Ιδιαίτερα έντονες παραμένουν οι αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητά του νέου δανείου των 130 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα, λίγες ώρες πριν ξεκινήσει η συνάντηση των υπουργών οικονομικών της Ευρωζώνης.
Προέρχονται, για ακόμη μια φορά, από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Δηλαδή, από έμπειρους σε διαχείριση κρίσεων οικονομολόγους, οι οποίοι έχουν βιώσει το χρηματοπιστωτικό τσουνάμι μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008. Κάποιοι εξ αυτών, μάλιστα, βρίσκονταν σε κέντρα λήψης αποφάσεων.
«Υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες για το αν το νέο πακέτο βοήθειας θα φέρει αποτέλεσμα», δηλώνει ένας εξ αυτών, που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του. Πώς αιτιολογεί τον ισχυρισμό του; Ας δούμε, ποια είναι τα δεδομένα, που ο ίδιος επικαλείται:
Τα χρήματα, που θα δοθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών δεν είναι επαρκή, διατηρώντας έτσι το φόβο της αφερεγγυότητας για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Οι υποθέσεις, στις οποίες βασίζεται το πακέτο, είναι αισιόδοξες στο θέμα της εφαρμογής των μέτρων και της συλλογής των φόρων (όπως και στο πρώτο πακέτο), ενώ ακόμα δε γνωρίζουμε σημαντικές λεπτομέρειες.
Η νέα οικονομική θεωρία, που εφαρμόζεται (ότι, δηλαδή, η τρόικα περιμένει ανάπτυξη μέσω της περιοριστικής πολιτικής), δε λαμβάνει υπόψη της τη διαρκώς επιδεινούμενη οικονομία, την αυξανόμενη ανεργία και τις συσταλτικές δυνάμεις, που απειλούν με κοινωνική αναταραχή.
Με όλα αυτά, ωθούν προς ένα χρέος της τάξης του 120% του ΑΕΠ. Ποιος είπε, όμως, ότι μια τέτοια αναλογία είναι βιώσιμη; Μοιάζει με πολιτική σκοπιμότητα ώστε να αιτιολογηθεί το μη βιώσιμο χρέος της Ιταλίας, στο 120% του ΑΕΠ.
Ήδη, οι εκθέσεις της τρόικας μιλούν για χρέος στο 129% του ΑΕΠ το 2020. Και αυτό, με τις πλέον αισιόδοξες υποθέσεις.
Αν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συμμετάσχει στο κούρεμα, ο ισολογισμός της θα επηρεαστεί και είναι πολύ πιθανό να χρειαστεί μια νέα γραμμή swap από την αμερικανική κεντρική τράπεζα, ειδικά αν άλλες τράπεζες στην Ευρωπαϊκή Ένωση επηρεαστούν σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι αναμένεται.
Ο λογαριασμός, στον οποίο θα κατατίθενται τα ποσά διάσωσης, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τις δαπάνες του κράτους, ενώ η κυβέρνηση πρέπει να καταθέτει τα έσοδα του Δημοσίου πρώτα στην αποπληρωμή των ομολόγων και των κουπονιών τους.
Δεδομένης της βαθειάς ύφεσης της ελληνικής οικονομίας και των επιδεινούμενων τάσεων, θα παρουσιαστούν αδυναμίες πληρωμής παντού, από μισθούς και συντάξεις, μέχρι και άλλες βασικές λειτουργίες του κράτους.
Παραλείποντας αυτές τις αδυναμίες από το σενάριο της τρόικας και με μια απλή προσομοίωση, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα προηγούμενα σημεία, το χρέος δεν θα μπορέσει να μειωθεί κάτω από το 134% του ΑΕΠ το 2020. «Και δεν συζητάμε καν για τις μη χρηματοδοτούμενες υποχρεώσεις των ασφαλιστικών ταμείων», τονίζει με έμφαση.
Καταλήγοντας, ο ίδιος αναφέρεται στο ενδεχόμενο μείωσης του επιτοκίου του πρώτου δανείου (των 110 δισ. ευρώ), που συζητά η τρόικα: «Φαίνεται πως εξακολουθούν να επιχειρούν να παραβιάσουν τον οικονομικό νόμο της βαρύτητας (ότι, δηλαδή, δεν μπορείς να πληρώνεις επιτόκιο σημαντικά υψηλότερο από το ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας)».