Στις προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η Ελλάδα αναφέρθηκε η Γενική Διευθύντρια του ΔΝΤ κ. Κριστίν Λαγκάρντ μετά από τη συζήτηση της Εκτελεστικής Επιτροπής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για το τετραετές δάνειο για την Ελλάδα ύψους 28 δισ. ευρώ.
Η κ. Λαγκάρντ δήλωσε τα εξής:
«Η Ελλάδα έχει καταβάλει τεράστιες προσπάθειες για την εφαρμογή επώδυνων μέτρων ευρείας κλίμακας τα τελευταία δύο χρόνια, εν μέσω μιας βαθιάς οικονομικής ύφεσης και ενός δυσχερούς κοινωνικού περιβάλλοντος. Το δημοσιονομικό έλλειμμα έχει μειωθεί σημαντικά και η ανταγωνιστικότητα βελτιώθηκε σταδιακά. Ωστόσο, οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα εξακολουθούν να είναι σημαντικές, με ένα μεγάλο κενό ανταγωνιστικότητας, υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους, και ένα μη κεφαλαιοποιημένο τραπεζικό σύστημα.
«Το νέο χρηματοδοτικό πρόγραμμα που υποστηρίζεται από το Ταμείο θα επιτρέψει στην Ελλάδα να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις αυτές, παραμένοντας στην Ευρωζώνη. Το πρόγραμμα επικεντρώνεται στην αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης, στη δημοσιονομική βιωσιμότητα και στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Οι αρχές έχουν δεσμευθεί πλήρως σε αυτούς τους φιλόδοξους στόχους και είναι έτοιμες να λάβουν τα πρόσθετα μέτρα που είναι αναγκαία. Η επιτυχής διαδικασία ανταλλαγής του χρέους, η ελάφρυνση του χρέους και η μακροπρόθεσμη υποστήριξη από τους ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας, και η δέσμευση των μεγάλων ελληνικών πολιτικών κομμάτων στους στόχους του προγράμματος, παρέχουν σημαντικές πολιτικές διαβεβαιώσεις για το νέο πρόγραμμα.
Προτεραιότητα για την Ελλάδα είναι η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Τολμηρά μέτρα για την αγορά εργασίας θα παίξουν κρίσιμο ρόλο στο θέμα αυτό, και θα συμπληρωθούν από μέτρα για την απελευθέρωση των επαγγελμάτων και των αγορών προϊόντων, τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, και την ιδιωτικοποίηση κρατικών περιουσιακών στοιχείων.
Μια σημαντική περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή είναι απαραίτητη για να θέσει το χρέος σε διατηρήσιμη καθοδική τροχιά. Η επίτευξη ενός πρωτογενούς πλεονάσματος της τάξεως του 4,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2014 θα απαιτήσει δύσκολες πολιτικές και περικοπές στις κρατικές δαπάνες, καθώς και αποφασιστικά μέτρα για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Είναι σημαντικό η προσαρμογή να είναι δίκαιη και βιώσιμη και να ενισχύεται ο πυρήνας του δικτύου κοινωνικής προστασίας και οι προσπάθειες είσπραξης των φόρων.
Η εξασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού τομέα και η εμπέδωση της εμπιστοσύνης των καταθετών αποτελεί επίσης προτεραιότητα. Το πρόγραμμα στήριξης της ρευστότητας εξασφαλίζει τις ελληνικές τράπεζες, και παρέχει κονδύλια για την αναδιάρθρωση τους, αλλά και κίνητρα για τη διατήρηση του ιδιωτικού τους χαρακτήρα. Το πλαίσιο ανάλυσης και η διακυβέρνηση των εποπτικών οργανισμών έχουν ενισχυθεί για να εξασφαλίσουν την κατάλληλη χρήση των δημόσιων πόρων και την προστασία κατά των συγκρούσεων συμφερόντων.
Οι κίνδυνοι για το πρόγραμμα παραμένουν εξαιρετικά υψηλοί και δεν υπάρχουν περιθώρια για αποκλίσεις. Η πλήρης και έγκαιρη εφαρμογή παράλληλα με την ευρεία υποστήριξη του προγράμματος από τον κόσμο και τους Ευρωπαίους εταίρους της Ελλάδας είναι κρίσιμες παράμετροι για την επιτυχία. Οι ηγέτες της ζώνης του ευρώ επανέλαβαν τη δέσμευσή τους να παράσχουν επαρκή στήριξη στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του προγράμματος και πέρα από αυτή, μέχρι να ανακτήσει την πρόσβαση στις αγορές, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα συμμορφώνεται πλήρως με τις απαιτήσεις και τους στόχους του προγράμματος προσαρμογής».