Υπέρ της διαγραφής τού ελληνικού χρέους εμφανίζονται όλο και περισσότερα αμερικανικά ΜΜΕ, ενώ συνεχίζεται η προβολή των διαφορετικών προσεγγίσεων για το ελληνικό πρόβλημα, μεταξύ Ευρωπαίων και Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, με την Ευρωζώνη να τάσσεται υπέρ της παράτασης, ώστε το χρέος να φτάσει το 120% τού ΑΕΠ το 2022, και την επικεφαλής τού ΔΝΤ να επιμένει στη βιωσιμότητα του χρέους έως το 2020. Όπως σημειώνεται, για να παρασχεθεί βοήθεια στην Ελλάδα, το ΔΝΤ προτείνει τη διαγραφή μέρους τού ελληνικού χρέους από τον επίσημο τομέα.
Μετά την εφημερίδα «New York Times» και το πρακτορείο «Bloomberg», με κύριο άρθρο του, υποστηρίζει τη διαγραφή του ελληνικού χρέους, τονίζοντας ότι εάν οι Ευρωπαίοι ηγέτες συνεχίσουν να αρνούνται τη μόνη δυνατή λύση, τη διαγραφή του χρέους, θα είναι και οι μόνοι υπεύθυνοι εάν χάσουν τελικά τα χρήματά τους από μια χρεοκοπία.
Συγκεκριμένα, το «Bloomberg» επικρίνει την αναβλητικότητα και την έλλειψη διορατικότητας των Ευρωπαίων στην αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος, επισημαίνοντας ότι το δίλλημα το οποίο τίθεται έναντι της Ευρώπης είναι, είτε η διαγραφή του ελληνικού χρέους, είτε η χρεοκοπία της Ελλάδας και η έξοδός της από την Ευρωζώνη, μεταδίδει το ΑΜΠΕ.
Μεταξύ άλλων, υπογραμμίζονται οι προσπάθειες που καταβάλλει η κυβέρνηση τού Α. Σαμαρά, για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των πιστωτών, με την υιοθέτηση και εφαρμογή επώδυνων μεταρρυθμίσεων, που έχουν ωστόσο υψηλό κόστος, κοινωνικό, πολιτικό, αλλά και οικονομικό, καθώς βαθαίνουν την ύφεση, σύμφωνα με το κύριο άρθρο.
Στη συνέχεια, σημειώνεται ότι οι κυβερνήσεις και οι υπόλοιποι επίσημοι πιστωτές της Ελλάδας θα χάσουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, μέρος ή το σύνολο των χρημάτων που της έχουν δανείσει. Η διαγραφή θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί τώρα, ανακουφίζοντας την Ελλάδα ή αργότερα, ως μέρος ίσως μιας άτακτης ελληνικής χρεοκοπίας και εξόδου της χώρας από το ευρώ.
Όπως υποστηρίζεται, αντί να αντιμετωπίσουν το ελληνικό πρόβλημα κατά πρόσωπο, στη σύνοδο του Eurogroup, οι υπουργοί Οικονομικών της Ευρωζώνης προτίμησαν να παράσχουν στη χώρα διετή επιμήκυνση, έως το 2022, για να μειώσει το χρέος της στο 120% τού ΑΕΠ. Όταν μάλιστα οι υπουργοί Οικονομικών βρουν τον τρόπο για την κάλυψη της χρηματοδότησης του επιπλέον χρόνου, που υπολογίζεται στα 32,6 δισ. ευρώ, θα αρχίσουν να θριαμβολογούν, προσποιούμενοι ότι δεν προέβησαν σε ένα νέο σχέδιο διάσωσης και ότι εξαρτάται πλέον από την οικονομική και πολιτική ικανότητα της Ελλάδας, εάν θα καταστεί το χρέος της βιώσιμο.
Στο κύριο άρθρο καταγράφεται ως μόνη ρεαλιστική την προσέγγιση της διευθύντριας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία εμμένει στην άποψη να καταστεί το ελληνικό χρέος βιώσιμο έως το 2020. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν με μεγαλύτερο ρεαλισμό το ελληνικό πρόβλημα, και να μην περιμένουν, εάν είναι αυτό το θέμα, τις Γερμανικές εκλογές του 2013, καθώς θα είναι πλέον πολύ αργά όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για το ίδιο το ευρώ.
Επίσης, επισημαίνεται ότι στο προσχέδιο της έκθεσης της τρόικας, που διέρρευσε, υπογραμμίζεται η ανάγκη να καταστεί το ελληνικό πρόγραμμα αξιόπιστο, επισημαίνοντας ότι υπάρχουν κίνδυνοι εκτροχιασμού του, λόγω κυρίως της αδυναμίας της ελληνικής κυβέρνησης και του υψηλού χρέους. Παράλληλα, γίνεται αναφορά στη διαδεδομένη αντίληψη που επικρατεί στη Βόρεια Ευρώπη για την ανικανότητα της ελληνικής κυβέρνησης, δίνοντας έμφαση στις δηλώσεις του Ευρωπαίου Επιτρόπου Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, Όλι Ρεν, ο οποίος επεσήμανε ότι «ήρθε η ώρα να αρθεί η αντίληψη ότι δεν έχει σημειωθεί πρόοδος. Η αντίληψη αυτή είναι επιζήμια, είναι άδικη, όπως και εσφαλμένη».
Τέλος, τονίζεται ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός, Α. Σαμαράς, πήρε την περασμένη εβδομάδα υψηλά πολιτικά ρίσκα για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της τρόικας. Οι ενέργειές του απείλησαν την κυβέρνηση συνεργασίας και προκάλεσαν βίαιες διαδηλώσεις, ενώ γίνεται αναφορά στην υψηλή ύφεση της ελληνικής οικονομίας, η οποία αναμένεται να βαθύνει περαιτέρω, κατά 5 μονάδες σε σχέση με το ΑΕΠ, την επόμενη διετία. Οι δημοσιονομικές περικοπές αφορούν κυρίως τους μισθούς και τις συντάξεις του δημόσιου τομέα, το ιατροφαρμακευτικό σύστημα και την άμυνα της χώρας, παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στις εδαφικές διενέξεις της με την Τουρκία.
Όπως υποστηρίζεται στο κύριο άρθρο του «Bloomberg», για να μπορέσουν οι Έλληνες να υλοποιήσουν το πρόγραμμα των επώδυνων μεταρρυθμίσεων, θα πρέπει να αρχίσουν να βλέπουν έναν αξιόπιστο δρόμο προς την ανάκαμψη. Εάν οι Ευρωπαίοι ηγέτες συνεχίσουν να αρνούνται τη μόνη δυνατή λύση, τη διαγραφή του χρέους, θα είναι και οι μόνοι υπεύθυνοι εάν χάσουν τελικά τα χρήματά τους από μια χρεοκοπία.
Σε άλλα αμερικανικά ΜΜΕ, όπως στην ιστοσελίδα του τηλεοπτικού δικτύου του CNBC, γίνεται αναφορά σε έκθεση της Goldman Sachs για την ανάγκη δραστικής μείωσης του ελληνικού χρέους. Σύμφωνα με την έκθεση, απαιτείται δραστική μείωση του ελληνικού χρέους, ώστε αυτό να καταστεί βιώσιμο μακροπρόθεσμα.
Εξετάζοντας τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, οι οικονομολόγοι που συνέταξαν την έκθεση, έκριναν ότι για να επιτευχθεί ο στόχος του ΔΝΤ με το ποσοστό του χρέους στο 120% του ΑΕΠ, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, με μείωση που θα ξεπερνά τα 80 δισ. ευρώ. Επίσης, εμφανίζονται επιφυλακτικοί έναντι των άλλων λύσεων που εξετάζονται για την στήριξη της Ελλάδας, όπως τη μείωση των επιτοκίων στα διμερή δάνεια και την επαναγορά ομολόγων. Αντίθετα, υποστηρίζουν ότι εάν δεν διαγραφεί το χρέος της Ελλάδας, που ανέρχεται στα 340 δισ. ευρώ, η Ευρωζώνη αντιμετωπίζει τον κίνδυνο μιας μακροχρόνιας χρηματοδότησης της χώρας.
Παρόμοιες απόψεις εκφράζουν και άλλοι οικονομολόγοι και αναλυτές υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι η Ευρώπη δεν διαθέτει αξιόπιστο σχέδιο για τη μείωση τού ελληνικού χρέους, παρομοιάζοντας την Ελλάδα με ένα καρκίνωμα στην οικονομία τής Ευρωζώνης, που θα πρέπει να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά οι ηγέτες τής Ευρωζώνης.