Μείωση φόρων στα κέρδη των επιχειρήσεων με στόχο την προσέλκυση νέων επενδύσεων αλλά και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας προγραμματίζει η κυβέρνηση λαμβάνοντας άμεσα μέτρα για να επιτύχει ταχύτερη
ανάκαμψη της οικονομίας μέσω της ανάπτυξης.
Το θέμα ετέθη στην πρώτη συνεδρίαση του νέου Υπουργικού Συμβουλίου που συνήλθε στη Θεσσαλονίκη. Εκεί αξιολογήθηκαν όλες οι δυνατότητες ενίσχυσης των επιχειρήσεων, ακόμη και το επίμαχο ζήτημα της μείωσης των φόρων.
Πληροφορίες αναφέρουν, όπως αναφέρει το Βήμα της Κυριακής, ότι ακόμη και ο υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου, που γνωρίζει τους περιορισμούς του μνημονίου, συμφώνησε με την ανάγκη να υιοθετηθούν φορολογικά κίνητρα για τις επιχειρήσεις και ιδιαιτέρως για την ενθάρρυνση νέων επενδύσεων που τόσο έχει ανάγκη η οικονομία.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, εκτιμήθηκε κατ’ αρχάς ότι είναι απαραίτητη η ελάφρυνση του φορολογικού βάρους των επανεπενδυόμενων κερδών και δεν είναι λίγοι οι υπουργοί που πιστεύουν ότι θα πρέπει να υποκατασταθούν οι επιδοτήσεις με φορολογικά κίνητρα και να προβλεφθεί ακόμη και μηδενισμός της φορολογίας των κερδών για κάποιο διάστημα μετά την πραγματοποίηση των επενδύσεων.
Ορισμένοι υποστήριξαν επίσης τη μείωση συνολικά της φορολογίας των κερδών ως κίνητρο προσέλκυσης επενδύσεων λαμβάνοντας υπόψη τον φορολογικό ανταγωνισμό που δέχεται η Ελλάδα από γειτονικές χώρες, όπως η Βουλγαρία κ.ά., ακόμη και από την Κύπρο, η οποία διατηρεί ιδιαίτερα ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς για τις ξένες επιχειρήσεις.
Είναι άλλωστε υπαρκτός και γνωστός σε όλους ο κίνδυνος μετανάστευσης κεφαλαίων, επιχειρήσεων και επενδύσεων. Δεν είναι λίγοι άλλωστε εκείνοι που υποστηρίζουν ότι στην παρούσα περίοδο εξαιτίας της επιδείνωσης των οικονομικών συνθηκών κέρδη δεν υπάρχουν για να φορολογηθούν και άρα η διατήρηση πανύψηλων συντελεστών ουδέν προσθέτει.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Παπακωνσταντίνου μεταδίδει πως το μήνυμα της Θεσσαλονίκης θα είναι «Ανάπτυξη τώρα».
Στην ίδια συνεδρίαση και με γνώμονα ακριβώς την ενίσχυση των επιχειρήσεων ο πρώην υπουργός Απασχόλησης Ανδρέας Λοβέρδος πρότεινε τη μείωση του λεγόμενου μη μισθολογικού κόστους των επιχειρήσεων και συγκεκριμένα την απαλλαγή τους από τις εργοδοτικές εισφορές υπέρ του ταμείου της ανεργίας με το επιχείρημα ότι αυτή είναι υποχρέωση του κοινωνικού κράτους και όχι των επιχειρήσεων.
Τυχόν υιοθέτηση της πρότασης θα μείωνε το λεγόμενο μη μισθολογικό κόστος των επιχειρήσεων κατά 7,5%. Αντιστοίχως, πέραν των εισηγήσεων του υπουργού Επενδύσεων Χ. Παμπούκη για διευκόλυνση των μεγάλων στρατηγικού χαρακτήρα επενδύσεων και επιτάχυνση των διαδικασιών αδειοδότησης, ο νέος υπουργός Ανάπτυξης Μιχ. Χρυσοχοΐδης υποστήριξε επιλογές και μέτρα που θα στηρίξουν τις εξαγωγές και ακόμη μηχανισμούς και προγράμματα τα οποία θα ενισχύσουν τη ρευστότητα των επιχειρήσεων.
Ο Χρυσοχοΐδης μιλάει για την ανάγκη να ενεργοποιηθούν ταχύτατα σχετικά κοινοτικά προγράμματα και μαζί να ενεργοποιηθούν οι τράπεζες ώστε να διαμορφωθεί περιβάλλον ανετότερης χρηματοδότησης των επιχειρήσεων. Ακόμη προτίθεται να υποστηρίξει εμπράκτως νέους ή ομάδες νέων που θέλουν να ιδρύσουν μοντέρνες επιχειρήσεις και να δημιουργήσουν νέες παραγωγικές δραστηριότητες ή επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών. Τι ισχύει για τις επιχειρήσεις.
Έλλειμμα ανταγωνιστικότητας στην προσέλκυση νέων επενδύσεων και ξένων κεφαλαίων έχει δημιουργήσει στην οικονομία η υψηλή φορολογία των κερδών. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου13 του Ν. 3842/2010, τα μη διανεμόμενα κέρδη θα φορολογηθούν για τη διαχειριστική περίοδο 1/1-31.12.2010 με συντελεστή 24%.
Ο συντελεστής αυτός μειώνεται σταδιακά ώστε από τις διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από 1.1.2014 να ανέλθει σε 20%. Σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις, τα διανεμόμενα με οποιαδήποτε μορφή κέρδη φορολογούνται με συντελεστή 40%.
Έτσι, αν η εταιρεία δεν διανέμει κέρδη, ο συντελεστής φορολογίας θα είναι για εφέτος 24%, αν όμως διανέμει κέρδη ο συντελεστής φορολογίας της ανώνυμης εταιρείας δεν είναι συγκεκριμένος, ποικίλλει ανάλογα με το ποσό των κερδών που διανέμονται.
Το αποτέλεσμα αυτής της υψηλής φορολογίας εγκυμονεί λοιπόν τον κίνδυνο «μετανάστευσης» επιχειρήσεων σε γείτονες χώρες με χαμηλότερη φορολογία (π.χ., στην Κύπρο ή στη Βουλγαρία, όπου ο συντελεστής είναι 10%).