Ύστερα από 5 χρόνια θα λάβουν το εφάπαξ όσοι δημόσιοι υπάλληλοι σπεύδουν τώρα να βγουν στη σύνταξη υπό τον φόβο των συνεπειών του νέου Ασφαλιστικού.
Το πρώτο εξάμηνο φέτος οι αιτήσεις συνταξιοδότησης εμφανίζουν αύξηση 85% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2009.
Τον περασμένο μήνα έφτασαν στο Γενικό Λογιστήριο, το οποίο εκδίδει τις αποφάσεις συνταξιοδότησης, άρα κατατέθηκαν από τους ενδιαφερομένους στις οικείες υπηρεσίες τους μέχρι τα τέλη Ιουνίου 17.825 αιτήσεις έναντι 9.653 πέρυσι.
Από αυτές οι 13.880 (έναντι 6.485 το 2009) κατατέθηκαν από πολιτικούς υπαλλήλους (όχι ένστολους). Δηλαδή, στο πολιτικό προσωπικό η αύξηση ξεπέρασε το 114%. Υπήρξε υπερδιπλασιασμός των αιτήσεων συνταξιοδότησης εν σχέσει με πέρυσι.
Τα στοιχεία αυτά οδηγούν στη βάσιμη εκτίμηση ότι οι συνταξιοδοτήσεις δημοσίων υπαλλήλων φέτος θα αγγίξουν τα 40.000 άτομα, με δεδομένο ότι ο ασφαλιστικός νόμος ψηφίστηκε στις αρχές Ιουλίου, εκτός του επίμαχου διαστήματος κατάθεσης των αιτήσεων συνταξιοδότησης, που είναι διαθέσιμα, ενώ οι εκπαιδευτικοί καταθέτουν τις αιτήσεις τους τον Αύγουστο κάθε χρόνο.
Ουρά στο Πρόνοιας
Σε μια τέτοια περίπτωση η ουρά στο ταμείο Πρόνοιας θα φτάσει στις «37.000 στα τέλη του χρόνου», σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή του Ταμείου Ν. Καλάκο. Μέχρι τον Αύγουστο, στο ταμείο Πρόνοιας έφτασαν 12.686 αιτήσεις λήψης της εφάπαξ παροχής έναντι 5.199 πέρυσι.
«Χωρίς να υπολογίζονται άλλοι 11.000 εκπαιδευτικοί, οι οποίοι καταθέτουν την πρώτη παραίτηση στις 10/8 και ακολούθως, αφού πάρουν το κλιμάκιο μέσα στον τρέχοντα μήνα, συνταξιοδοτούνται στις αρχές Οκτωβρίου», σύμφωνα με πηγή των εκπαιδευτικών. Και αυτές οι αιτήσεις θα προστεθούν στις ήδη 25.500 εκκρεμούσες που βρίσκονται σωρευμένες στο ταμείο Πρόνοιας.
Με δεδομένο ότι «το Πρόνοιας δύναται να δώσει έως 7.000 εφάπαξ το χρόνο, όσοι δημόσιοι υπάλληλοι καταθέσουν αιτήσεις το επόμενο τετράμηνο, θα λάβουν τα ποσά που δικαιούνται ύστερα από 5 χρόνια, στα τέλη του 2015, αν δεν ληφθούν τα αναγκαία μέτρα», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Καλάκος.
Διαφορετικά, για την ικανοποίηση όλων των δικαιούχων, απαιτούνται ποσά που ξεπερνούν το 1,7 δισ. ευρώ. Είναι προφανές ότι δεν μπορεί να βρεθεί από πουθενά ένα τέτοιο ποσό.
Ωστόσο, από την άλλη, δεν προωθείται και καμία ενδιάμεση λύση. Το Δημόσιο τυπικά δεν έχει υποχρέωση κάλυψης των ελλειμμάτων (στο ταμείο Πρόνοιας εισφέρουν μόνον οι εργαζόμενοι), ενώ προβάλλει σαν εξαιρετικά δύσκολη εξέλιξη η επιβολή πρόσθετων-εφάπαξ εισφορών στους νεοεισερχόμενους για να λάβουν την παροχή οι ήδη συνταξιούχοι, όταν οι «χαρατσωθέντες» δεν θα έχουν βάσιμη προσδοκία για λήψη της αντίστοιχης παροχής όταν συνταξιοδοτηθούν.
Στην οικονομική κατάρρευση του Ταμείου, ρόλο έπαιξε η «κλοπή» των εισφορών από τους δικαστικούς, η καταβολή του εφάπαξ με βάση τον τελευταίο μισθό και, κυρίως, οι συνεχείς νομοθετικές παρεμβάσεις στο Ασφαλιστικό, οι οποίες προκάλεσαν πανικό και οδήγησαν τους ασφαλισμένους σε πρόωρη και μαζική έξοδο από την εργασία.
Ανάλογα προβλήματα με το Πρόνοιας αντιμετωπίζουν τα μετοχικά ταμεία πολιτικών και στρατιωτικών, τα οποία καθυστερούν για πολλούς μήνες την καταβολή των μερισμάτων, καθώς και το επικουρικό ΤΕΑΔΥ, του οποίου ορισμένοι κλάδοι παρουσιάζουν τεράστια αναλογικά ελλείμματα.
Η απογοήτευση οδήγησε στην παραίτηση
Ως προς τη μαζική έξοδο των δημοσίων υπαλλήλων φαίνεται ότι η παραίτηση, γενικώς, ως αποτέλεσμα της απογοήτευσης έναντι των οικονομικών προσδοκιών, και όχι η πρόωρη συνταξιοδότηση για τη διασφάλιση των ελάχιστων ασφαλιστικών δικαιωμάτων πυροδότησε την πρωτοφανή φυγή των δημοσίων υπαλλήλων από τις υπηρεσίες τους.
Κι αυτό γιατί είναι οι εκπαιδευτικοί που κατά τεκμήριο έχουν τα μεγαλύτερα τυπικά προσόντα, οι οποίοι σπεύδουν μαζικά να συνταξιοδοτηθούν πρόωρα, όταν όλοι οι ασφαλισμένοι γνωρίζουν ότι όσοι μπορούν να φύγουν σήμερα δεν θίγονται εάν παραμείνουν στην εργασία και έχουν την ευχέρεια να φύγουν οποτεδήποτε στο μέλλον χωρίς επιπτώσεις.
Αντιθέτως, θίγονται και μάλιστα πολλαπλώς όσοι δεν θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα και, άρα, παραμένουν παγιδευμένοι στην εργασία.
Όμως, η κατάργηση του 13ου και του 14ου μισθού, η περικοπή των επιδομάτων, το πάγωμα των αποδοχών και η μετατροπή της εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων -εκ μέρους των υπευθύνων της κυβέρνησης- σε δακτυλοδεικτούμενη απασχόληση φαίνεται ότι επέτειναν την αίσθηση του ματαίου στο Δημόσιο και πυροδότησαν τη μαζική φυγή. Κάτι που ζημίωσε τόσο τους ασφαλισμένους όσο και τα οικονομικά των Ταμείων.
Πηγή: Σαββατιάτικη Ελευθεροτυπία