Νέα μέτρα ύψους 4,2 δισ. ευρώ μετά το 2018 φέρνει η ένταξη του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα όπως παραδέχονται κυβερνητικοί κύκλοι.
Όπως τόνισε χαρακτηριστικά κυβερνητικό στέλεχος «όχι μόνον αυτή η κυβέρνηση αλλά καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να δεχθεί το πακέτο των νέων μέτρων 4,2 δισ. ευρώ που ζητεί το ΔΝΤ για τη διετία 2019- 2020, που θα πρέπει να νομοθετήσουμε τώρα», αφήνοντας να πλανάται το ενδεχόμενο εκλογών.
«Δεν υπάρχει ελληνική κυβέρνηση, ούτε καν μια οικουμενική που να μπορεί να αντέξει νέα μέτρα 4 δισ. ευρώ» τόνιζαν χαρακτηριστικά. Όπως έλεγε το κυβερνητικό στέλεχος ούτε η συμβιβαστική πρόταση, τα μέτρα αυτά (που θα αφορούν σε μείωση των κύριων συντάξεων και σε δραστική μείωση του αφορολόγητου στο επίπεδο των 5.000- 6.000 ευρώ) να μην ψηφιστούν αλλά να ενταχθούν σε μια «πολιτική συμφωνία», μπορεί να γίνει αποδεκτό. «Κάτι τέτοιο θα ήταν αντιδημοκρατικό και δειλό», είπε.
Σε ερώτηση για το εάν θα μπορούσαν να πυροδοτηθούν πολιτικές εξελίξεις από ενδεχόμενη επιμονή των δανειστών για λήψη νέων μέτρων το κυβερνητικό στέλεχος δήλωσε πως «αυτό που ξέρω εγώ και εσείς το γνωρίζουν και εκείνοι που διαπραγματεύονται μαζί μας».
Στο σκέλος της διαπραγμάτευσης για τη β’ αξιολόγηση και ενόψει του Eurogroup της Δευτέρας 5 Δεκεμβρίου, η ίδια πηγή εκτίμησε ότι «δεν μπορεί να κλείσει τίποτε εάν δεν κλείσουν όλα», προσθέτοντας ότι «πλέον είναι περισσότεροι οι παίκτες που επιθυμούν λύση».
Διέβλεψε πολιτική συμφωνία με τους θεσμούς, συνολικά για β’ αξιολόγηση- χρέος- πρωτογενή πλεονάσματα πριν από τα Χριστούγεννα, ακόμη και εάν απαιτηθεί ένα έκτακτο Eurogroup στις 20 ή 22 του μηνός.
Είπε ότι «στο τέλος του 2016 θα γνωρίζουμε τους βασικούς στόχους της συμφωνίας και εάν το ΔΝΤ είναι μέσα». Ενώ, μπορεί να χρειαστεί και μια επάνοδος των επικεφαλής των κλιμακίων στην Αθήνα.
Παράλληλα το κυβερνητικό στέλεχος αποκάλυψε ότι «η Αθήνα έχει λάβει την δέσμευση των κυρίων Γιούνκερ και Μοσκοβισί ότι στο θέμα των εργασιακών αλλαγών δεν θα ζητηθεί τίποτα εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου» .
Για το θέμα των πρωτογενών πλεονασμάτων, το κυβερνητικό στέλεχος ανέφερε ότι υπάρχει συζήτηση για τον προσδιορισμό της μεσοπρόθεσμης περιόδου που θα ισχύει ο στόχος του 3,5% του ΑΕΠ.