Τη σημαντική απόκλιση του προϋπολογισμού από τους στόχους για το 2011 παρά τα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα επισημαίνει το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών στην τριμηνιαία έκθεση για την ελληνική οικονομία.

Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ η επίτευξη ελλείμματος στη Γενική Κυβέρνηση ύψους 9% του ΑΕΠ το 2011 κρίνεται «λίαν δύσκολη».

Από τα πλέον πρόσφατα στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού προκύπτει ότι το ταμειακό έλλειμμά του στο διάστημα Ιανουαρίου-Νοεμβρίου έφτασε τα 20,5 δισ. ευρώ, με τον αναθεωρημένο ετήσιο στόχο που τέθηκε από στον προϋπολογισμό του 2012 να βρίσκεται στα 21,5 δισ. ευρώ, σε εθνικολογιστικούς όρους.

Παρά τη χαλάρωση του στόχου για το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού κατά 1,8 δισ. ευρώ σε σχέση με το αρχικό Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής και τον προϋπολογισμό του 2011, τη συνεχιζόμενη υποεκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και την εφαρμογή των πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων, οι αποκλίσεις συνεχίζονται, τόσο στην πλευρά των εσόδων όσο και των δαπανών, αν και σε μικρότερη έκταση από ότι νωρίτερα φέτος. Σε υψηλό επίπεδο κινείται το ταμειακό έλλειμμα και στο σύνολο της Γενικής Κυβέρνησης, καθώς έφτασε τα 23,5 δισ. ευρώ στην περίοδο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου, έναντι αναθεωρημένου στόχου (Προϋπολογισμός 2012) στα 19,8 δισ. ευρώ από 17,9 δισ. ευρώ στο αρχικό Μεσοπρόθεσμο.

Όσον αφορά τον προϋπολογισμό 2012, εκτιμάται ότι οι βασικές μακροοικονομικές υποθέσεις του στην παρούσα φάση είναι αρκετά λογικές και, ως εκ τούτου, το τελικό αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί κυρίως από την επιβεβαίωση των δημοσιονομικών μεγεθών για το 2011 και την απόδοση των μέτρων κατά το 2012. Ρυθμιστικός παράγοντας επίτευξης των δημοσιονομικών μεγεθών που περιλαμβάνονται στον προϋπολογισμό του 2012 θα είναι ο βαθμός επιβεβαίωσης της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα στο «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων (PSI), καθώς προβλέπεται όφελος από την εφαρμογή του μέσω της μείωσης των τόκων για τα ομόλογα που λήγουν εντός του έτους, λαμβάνοντας όμως προηγουμένως υπ’ όψη τους λιγότερους τόκους που θα εισπράξουν τα ασφαλιστικά ταμεία που έχουν στα χαρτοφυλάκιά τους ομόλογα του ελληνικού κράτους.

Πάντως, οι μεταβολές ορισμένων μεγεθών τόσο στην πλευρά των εσόδων όσο και των δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού ήδη δημιουργούν ορισμένες αβεβαιότητες. Σε αυτή παρουσιάζονται και επικαιροποιημένες προβολές για το δημόσιο χρέος, κατ’ αρχάς χωρίς το PSI, προκειμένου να υπάρχει μέτρο σύγκρισης, το οποίο εισάγεται στη συνέχεια, για να ακολουθήσουν σενάρια στη βάση μεγαλύτερης προσπάθειας στο δημοσιονομικό πεδίο, πραγματοποίησης αποκρατικοποιήσεων και ταχύτερης ανάπτυξης της οικονομίας.

Συνέχιση της ύφεσης το 2012

Η πτώση του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας πιθανότατα θα κλιμακωθεί στο καταληκτικό τρίμηνο του 2011. Η ανακοπή της υποχώρησης που παρουσίασε στο τρίτο τρίμηνο η εγχώρια ύφεση συνδέεται με τα πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα που λήφθηκαν από τον Σεπτέμβριο και μετά για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του 2011, τα οποία θα ασκήσουν πιέσεις στις καταναλωτικές δαπάνες τόσο του δημόσιου όσο και του ιδιωτικού τομέα. Μεγεθών δηλαδή από την ηπιότερη πτώση των οποίων προήλθε η χαμηλότερη μείωση του ΑΕΠ στο γ’ τρίμηνο.

Σε ότι αφορά τις επενδύσεις, δεν αναμένεται ανακοπή της έντονης πτώσης τους στα τέλη του 2011. Οι παρατεταμένες πολιτικές διεργασίες σε επίπεδο ΕΕ κατά τη διάρκειά του για την απομείωση του ελληνικού χρέους με τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα, οι πολιτικές αβεβαιότητες μετά την ανακοίνωση διενέργειας δημοψηφίσματος και η επακόλουθη αβεβαιότητα για την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη και τη συνέχιση της προσπάθειας δημοσιονομικής προσαρμογής της επιδείνωσαν σημαντικά το εγχώριο επενδυτικό περιβάλλον. Σε αυτούς τους παράγοντες προστίθεται και ο αντίκτυπος της χαμηλής εκτέλεσης του ΠΔΕ μέχρι τον Νοέμβριο (στο 62,2% του προς τα κάτω αναθεωρημένου στόχου στον Προϋπολογισμό του 2012).

Στον αντίποδα, η λιγότερο αρνητική επίδραση του εξωτερικού τομέα στο ΑΕΠ κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2011 θα περιοριστεί περαιτέρω, από τη συρρίκνωση των εισαγωγών κατά κύριο λόγο και όχι από νέα διεύρυνση των εξαγωγών, όπως στο τρίτο τρίμηνο. Με βάση τις παραπάνω εξελίξεις η ύφεση της ελληνικής οικονομίας θα κινηθεί σε επίπεδο τουλάχιστον 5,5% το 2011.

Σε ότι αφορά το 2012, οι τάσεις στην οικονομική δραστηριότητα και στην πορεία των βασικών συνιστωσών του ΑΕΠ στην Ελλάδα, θα διαμορφωθούν κατά κύριο λόγο από τα δημοσιονομικά μέτρα, από την έκβαση των διαπραγματεύσεων για τη σύναψη της νέας δανειακής σύμβασης με την τρόικα και από τις εγχώριες πολιτικές εξελίξεις. Αναλυτικότερα, η επίδραση των μέτρων φορολογίας του εισοδήματος (εισφορά κοινωνικής αλληλεγγύης, τέλος επιτηδεύματος, μείωση αφορολόγητου ορίου κ.α.) που άρχισε το φθινόπωρο του 2011 και θα εκδηλωθεί πλήρως το 2012, οι μειώσεις μισθών στο σύνολο της οικονομίας, η αύξηση της ανεργίας και οι νέες περικοπές στις συντάξεις, θα ασκήσουν σημαντικές πιέσεις στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και ακολούθως στις καταναλωτικές δαπάνες τους. Η προσπάθεια για κάλυψη των δημοσιονομικών αποκλίσεων του 2011 και την επίτευξη των αυστηρότερων στόχων του 2012 θα περιορίσει σημαντικά τη δημόσια κατανάλωση. Η περικοπή των κρατικών δαπανών το 2012 δεν αποκλείεται να επηρεάσει και το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, το οποίο υποεκτελείται τα δύο τελευταία χρόνια, προκειμένου να καλυφθούν υστερήσεις και γενικότερα αποκλίσεις στη διαδικασία δημοσιονομικής προσαρμογής.

Όμως στο ΑΕΠ μπορούν να ασκηθούν και ενισχυτικές επιδράσεις, από προωθητικές πολιτικές πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη (αναδιάρθρωση κράτους, επιτάχυνση ΕΣΠΑ 2007-2013, αξιοποίηση κρατικής περιουσίας), οι οποίες ενώ θα έπρεπε να αποτελούν προτεραιότητα από την αρχή υλοποίησης του Μνημονίου, να έχουν ήδη ληφθεί και υλοποιηθεί, περιορίζοντας τον αντίκτυπο της δημοσιονομικής προσαρμογής στην ύφεση και στην ανεργία, αντιθέτως αναβάλλονταν συνεχώς, με αποτέλεσμα να παρέλθει μακρύ χρονικό διάστημα μέχρι να γίνει ο σχεδιασμός τους και να ξεκινήσει η υλοποίησή τους. Ανασχετικά στη μείωση του ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας το 2012 θα επενεργήσει για τρίτη συνεχόμενη χρονιά ο εξωτερικός της τομέας, το έλλειμμα του οποίου εκτιμάται ότι θα συρρικνωθεί εκ νέου, κυρίως από την υποχώρηση των εισαγωγών λόγω της φθίνουσας εγχώριας ζήτησης. Υπό τις επιδράσεις που αναφέρθηκαν, η ύφεση στην ελληνική οικονομία το 2012 εκτιμάται ότι θα είναι της τάξης του 3,0%, ενδεχομένως και υψηλότερη.

Συνέχιση της ανεργίας το 2012 με ηπιότερο ρυθμό.

Η εξασθένιση της ύφεσης κατά το γ΄ τρίμηνο δεν είχε αντίστοιχες επιπτώσεις στην ανεργία και στην απασχόληση. Αυτή η εξέλιξη οφείλεται στο ότι, μεταβολές στην παραγωγική δραστηριότητα αφομοιώνονται από την αγορά εργασίας εντός χρονικής περιόδου έξι έως εννέα μηνών, διάστημα κατά το οποίο εξετάζεται η σταθερότητά τους, καθώς επίσης και οι αλλαγές που πρέπει να επέλθουν στο εργατικό δυναμικό.

Για τον ίδιο λόγο, οι επιχειρήσεις αναπροσάρμοσαν στο τρίμηνο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου το εργατικό τους δυναμικό και γενικότερα τις σχέσεις εργασίας τους, στην σταθερά υψηλότερη από ότι αρχικά αναμενόταν ύφεση της ελληνικής οικονομίας κατά τα πρώτα δύο τρίμηνα του 2011. Αυτή η διαδικασία αναμένεται να συνεχιστεί και στο τελευταίο τρίμηνο του 2011. Ως αποτέλεσμα, η ανεργία ανήλθε στο τρίτο τρίμηνο του 2011 στο 17,7%, 1,6 εκατοστιαίες μονάδες υψηλότερα από το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο και 5,3 εκατοστιαίες μονάδες παραπάνω από το ίδιο τρίμηνο του 2010.

Η παραμονή της ανεργίας σε ανοδική τροχιά δεν ανακόπηκε ούτε από την αντίρροπες εποχικές επιδράσεις, όπως ο σχεδόν σταθεροποιημένος στα περυσινά επίπεδα κύκλος εργασιών στον τουρισμό φέτος το καλοκαίρι. Καθώς ο συγκεκριμένος παράγοντας δεν είχε την αναμενόμενη θετική επίδραση, οι πιθανότητες για απότομη άνοδο της ανεργίας στο τελευταίο τρίμηνο του 2011 αυξάνονται. Πλέον η ανεργία αναμένεται να διαμορφωθεί στην περιοχή του 17,3%, σχεδόν 5 εκατοστιαίες μονάδες υψηλότερα από ότι το 2010. Σε ότι αφορά το 2012, η συνέχιση της ύφεσης για ένα ακόμα χρόνο, έστω και με ηπιότερη ένταση, θα έχει αντίστοιχες επιπτώσεις στην αγορά εργασίας, με την ανεργία να ανέρχεται στο 18,5%.