Αυτόματη πρόσβαση αποκτά το ελληνικό υπουργείο Οικονομικών σε στοιχεία ελλήνων φορολογουμένων που διαμένουν ή δραστηριοποιούνται σε χώρες κράτη μέλη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), ξεπερνώντας ακόμη και το εμπόδιο του τραπεζικού απορρήτου.
Σήμερα εισάγεται στην Ολομέλεια της Βουλής η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης και του ΟΟΣΑ για την αμοιβαία διοικητική συνδρομή σε φορολογικά θέματα.
Η Ελλάδα υπέγραψε τη Σύμβαση του ΟΟΣΑ και το Πρωτόκολλο τροποποίησης το Φεβρουάριο του 2012 και θα την κυρώσει τις επόμενες μέρες. Μέχρι σήμερα η σύμβαση έχει υπογραφεί από 19 κράτη-μέλη της Ε.Ε., εκ των οποίων τα 9 ήδη την έχουν κυρώσει και την εφαρμόζουν. Να σημειωθεί πως στα κράτη μέλη της ΕΕ που δεν έχουν υπογράψει τη Σύμβαση και το Πρωτόκολλο είναι η Αυστρία, η Βουλγαρία, η Εσθονία, η Κύπρος, η Λετονία, το Λουξεμβούργο, η Σλοβακία και η Ουγγαρία.
Βάσει της Σύμβασης, οι ελληνικές φορολογικές αρχές θα μπορούν πλέον νόμιμα και μέσω ειδικά θεσμοθετημένης διαδικασίας να λαμβάνουν στοιχεία από τα κράτη μέλη του Οργανισμού για τα εισοδήματα, τις καταθέσεις, τα ακίνητα, τις επενδύσεις, τα μερίσματα, τους τόκους, αλλά και τους καταβεβλημένους φόρους ή επιστροφές φόρων, Ελλήνων φορολογουμένων, ομογενών ή φορολογουμένων υπηκόων άλλων κρατών και να τα αξιοποιούν κατά το δοκούν.
Ενδεικτικά η Ελλάδα αποκτά πρόσβαση -μέσω διακρατικής συνεργασίας – στα φορολογικά δεδομένα χωρών όπως οι ΗΠΑ, η Αυστραλία, ο Καναδάς, η Χιλή, Ισραήλ, η Ισλανδία, η Ιαπωνία, η Κορέα, το Μεξικό, η Νέα Ζηλανδία, η Ελβετία, αλλά και η Τουρκία, αλλά και περαιτέρω πρόσβαση σε στοιχεία ελλήνων φορολογουμένων που μέχρι πρότινος δεν χορηγούσαν οι ευρωπαϊκές φορολογικές αρχές, επικαλούμενες το τραπεζικό απόρρητο.
Αν και η διακρατική συνεργασία για αμοιβαία διοικητική βοήθεια σε φορολογικά θέματα με τη μορφή της ανταλλαγής πληροφοριών αποτελεί πρακτική πολλών χρόνων, αφενός μέσω των συμβάσεων αποφυγής διπλής φορολογίας, αφετέρου σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω των σχετικών Κοινοτικών Οδηγιών, ωστόσο και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις δεν τεκμηριώνεται η νομική βάση για διοικητική συνδρομή με τρίτα κράτη, ενώ δεν προβλέπεται ρητά η δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών σε θέματα που καλύπτονται από το τραπεζικό απόρρητο.
Η συνεργασία των φορολογικών Αρχών
Η διοικητική συνδρομή που προβλέπεται από τη Σύμβαση είναι ευρύτερη από αυτήν που καλύπτεται από τα έως τώρα ισχύοντα και περιλαμβάνει τις ακόλουθες μορφές:
– Αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών μετά από αίτηση για κάθε είδους φόρο. Οι πληροφορίες που ανταλλάσσονται καλύπτουν τόσο το πεδίο της άμεσης φορολογίας όσο και της έμμεσης φορολογίας.
– Διενέργεια ταυτόχρονων φορολογικών ελέγχων και συμμετοχή σε φορολογικούς ελέγχους που διεξάγονται στο εξωτερικό τόσο για άμεσους όσο και έμμεσους φόρους.
– Συνδρομή στην είσπραξη φορολογικών απαιτήσεων και στη λήψη συντηρητικών μέτρων.
– Ανταλλαγή και επίδοση εγγράφων. Η χώρα προέλευσης, πρέπει να εξασφαλίζει ότι η μετάδοση γίνεται με ασφάλεια και με ένα επαρκές επίπεδο κρυπτογράφησης. Οι πληροφορίες μπορούν να διαβιβάζονται ηλεκτρονικά ή με CD-ROM (όπως στην υπόθεση Λαγκάρντ), αρκεί να υπάρχει πιστοποιημένο σύστημα εντοπισμού αλληλογραφίας.
Τέλος πρέπει να τονισθεί πως το άρθρο 22 της Σύμβασης προβλέπει ότι οποιαδήποτε πληροφορία λαμβάνει το κράτος που υποβάλει την αίτηση συνδρομής θεωρείται απόρρητη και προστατεύεται.