Η στοχευμένη διείσδυση ελληνικών αγροτικών προϊόντων σε ισχυρά διεθνή δίκτυα διανομής, με συγκεκριμένη γεωγραφική προσέγγιση, καθώς και η αποτελεσματική προώθηση- προβολή των προϊόντων τής ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας σε δυναμικές αγορές-στόχους, αποτελούν τους κεντρικούς πυλώνες εξαγωγικής αγροτικής πολιτικής, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στη συνάντηση του προεδρείου του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων, με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης Αθανάσιο Τσαυτάρη.
Ο κ.Τσαυτάρης υπογράμμισε «τη σημασία και την αναγκαιότητα εξωστρέφειας της ελληνικής αγροτικής παραγωγής», την οποία και έθεσε ως «προτεραιότητα του Υπουργείου, στο πλαίσιο μίας βιώσιμης αναπτυξιακής πολιτικής».
Μάλιστα, επισήμανε μία σειρά από πρόσφατες παρεμβάσεις του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, με προσκλήσεις ξένων αγοραστών και διασύνδεση Ελλήνων παραγωγών με σημαντικούς ξένους αγοραστές, όπως για παράδειγμα στη Μεσσηνία και τη Μυτιλήνη.
Από την πλευρά της, η πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων, Χριστίνα Σακελλαρίδη αναφέρθηκε στη «βαθιά γνώση και εμπειρία του υπουργού από τη θεωρία στην πράξη και από το χωράφι ως το ράφι». Η ίδια συμπλήρωσε ότι «η Ελλάδα αποτελεί σήμερα έναν από τους βασικούς προμηθευτές αγροτικών προϊόντων στις αναπτυγμένες οικονομίες του κόσμου, ενώ διευρύνει τα μερίδιά της και στις αναπτυσσόμενες αγορές. Είναι εξαιρετικά θετικό το γεγονός της συναντίληψης με τον κύριο υπουργό, για την ανάγκη ανάληψης επιθετικής πολιτικής προώθησης-προβολής των ελληνικών αγροτικών προϊόντων, ανάλογα με τις ανάγκες και τη ζήτηση, ανά αγορά-στόχο, αλλά και με βάση τις παραγωγικές δυνατότητες κάθε περιοχής της χώρας μας. Η ανάδειξη των ελληνικών προϊόντων, σε τοπικό, περιφερειακό, διακρατικό και διεθνές επίπεδο, αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ενίσχυση της εξωστρέφειας της ελληνικής οικονομίας συνολικά, μέσα από τον μετασχηματισμό του παραγωγικού προτύπου της χώρας».
Όπως χαρακτηριστικά σημείωσε η ίδια «για να εξάγεις, πρέπει πρώτα να παράγεις», συμπληρώνοντας τη φράση του Βρετανού συγγραφέα, που έλεγε ότι «η γεωργία δε δίνει μόνο πλούτη σε ένα έθνος, αλλά του παρέχει τα μόνα πλούτη που πραγματικά μπορεί να θεωρεί δικά του».
Στο πλαίσιο αυτό, αποφασίστηκε η στενότερη συνεργασία μεταξύ Υπουργείου και ΠΣΕ, σε ό,τι αφορά την άρση γραφειοκρατικών εμποδίων στις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων, στο πλαίσιο και της εφαρμογής της Ενιαίας Θύρας Εξαγωγών (Single Windows for Exports), καθώς και στην αξιοποίηση δράσεων του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης, αλλά και των Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων Προώθησης-Προβολής αγροτικών προϊόντων ποιότητας και υψηλής διατροφικής αξίας, στην Ευρώπη, τη Ρωσία, την Ασία και τη Λατινική Αμερική. Η συνάντηση με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, εντάσσεται στο πλαίσιο διαρκών επαφών του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων, με φορείς της Πολιτείας και ακολούθησε σχετική σύσκεψη με τον πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, την προηγούμενη Πέμπτη 11 Απριλίου.
Τα δυναμικότερα αγροτικά προϊόντα
Κατά τη διάρκεια της συνάντησης με τον υΥπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, το προεδρείο του ΠΣΕ παρουσίασε μία σειρά στατιστικών στοιχείων και ερευνών, που δείχνουν ότι η σημασία του αγροτικού τομέα για την εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας, συνολικά, ενισχύθηκε έτι περαιτέρω το 2012.
Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, το μερίδιο της ελληνικής γεωργίας- κτηνοτροφίας στο σύνολο των ελληνικών εξαγωγών αυξήθηκε στο 26,8% της συνολικής αξίας των ελληνικών εξαγωγών από το 25,4% στο οποίο είχε διαμορφωθεί το 2011, εξαιρουμένων των πετρελαιοειδών.
Ειδικότερα, τα αγροτικά προϊόντα, όταν δεν συμπεριλαμβάνονται τα πετρελαιοειδή, κατακτούν τη δεύτερη θέση μεταξύ των κλάδων παραγωγής, πίσω μόνο από τα Βιομηχανικά Προϊόντα, που καταλαμβάνουν τη μερίδα του λέοντος των ελληνικών εξαγωγών με ποσοστό 60% του συνόλου (από 63,9% το 2011). Μάλιστα, αύξηση μεριδίων παρατηρείται σε όλες τις επιμέρους κατηγορίες των αγροτικών προϊόντων, ήτοι τα Τρόφιμα-Ζώντα Ζώα (20,8% από 20% το 2011), στα Ποτά-Καπνός (3,7% από 3,5% το 2011) και στα Λάδια-Λίπη (2,3% από 1,9% το 2011).
Σημειώνεται ότι από το 2012 και εξαιτίας, τόσο της αύξησης των ελληνικών εξαγωγών, όσο και της μείωσης των εισαγωγών, η Ελλάδα εμφανίζεται πλέον πλεονασματική στις κατηγορίες Ποτά-Καπνός (εξαγωγές αξίας 624,1 εκατ. ευρώ, έναντι εισαγωγών 495,4 εκατ.) και Λάδια Λίπη (εξαγωγές αξίας 383,8 εκατ. ευρώ, έναντι εισαγωγών 282,9 εκατ.). Αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων ήταν το έλλειμμα του εμπορικού τομέα στην κατηγορία Αγροτικά Προϊόντα, για το 2012, να διαμορφώνεται στο 1,09 δισ. ευρώ, από 1,8 δισ. ευρώ το 2011.
Ακόμη, ισχυρότερη είναι η παρουσία και το μερίδιο σε απόλυτους αριθμούς των αγροτικών προϊόντων, στην κατάταξη των 100 πιο εξαγώγιμων προϊόντων της χώρας. Στην κατάταξη αυτή τα προϊόντα άμεσης αναφοράς στον πρωτογενή τομέα καταλαμβάνουν 34 θέσεις, δηλαδή ποσοστό μεγαλύτερο του 1/3 του συνόλου των προϊόντων. Αναμφισβήτητος πρωταγωνιστής στο συγκεκριμένο υποσύνολο, είναι ο κλάδος των φρουτολαχανικών, νωπών και διατηρημένων, που αποτελεί και τη μεγαλύτερη κατηγορία εξαγώγιμων αγροτικών προϊόντων.
Ωστόσο, στα ίδια αυτά 34 προϊόντα, αντιστοιχεί μόλις το 15,6% της συνολικής αξίας των ελληνικών εξαγωγών, γεγονός που επιβεβαιώνει τα σημαντικά μερίδια ενίσχυσης της προστιθέμενης αξίας τους, αλλά και του φαινομένου αρκετά εξ αυτών να εξακολουθούν να εξάγονται χύδην, και ως εκ τούτου σε χαμηλές τιμές. Σημειώνεται πάντως, ότι σε πολλά αγροτικά προϊόντα, οι τιμές καθορίζονται από την κίνηση και την πορεία των αντίστοιχων διεθνών Χρηματιστηρίων Εμπορευμάτων.
Παράλληλα, ως ενθαρρυντικός παράγοντας προβάλει η άνοδος στην κατάταξη των ΤΟΡ 100 ελληνικών αγροτοδιατροφικών προϊόντων, που ενσωματώνουν τεχνογνωσία, αλλά και καινοτομίες. Χαρακτηριστικά είναι τα παραδείγματα των προϊόντων ιχθυοκαλλιέργειας, οι κομπόστες φρούτων, τα παρασκευασμένα λαχανικά, τα γαλακτοκομικά-τυροκομικά προϊόντα, τα ζυμαρικά, τα σκευάσματα διατροφής, τα γλυκά κουταλιού-μαρμελάδες και τα μείγματα αρτοποιίας-ζαχαροπλαστικής.
Σε σχέση με το 2011, ξεχωρίζουν οι άνοδοι στην κατάταξη για το βαμβάκι (στην 4η θέση από την 8η), το παρθένο ελαιόλαδο (στην 7η θέση από τη 10η), τα νωπά ροδάκινα-βερίκοκα-κεράσια (στην 20η από την 28η θέση), τα «άλλα νωπά» φρούτα (στην 35η από την 61η θέση), τα «άλλα νωπά λαχανικά» (στην 56η από την 63η θέση), τα σπέρματα βαμβακιού (στην 62η από την 74η θέση), τα γλυκά κουταλιού-μαρμελάδες (με νέα είσοδο απευθείας στην 64η θέση), τα καπνιστά ψάρια (στην 72η θέση από την 86η θέση), τα ζυμαρικά (στην 74η από την 96η θέση), τα μανταρίνια (στην 78η από την 97η θέση), οι φράουλες (στην 81η από την 91η θέση), τα πεπόνια-καρπούζια (με νέα είσοδο απευθείας στην 88η θέση) και τα μείγματα αρτοποιίας-ζαχαροπλαστικής (με νέα είσοδο απευθείας στην 89η θέση).