«Δεν μπορεί μια πορεία 150 ατόμων να κλείνει το κέντρο», υπογράμμισε ο Πρόεδρος του ΕΒΕΑ, Κώστας Μίχαλος, σε εκδήλωση που διοργάνωσε το Επιμελητήριο με τίτλο «Το δικαίωμα της ελεύθερης κυκλοφορίας των πολιτών-Νέο καθεστώς για τις πορείες διαμαρτυρίας και τις διαδηλώσεις στο κέντρο της Αθηνάς».

Όπως υπογράμμισε ο κ. Μίχαλος «εδώ και χρόνια το κέντρο της πρωτεύουσας αργοπεθαίνει», ενώ τόνισε ότι κατά την τελευταία διαδήλωση «οι επιχειρηματίες του κέντρου υπέστησαν ζημίες δεκάδων εκατομμυρίων».

Ο Πρόεδρος του ΕΒΕΑ εξαπέλυσε επίθεση κατά της κυβέρνησης λέγοντας ότι η κατάσταση οφείλεται «στην αδυναμία του κράτους να διασφαλίσει τη στοιχειώδη τάξη και την ομαλότητα στην καθημερινή λειτουργία της πόλης. Είναι όμως και τα κατάλοιπα μιας σειράς αντιλήψεων. Αντιλήψεων που ταυτίζουν τη θέσπιση κανόνων με την καταπίεση. Αντιλήψεων, σύμφωνα με τις οποίες όσο μεγαλύτερο πρόβλημα προκαλεί μια διαμαρτυρία στο κοινωνικό σύνολο, τόσο ισχυρότερη θα είναι η απήχησή της».

Στη συνέχεια παρουσίασε τις προτάσεις του για να ξαναζωντανέψει το κέντρο της Αθήνας.

Αναλυτικά η ομιλία του:

Θέλω κατ’ αρχήν να σας ευχαριστήσω που ανταποκριθήκατε στην πρόσκλησή μας και βρίσκεστε σήμερα εδώ. Θέλω επίσης να ευχαριστήσω τους διακεκριμένους ομιλητές μας, οι οποίοι δέχθηκαν να συμμετέχουν σ’ αυτή την εκδήλωση και να καταθέσουν την άποψή τους σχετικά με το θέμα. Ένα θέμα που αφορά την ανάγκη αναμόρφωσης του καθεστώτος όσον αφορά τις πορείες και τις διαδηλώσεις στο κέντρο της Αθήνας. Αφορά ευρύτερα το δικαίωμα χιλιάδων πολιτών να κυκλοφορούν, να εργάζονται και να δραστηριοποιούνται στην πόλη, ελεύθερα και με ασφάλεια.

Δυστυχώς, πρόκειται για ένα ζήτημα που επανέρχεται κάθε τόσο στην επικαιρότητα. Επανέρχεται κάθε φορά που η Αθήνα παραδίδεται στη βία και στις φλόγες, κάθε φορά που καταστρέφεται η δημόσια περιουσία, κάθε φορά που καίγονται και λεηλατούνται καταστήματα, κάθε φορά που εκατοντάδες άνθρωποι χάνουν μέσα σε μια νύχτα τους κόπους μιας ζωής.

Επανήλθε πριν από λίγες εβδομάδες, αμέσως μετά τα επεισόδια της 12ης Φεβρουαρίου, στο πλαίσιο σχετικής σύσκεψης που συγκάλεσε η κυβέρνηση.

Το βράδυ εκείνης της Κυριακής 175 επιχειρήσεις υπέστησαν υλικές ζημιές και 45 καταστράφηκαν ολοσχερώς. Το εκτιμώμενο κόστος από τις καταστροφές εγκαταστάσεων και εξοπλισμού, αλλά και από τις κλοπές εμπορευμάτων, ανέρχεται αυτή τη φορά σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Δεκάδες επιχειρηματίες, που εδώ και μήνες παλεύουν ενάντια στην κρίση, τη μειωμένη κατανάλωση και την έλλειψη ρευστότητας, δέχθηκαν τη χαριστική βολή. Ελάχιστοι από αυτούς θα βρουν τους πόρους και τη δύναμη να ανοίξουν ξανά τα καταστήματά τους.

Όμως, η βία και οι καταστροφές είναι μόνο ένα μέρος του προβλήματος. Είναι η σκληρότερη και η πιο δραματική μορφή μιας νοσηρής κατάστασης, η οποία επικρατεί στην Αθήνα εδώ και χρόνια.

Εδώ και χρόνια το κέντρο της πρωτεύουσας αργοπεθαίνει. Οι κάτοικοί του το εγκαταλείπουν, οι επισκέπτες το φοβούνται, οι καταναλωτές το εγκαταλείπουν. Οι επιχειρήσεις κλείνουν η μια μετά την άλλη και οι περιοχές που κάποτε έσφυζαν από δραστηριότητα, σήμερα έχουν ερημώσει.

Βασική αιτία είναι η αδυναμία του κράτους να διασφαλίσει τη στοιχειώδη τάξη και την ομαλότητα στην καθημερινή λειτουργία της πόλης. Είναι όμως και τα κατάλοιπα μιας σειράς αντιλήψεων. Αντιλήψεων που ταυτίζουν τη θέσπιση κανόνων με την καταπίεση. Αντιλήψεων, σύμφωνα με τις οποίες όσο μεγαλύτερο πρόβλημα προκαλεί μια διαμαρτυρία στο κοινωνικό σύνολο, τόσο ισχυρότερη θα είναι η απήχησή της.

Το θέμα της διεξαγωγής των διαδηλώσεων, που συζητάμε σήμερα, είναι ενδεικτικό αυτής της κατάστασης.

Εδώ και μια πενταετία τουλάχιστον, το ΕΒΕΑ έχει αναδείξει την ανάγκη ενός νέου, ορθολογικού πλαισίου για τις μικρές διαδηλώσεις που γίνονται καθημερινά σχεδόν στην Αθήνα. Είμαστε από τους πρώτους που τόλμησαν να πουν το αυτονόητο: ότι δεν μπορεί μια πορεία 150 ατόμων να κλείνει το κέντρο. Δεν μπορεί να απαγορεύεται στον πολίτη η πρόσβαση στη δουλειά του, ή στην αγορά της πόλης, ή ακόμα και στο νοσοκομείο, σε περιπτώσεις ανάγκης. Δεν μπορεί, με την κάλυψη μιας διαδήλωσης, να καταστρέφεται ιδιωτική και δημόσια περιουσία και κανείς μετά να μην έχει ευθύνη αποζημίωσης.

Από το 2006 έχουμε ζητήσει την έναρξη ενός ειλικρινούς και ρεαλιστικού διαλόγου για το θέμα αυτό. Και εξακολουθούμε να το ζητάμε μέχρι σήμερα, με διαρκείς πρωτοβουλίες και παρεμβάσεις.

Η θέση μας ήταν σαφής εξαρχής: σεβόμαστε απόλυτα το δικαίωμα στη διαμαρτυρία και στην απεργία. Ζητούμε όμως να διασφαλιστεί ταυτόχρονα και το δικαίωμα στην ελεύθερη πρόσβαση και κυκλοφορία των πολιτών στο κέντρο της Αθήνας.

Αυτή η θέση εκφράστηκε με μια δέσμη συγκεκριμένων προτάσεων:

Πρώτον, η υποχρέωση κάθε φορέα που διοργανώνει διαδήλωση να λαμβάνει πέντε ημέρες πριν τη διεξαγωγή της την έγγραφη άδεια της δημοτικής αρχής και της αστυνομίας.

Δεύτερον, κάθε φορέας που δεν μπορεί να διασφαλίσει την τάξη και την περιφρούρηση της διαδήλωσής του, να συνεργάζεται υποχρεωτικά με την αστυνομία και να ζητά πρόσθετα μέτρα περιφρούρησης.

Τρίτον, όλες οι διαδηλώσεις να καταλαμβάνουν μια λωρίδα κυκλοφορίας, ώστε να μην αποκλείεται η πρόσβαση και η διέλευση από το κέντρο. Από την πρόταση αυτή εξαιρούνται βεβαίως οι συγκεντρώσεις της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ σε πανελλαδικές απεργίες, καθώς και οι πορείες της Πρωτομαγιάς και του Πολυτεχνείου.

Από τα μέσα περίπου του 2006, έχουμε θέσει αυτές τις προτάσεις, ζητώντας να ανοίξει ο σχετικός διάλογος. Υποβάλαμε υπομνήματα, συμμετείχαμε σε συσκέψεις, διοργανώσαμε ειδική ημερίδα για το θέμα, ενώ το 2008 προχωρήσαμε στη διενέργεια έρευνας με θέμα την οικονομική ζημία από τις διαδηλώσεις στο κέντρο της Αθήνας. Το 2009 απευθυνθήκαμε στο Συνήγορο του Πολίτη, ενώ προχωρήσαμε και στην ανάληψη δικαστικών πρωτοβουλιών για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων σε πληγείσες επιχειρήσεις – μέλη μας.

Δυστυχώς, σε όλη αυτή την προσπάθεια βρήκαμε περισσότερους πολέμιους απ’ ότι συμμάχους. Το ΕΒΕΑ «λιθοβολήθηκε». Δεχθήκαμε ύβρεις, ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο. Αντιμετωπίσαμε ειρωνεία, απαξίωση και διαστρέβλωση των θέσεών μας.

Όσο για την ανταπόκριση της Πολιτείας, υπήρξε θετική κυρίως ως προς τα λόγια και τις προθέσεις. Γιατί και σε αυτή την περίπτωση, ο φόβος του πολιτικού κόστους υπερίσχυε της ανάγκης για αποφάσεις και δράση.

Υπήρξαν κάποιες κινήσεις, όπως η πρωτοβουλία του υπουργείου Δημόσιας Τάξης να καλέσει τους φορείς σε διάλογο και να εκδώσει αργότερα μια εγκύκλιο σχετικά με τη διεξαγωγή των διαδηλώσεων.

Επίσης, με το νόμο 3746/2009 προβλέφθηκε η αποζημίωση πληγεισών επιχειρήσεων, με τη μορφή εφάπαξ καταβολής ποσού ή χορήγησης άτοκου δανείου, ανάλογα με το μέγεθος της ζημιάς. Στο πλαίσιο αυτό, το ΕΒΕΑ σύστησε ειδικά συνεργεία τα οποία από την επόμενη κιόλας μέρα προχωρούν σε καταγραφή των ζημιών.

Όμως και οι δύο αυτές παρεμβάσεις, στην πράξη δεν έφεραν ουσιαστικά αποτελέσματα. Οι διαδηλώσεις εξακολουθούν να γίνονται ανεξέλεγκτα και ο νόμος για τις αποζημιώσεις στην ουσία είναι ανενεργός.

Φθάσαμε λοιπόν σήμερα, να μιλάμε για πρωτοβουλίες και μέτρα, σε μια εποχή όπου η κατάσταση έχει φθάσει πλέον στο απροχώρητο. Η ύφεση έχει δώσει τη χαριστική βολή στην αγορά, οι αντοχές της κοινωνίας δοκιμάζονται από την άγρια λιτότητα και οι εντάσεις αυξάνονται καθημερινά.

Έστω και τώρα όμως – έστω και αργά – πρέπει να αλλάξει κάτι.

Η θέσπιση κανόνων για τις διαδηλώσεις, με βάση και τις προτάσεις του ΕΒΕΑ, είναι ένα απαραίτητο βήμα. Κι ελπίζουμε ότι αυτή τη φορά οι προθέσεις της κυβέρνησης θα βρουν το δρόμο για να γίνουν πράξη. Αλλά χρειάζεται να γίνουν πολλά περισσότερα.

Χρειάζονται γενναία μέτρα και παρεμβάσεις, για να σταματήσει η μετατροπή του κέντρου της Αθήνας σε ένα γκέτο βίας, εγκληματικότητας και παρανομίας. Για να σταματήσουν τα λουκέτα και η ερήμωση από επιχειρήσεις, εργαζόμενους, πολίτες και επισκέπτες.

Θα μου επιτρέψετε, με αυτή την ευκαιρία, να αναφερθώ σε ένα ακόμη πρόβλημα, το οποίο έχουμε αναδείξει επανειλημμένα ως ΕΒΕΑ.

Αφορά το παραεμπόριο, που αποτελεί μάστιγα για τις επιχειρήσεις του κέντρου. Και για αυτό το θέμα, έχουμε αναλάβει δεκάδες πρωτοβουλίες τα τελευταία πέντε χρόνια. Έχουμε πραγματοποιήσει έρευνες και μελέτες, έχουμε προτείνει μέτρα, έχουμε υλοποιήσει εκστρατείες ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης, έχουμε απευθυνθεί σε όλα τα εμπλεκόμενα υπουργεία και φορείς.

Ζητάμε από την Πολιτεία:

• Να συσταθεί άμεσα Σώμα Δίωξης του Παραεμπορίου

• Να εντατικοποιηθεί η αστυνόμευση των περιοχών του κέντρου όπου ανθεί η παράνομη εμπορική δραστηριότητα

• Να υπάρξει αποτελεσματικότερος συντονισμός μεταξύ των διαφόρων αρμοδίων ελεγκτικών οργάνων και πλήρης αποσαφήνιση της αποστολής τους.

• Να εξασφαλιστούν όλα τα αναγκαία μέσα και εργαλεία, για την άσκηση αυτής της αποστολής.

• Να υπάρξει αυστηρή εποπτεία και δικλείδες ασφαλείας, ώστε να αποφευχθεί κάθε είδος συνδιαλλαγής, ανάμεσα σε κυκλώματα και επίορκους κρατικούς λειτουργούς.

Γνωρίζουμε ότι πρόκειται για ένα πολύπλοκο και δύσκολο πρόβλημα, αλλά επιτέλους πρέπει να υπάρξει αποτελεσματική κινητοποίηση. Στην πράξη και όχι στα λόγια.

Η διασφάλιση της έννομης τάξης και της ομαλότητας, οφείλει σήμερα να αποτελέσει κυρίαρχη προτεραιότητα. Για την Πολιτεία, αλλά και για την κοινωνία και τους φορείς της.

Θα επαναλάβω, για μια ακόμη φορά, ότι το δικαίωμα στην απεργία, στη διαμαρτυρία είναι σεβαστό και απαραβίαστο. Όμως, ο αποκλεισμός του κέντρου από πορείες 150 ατόμων προκαλεί ταλαιπωρία και ζημιά χωρίς λόγο.

Οι αποκλεισμοί αεροδρομίων, λιμανιών, δρόμων, πλοίων, ξενοδοχείων και καταστημάτων, από τη μια ή την άλλη επαγγελματική ομάδα, συνιστούν κατάφωρη παραβίαση του νόμου.

Οι εμπρησμοί, οι λεηλασίες και οι καταστροφές αποτελούν εγκληματικές πράξεις.

Ας σταματήσουμε λοιπόν να κρυβόμαστε πίσω από ιδεοληψίες και αγκυλωμένες αντιλήψεις.

Σ’ αυτές τις κρίσιμες ώρες για τη χώρα μας, χρειάζεται υπευθυνότητα από όλους. Χρειάζεται τάξη και όχι ανομία. Χρειάζονται σύμμαχοι και όχι όμηροι.

Ελπίζουμε, ότι η σημερινή εκδήλωση θα αποτελέσει ένα μικρό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.

Σας ευχαριστώ και πάλι που είστε μαζί μας σήμερα».