Τον δεύτερο γύρο του Μνημονίου φαίνεται πως έχει ήδη ετοιμάσει το ΔΝΤ για την Κύπρο. Όπως προκύπτει από πληροφορίες του Αθηναϊκού Πρακτορείου, από τις συναντήσεις που είχε κλιμάκιο του Ταμείου με τέσσερις γενικούς διευθυντές κυπριακών Υπουργείων και τη Γενική Λογίστρια της Δημοκρατίας από τις 26 Φεβρουαρίου μέχρι τις 11 Μαρτίου, προέκυψε ένα νέο σχέδιο για τον εξορθολογισμό των κρατικών δαπανών.
Με την ένδειξη «μόνο για επίσημη χρήση», το δεύτερο μνημόνιο, όπως αποκαλύπτεται σε ρεπορτάζ στην εφημερίδα Πολίτης, προβλέπει μειώσεις μισθών στο Δημόσιο από το 3% (που είχαν συμφωνηθεί στο πρώτο μνημόνιο, αρχίζοντας από το 2014) στο 5%. Με αυτό το μέτρο, σύμφωνα με το ΔΝΤ, εξοικονομείται 0,3% από το ΑΕΠ του κράτους.
Το δεύτερο μνημόνιο, το οποίο υπογράφεται μόνο από το ΔΝΤ, και όχι τα άλλα μέλη της τρόικας, προβλέπει ακόμα κατάργηση του 13ου και αντικατάστασή του με ενιαίο 13ο μισθό ύψους 500 ευρώ. Με το μέτρο αυτό εξοικονομούνται συνολικά δαπάνες που αναλογούν στο 0,9% του ΑΕΠ. Τα δύο αυτά μέτρα, τα οποία κρίνονται ως και τα σημαντικότερα, εξαρτώνται, σύμφωνα με το ΔΝΤ, από τις ανάγκες αναχρηματοδότησης του τραπεζικού τομέα της Κύπρου. Δεδομένου του γεγονότος ότι το μνημόνιο γράφτηκε πριν η Βουλή καταψηφίσει την πρώτη συμφωνία με το Eurogroup της 15ης Μαρτίου, εξάγεται, σύμφωνα με το δημοσίευμα, “αβίαστα το συμπέρασμα ότι σήμερα τα μακροοικονομικά αυτά μέτρα είναι μάλλον υποχρεωτικά για την Κύπρο”.
Στην εισαγωγή του μνημονίου του Μαρτίου 2013, το ΔΝΤ επισημαίνει: «Μεταξύ 2007 και 2012, η δημοσιονομική ισορροπία επιδεινώθηκε κατά 9% του ΑΕΠ. Αυτή η επιδείνωση προέκυψε από αποτυχημένα έσοδα και συνεχή αύξηση των δημόσιων δαπανών. Κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε από λίγο κάτω του 60% στο 90% του ΑΕΠ. Ενδεχόμενες υποχρεώσεις από τον τραπεζικό τομέα μπορούν να αυξήσουν ακόμα περισσότερο τα επίπεδα του εν λόγω χρέους».
Το σοβαρότερο μέτρο για την εκπαιδευτική κοινότητα, δηλαδή εκείνο που θα προκαλέσει τις μεγαλύτερες αντιδράσεις, δεν περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο εκπαίδευσης, αλλά στο γενικότερο κεφάλαιο για το κόστος της δημόσιας υπηρεσίας, προβλέποντας την έξοδο από το υπουργείο Παιδείας 2.000 εργαζομένων μέχρι το 2016, χωρίς να συγκεκριμενοποιεί, αν πρόκειται περί εκπαιδευτικών ή άλλου προσωπικού.
Το ΔΝΤ αγγίζει και τους πανεπιστημιακούς, με διόλου κολακευτικές για τους ίδιους παρατηρήσεις όσον αφορά στους όρους εργοδοσίας τους. Χαρακτηριστική είναι η παρατήρηση στο δεύτερο μνημόνιο ότι οι πανεπιστημιακοί λαμβάνουν επίδομα για εξαιρετική επίδοση μεταξύ 7.000 και 12.000 ευρώ κάθε χρόνο, το οποίο όμως δίνεται χωρίς διακρίσεις σε όλους, μετατρέποντάς το, σύμφωνα με το ΔΝΤ, “σε επιπλέον μισθό αντί ως ανταπόδοση παραγωγικότητας”.
Για να καταστεί αντιληπτό το κόστος του εν λόγω επιδόματος για τους πολίτες, το 2011 ανήλθε σε 2 εκατομμύρια ευρώ. Για να μειωθούν οι δαπάνες του κράτους, το ΔΝΤ προτείνει να καταργηθεί το εν λόγω επίδομα και να εισαχθούν δίδακτρα στα δύο κρατικά πανεπιστήμια, ενώ, για να αντιμετωπιστούν τυχόν προβλήματα φοιτητών από οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα, προτείνεται να εισαχθεί το αγγλικό σύστημα των προνομιακών δανείων σε άπορους φοιτητές.
Για τις δαπάνες στην υγεία, το ΔΝΤ παρατηρεί ότι το σύστημα, όπως εφαρμόζεται στην Κύπρο, εγείρει ερωτηματικά περί ισονομίας των πολιτών, καθώς πολλά από τα έξοδα αναλαμβάνονται απευθείας από την τσέπη των πολιτών. Με ένα υπουργείο Υγείας, που διεκδικεί συγχρόνως τους ρόλους του διαμορφωτή πολιτικής, του υπεύθυνου εφαρμογής της και της μονοπωλιακής παροχής υπηρεσιών υγείας, η όλη κυπριακή δομή υγείας, σύμφωνα με το δεύτερο μνημόνιο, πάσχει. Ως εκ τούτου, το ΔΝΤ προτείνει στο Υπουργείο Υγείας να διαχωρίσει θεσμικά αυτούς τους ρόλους. Συγκεκριμένα, το ΔΝΤ παρατηρεί ότι το Υπουργείο Υγείας “δεν διαθέτει εργαλεία παρακολούθησης της απόδοσης των ιατρικών λειτουργών, ενώ ο ιδιωτικός τομέας λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό χωρίς κανόνες”. Μέχρι την εισαγωγή του Γενικού Σχεδίου Υγείας, για την οποία το ΔΝΤ δεν εμφανίζεται αισιόδοξο δεδομένων των διαχρονικών καθυστερήσεων, προτείνονται στο δεύτερο μνημόνιο σειρά μέτρων, όπως ο περιορισμός των κριτηρίων δωρεάν περίθαλψης, η αύξηση των τελών, που πληρώνονται κατά τις επισκέψεις στα δημόσια νοσηλευτήρια και η αγορά υπηρεσιών από τον ιδιωτικό τομέα.
Το σύστημα κοινωνικής προστασίας της Κύπρου, το οποίο εισήχθη σε μια εποχή χαμηλής ανεργίας, οφείλει να συμβαδίσει με την εποχή της κρίσης, παρατηρεί το ΔΝΤ, τονίζοντας ότι οι άνεργοι στην Κύπρο πριν από την κρίση δεν ήταν απαραιτήτως και φτωχοί. «Σήμερα είναι και το κράτος οφείλει να τους συνδράμει», επισημαίνεται. Ωστόσο, πριν προχωρήσει στις προτάσεις του το ΔΝΤ σημειώνει ότι πολλές πολιτικές κοινωνικής προστασίας εφαρμόζονται από διάφορα υπουργεία και ανεξάρτητες αρχές, όπως για παράδειγμα η στεγαστική πολιτική του κράτους. Ακόμα, το ΔΝΤ παρατηρεί ότι “υπό τις υφιστάμενες συνθήκες του κράτους, η βοήθεια σε εκτοπισθέντες δεύτερης και τρίτης γενιάς δεν μπορεί να αποτελεί προτεραιότητα, τη στιγμή που νεόπτωχοι θα απειλούνται με έξωση από τα σπίτια τους”. Ως εκ τούτου, προτείνεται να ψηφιστεί ως κατεπείγουσα νέα νομοθεσία για την κρατική βοήθεια, με εισαγωγή εισοδηματικών κριτηρίων, τα οποία θα πρέπει να ισχύσουν και στη φοιτητική βοήθεια, ενώ προτείνεται κατάργηση των διαφόρων βοηθημάτων για τουρισμό, καθώς και το επίδομα αγοράς ηλεκτρονικού υπολογιστή για μαθητές. Ακόμα, το ΔΝΤ προτείνει όλα τα δημόσια βοηθήματα να φορολογούνται. Κυρίως, όμως, το ΔΝΤ προτείνει επέκταση του ανεργιακού επιδόματος στον έναν χρόνο (όπως ισχύει στις περισσότερες χώρες της ΕΕ).
«Διαψεύδω ότι το Υπουργείο Παιδείας ή ο υποφαινόμενος Υπουργός έχει δεχθεί κάτι τέτοιο», δήλωσε ο Υπουργός Παιδείας Κυριάκος Κενεβέζος, αναφερόμενος στο δημοσίευμα για ένα δεύτερο μνημόνιο και σε αυστηρά μέτρα, που αυτό προβλέπει για τους εκπαιδευτικούς.