Αλλαγές στη φορολογία που πρόκειται να ξεδιπλωθούν το επόμενο χρονικό διάστημα προαναγγέλλονται μέσω του απολογισμού έργου του πρώην αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Τρύφωνα Αλεξιάδη.
Ο απολογισμός του έργου του παραδόθηκε χθες στην νέα υφυπουργό Οικονομικών κα Κατερίνα Παπανάτσιου η οποία και δήλωσε ότι θα συνεχίσει και θα ολοκληρώσει το έργο που έχει γίνει.
Ανάμεσα στις αλλαγές ξεχωρίζει η φορολόγηση της σκιώδους βραχυχρόνιας μίσθωσης κατοικιών μέσω των ιντερνετικών πλατφορμών. Κάθε φορολογούμενος θα μπορεί να μισθώσει μέχρι ενός αριθμού ιδιοκτησιών, θα πρέπει να εγγραφεί σε ειδικό ηλεκτρονικό μητρώο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, θα αποκτά μοναδικό αριθμό εκμεταλλευτή κατοικιών, θα βαρύνεται με ειδικό τέλος 5% επί της αξίας κάθε μίσθωσης ενώ θα φορολογείται με την κλίμακα των ενοικίων, δηλαδή με συντελεστές 15% έως 45%.
Στόχος του υπουργείου Οικονομικών είναι να αντιμετωπιστούν τα φαινόμενα αθέμιτου ανταγωνισμού σε βάρος των νομίμως λειτουργούντων τουριστικών καταλυμάτων, η παραοικονομία και η φοροδιαφυγή και εν τέλει να εξασφαλιστούν πρόσθετα φορολογικά έσοδα ύψους 250 εκατ. ευρώ τον χρόνο.
Οι δραστηριότητες ευκαιριακής μίσθωσης ακινήτων χαρακτηρίζονται συνήθως με τον όρο «σκιώδης φιλοξενία» (shadow hospitality). Στις περιπτώσεις αυτές η σύνδεση εκμισθωτή-μισθωτή γίνεται κυρίως μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, η οποία διευκολύνει τη συναλλαγή και αμείβεται για τη «μεσιτεία» της. Ο τζίρος αυτών των δραστηριοτήτων στη χώρα μας εκτιμάται στο 1,4 δισ. ευρώ ετησίως.
Η «σκιώδης φιλοξενία» έχει συμβάλει στην υποκατάσταση των νόμιμων καταλυμάτων από άτυπα. Ορισμένες μελέτες μάλιστα εκτιμούν τον βαθμό υποκατάστασης στο 70%. Η υποκατάσταση αυτή έχει οδηγήσει σε απώλειες θέσεων εργασίας στον ξενοδοχειακό κλάδο και έχει συμβάλει στην αύξηση της αδήλωτης εργασίας, της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής. Ειδικά, η μη φορολόγηση του εισοδήματος των δραστηριοτήτων «σκιώδους φιλοξενίας» προκαλεί απώλεια φορολογικών εσόδων ύψους περίπου 250 εκατ.
Πρόθεση της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών είναι η σύλληψη και η φορολόγηση του διαφυγόντος εισοδήματος και ταυτόχρονα η προστασία του υγιούς ανταγωνισμού. Στο πλαίσιο αυτό η ηγεσία του υπουργείου έχει ήδη εκπονήσει, σε συνεργασία με τα συναρμόδια υπουργεία, σχέδιο δράσης για τη φορολογική αντιμετώπιση του φαινομένου της «σκιώδους φιλοξενίας». Το σχέδιο περιλαμβάνει:
1. Τη δημιουργία μητρώου καταλυμάτων που εκμισθώνονται μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας και τη σύνδεση κάθε καταλύματος με αντίστοιχο Αριθμό Ταυτότητας Ακινήτου.
2. Τη σύναψη συμφωνιών με τις επιμέρους ηλεκτρονικές πλατφόρμες για την παροχή πληροφοριών στη φορολογική διοίκηση ως προς τα εκμισθωμένα ακίνητα.
3. Τη διενέργεια ελέγχων από μικτά κλιμάκια για την εξασφάλιση συμμόρφωσης ως προς το δημιουργούμενο μητρώο.
4. Την επιβολή διοικητικών και φορολογικών προστίμων σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης.
Τα βασικά σημεία του υπό διαπραγμάτευση σχεδίου ρυθμίσεων έχουν, αναλυτικά, ως εξής:
- Ο υποψήφιος εκμισθωτής πρέπει να είναι φυσικό πρόσωπο και να εγγραφεί σε ειδικό μητρώο της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων, το οποίο θα αποτελεί την ταυτότητα του προς εκμίσθωση ακινήτου και θα συνοδεύει κάθε συναλλαγή. Η μη συμμόρφωση θα επισύρει βαρύτατο πρόστιμο ύψους 50.000 ευρώ.
- Τίθεται όριο στον αριθμό των εκμισθούμενων ακινήτων ανά εκμεταλλευτή και στην ετήσια διάρκεια της μίσθωσης.
- Επιβάλλεται φόρος βραχυχρόνιας μίσθωσης ίσος με το 5% επί της αξίας της διανυκτέρευσης, ο οποίος θα αποδίδεται στο ελληνικό Δημόσιο από οποιονδήποτε λειτουργεί ως ενδιάμεσος (κυρίως τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες).
- Οι εκμεταλλευτές των ακινήτων μέσω της οικονομίας διαμοιρασμού θα θεωρούνται ότι αποκτούν εισόδημα από ακίνητα και όχι από επιχειρηματική εκμετάλλευση. Έτσι, η πλειονότητα των εκμισθωτών που διαθέτουν ένα ή δύο ακίνητα τα οποία εκμισθώνουν και αποκτούν εισόδημα έως και 12.000 ευρώ τον χρόνο θα φορολογούνται με τον χαμηλό φορολογικό συντελεστή 15%. Αντίθετα, όσοι υποκρύπτονται πίσω από την οικονομία του διαμοιρασμού και λειτουργούν σκιώδη ξενοδοχειακά καταλύματα αποκτώντας υψηλά εισοδήματα χωρίς, μέχρι σήμερα, να αποδίδουν φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, θα επιβαρύνονται με φορολογικούς συντελεστές 35% και 45% επί των ακαθάριστων κερδών τους, γεγονός που θα λειτουργεί ως αντικίνητρο.