στην Αθήνα και την υπογραφή της ανανεωμένης Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας.
Ο Αμερικανός πρέσβης χαρακτήρισε «ιστορικό λάθος» της Ευρωπαϊκής Ένωσης να μην δώσει ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων στη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία και υπογράμμισε πως σε ό,τι αφορά την ευρωατλαντική προοπτική των χωρών της περιοχής υπάρχει μεγάλος βαθμός σύγκλισης μεταξύ Αθήνας και Ουάσιγκτον.
Υπογράμμισε, δε, τον ρόλο της Ελλάδας ως σημαντικού παράγοντα και πυλώνα σταθερότητας στα Δυτικά Βαλκάνια και σημείωσε πως «θα συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε προκειμένου να βοηθήσουμε αυτές τις χώρες να φέρουν εις πέρας τις δύσκολες αλλά απαραίτητες μεταρρυθμίσεις προκειμένου να πετύχουν την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση».
Όπως χαρακτηριστικά τόνισε ο κ. Πάιατ, «είναι πολύ σημαντικό να επανεκκινήσει αυτή η διαδικασία και θα συνεργαστούμε στενά με την ελληνική κυβέρνηση γι αυτό».
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τη Βόρεια Μακεδονία, απαντώντας μετά το πέρας της τοποθέτησής του στο Thessaloniki Summit σε ερωτήσεις δημοσιογράφων, και ερωτηθείς για την αποψινή διμερή συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας Ζόραν Ζάεφ, ο Αμερικανός πρέσβης τόνισε: «Χαιρετίζουμε την προσήλωση που έχει επιδείξει ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης και της κυβέρνησή του να προχωρήσει στην πλήρη εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών αλλά και να “ξεκλειδώσει” τη φανταστική δυναμική για τις ελληνικές επενδύσεις, τις ελληνικές επιχειρήσεις και τις ελληνικές εξαγωγές. Το βλέπουμε αυτό ως καταλύτη για τις μεταρρυθμίσεις και τον εκσυγχρονισμό στα Δυτικά Βαλκάνια. Η Ελλάδα, επομένως, είναι μια πολλαπλασιαστική δύναμη σε ό,τι αφορά την επίτευξη σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή».
«Η Τουρκία πρέπει να παραμείνει προσδεδεμένη στη Δύση»
Αναφορικά με την Τουρκία, ο κ. Πάιατ σημείωσε ότι δεν υπάρχουν δυο κράτη μέλη του ΝΑΤΟ που να είναι περισσότερο ευθυγραμμισμένα στο ζήτημα της Τουρκίας απ’ ό,τι η Ελλάδα και οι Ηνωμένες Πολιτείες ,καθώς, όπως τόνισε, και οι δυο χώρες πιστεύουν ότι είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι η Τουρκία παραμένει προσδεδεμένη στη Δύση.
Υπογράμμισε, δε, τις προσπάθειες διαλόγου και οικοδόμησης μέτρων εμπιστοσύνης που γίνονται από την ελληνική πλευρά για τη σταθεροποίηση της διμερούς σχέσης, τον μετριασμό της έντασης στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο και την ευρύτερη διευκόλυνση της συνεργασίας με την Τουρκία και σημείωσε πως «θα προσπαθήσουμε να κρατήσουμε ανοιχτό το κανάλι της επικοινωνίας με την Άγκυρα».
«Το προσφυγικό/μεταναστευτικό είναι ευρωπαϊκό πρόβλημα, όχι ελληνικό»
Είναι ευρωπαϊκό και όχι ελληνικό το προσφυγικό/μεταναστευτικό πρόβλημα που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί από όλες τις χώρες- μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σημείωσε ο Αμερικανός πρέσβης. Η Ελλάδα σηκώνει μεγαλύτερο βάρος από αυτό που της αναλογεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, είπε χαρακτηριστικά ο κ. Πάιατ.
Εξήρε τις προσπάθειες αντιμετώπισης του μεγάλου αυτού ζητήματος από τον αρμόδιο για τη μεταναστευτική πολιτική, αναπληρωτή υπουργό Προστασίας του Πολίτη Γιώργο Κουμουτσάκο, αλλά και τη στάση που επέδειξαν οι Έλληνες, «τη γενναιοδωρία τους», όπως χαρακτηριστικά είπε, απέναντι στους πρόσφυγες και μετανάστες.