Την πεποίθησή του πως το ευρώ ήταν «εκ γενετής προβληματικό νόμισμα, ως εάν σχεδιασμένο να προκαλέσει μεγάλη οικονομική κρίση» εξέφρασε μέσω άρθρου του στην Εφημερίδα των Συντακτών ο Γιάννης Βαρουφάκης!
Το άρθρο του πρώην υπουργού Οικονομικών είναι επι της ουσίας η συνέχεια ενός δημόσιο διαλόγου που έχει αναπτυχθεί με τον Τζόζεφ Στίγκλιτς με τον οποίο, όπως λέει χαρακτηριστικά ο κ. Βαρουφάκης, συμφωνούν πως «οι πιθανότητες να διασωθεί το ευρώ μέσω ενός τέτοιου εξορθολογισμού είναι απελπιστικά μικρές λόγω της σθεναρής άρνησης Βερολίνου-Φρανκφούρτης-Βρυξελλών να διανοηθούν καν τις απαιτούμενες παρεμβάσεις εξορθολογισμού της νομισματικής ένωσης»
Ολόκληρο το άρθρο του πρώην υπουργού Οικονομικών στην Εφημερίδα των Συντακτών έχει ως εξής:
Με τον Τζόζεφ Στίγκλιτς συμφωνούμε, κατ’ ιδίαν και δημοσίως(*), ότι:
(1) το ευρώ ήταν εκ γενετής προβληματικό νόμισμα, ως εάν σχεδιασμένο να προκαλέσει μεγάλη οικονομική κρίση αφού πρώτα στερήσει από τις ευρωπαϊκές οικονομίες τα «αμορτισέρ» που θα μπορούσαν να απορροφήσουν τους κραδασμούς μιας… μεγάλης κρίσης
(2)το ευρώ μπορεί να μετεξελιχθεί σε βιώσιμο νόμισμα (το οποίο θα πάψει να απαιτεί απάνθρωπες θυσίες των πιο αδύναμων Ευρωπαίων για να κρατιέται εν ζωή) εφόσον όμως γίνουν ουσιαστικές παρεμβάσεις εξορθολογισμού της διαχείρισής του
(3) οι πιθανότητες να διασωθεί το ευρώ μέσω ενός τέτοιου εξορθολογισμού είναι απελπιστικά μικρές λόγω της σθεναρής άρνησης Βερολίνου-Φρανκφούρτης-Βρυξελλών να διανοηθούν καν τις απαιτούμενες παρεμβάσεις εξορθολογισμού της νομισματικής ένωσης
(4) η πλήρης ψηφιοποίηση των συναλλαγών, του χρήματος, θα αποτελέσει σημαντικό μέρος της επίλυσης του προβλήματος με το ευρώ.
Πρόσφατα, σε άρθρο του στους «Financial Times», ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, απελπισμένος με την τρόικα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ευρώ αποτελεί πληγή για την Ευρώπη και πως το μόνο που μπορεί πλέον να γίνει είναι ένα συναινετικό διαζύγιο πλεονασματικών και ελλειμματικών χωρών, μια σχετικά βελούδινη μετάβαση μέσω της διαίρεσης του ευρώ σε δύο νομίσματα – ένα «σκληρότερο» ευρώ για τις πλεονασματικές χώρες κι ένα υποτιμημένο ευρώ για τις ελλειμματικές.
Αμέσως αφού διάβασα το άρθρο του, του έστειλα μήνυμα στο οποίο, μεταξύ άλλων, έγραφα τα εξής:
«Ο λόγος που δεν πείθομαι με την πρόταση διαίρεσης του ευρώ στα δύο είναι ότι με το που θα αρχίσει μια τέτοια συζήτηση (Σημ. π.χ. στο Eurogroup), την ίδια στιγμή θα έχουμε ένα τσουνάμι καταθέσεων από τις τράπεζες της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Γαλλίας κ.λπ. κατευθυνόμενο προς τις τράπεζες της Φρανκφούρτης (Σημ. καθώς εκεί θα μετατραπούν σε σκληρό ευρώ).
»Οπερ μεθερμηνευόμενον, πριν καν συζητηθεί η πρότασή σου για διαίρεση του ευρώ στα δύο, θα πρέπει να εισαχθούν περιορισμοί στη μεταφορά κεφαλαίων αλλά και στην απόσυρση καταθέσεων σε μετρητά – δηλαδή capital controls α λα ελληνικά παντού, συν επί πλέον έλεγχοι στις βαλίτσες όσων ταξιδεύουν μεταξύ ευρωπαϊκών κρατών.
»Αυτό θα ισοδυναμούσε με επίσημη κατάργηση της ήδη παραπαίουσας Σένγκεν και ουσιαστικό τέλος της νομισματικής ένωσης.
»Οπότε, τι νόημα έχει το να διατηρήσουμε δύο ευρώ; Αν φτάσουμε εκεί, ας πάμε καλύτερα στα εθνικά νομίσματα.»
Η άμεση απάντηση του Στίγκλιτς ήταν, μεταξύ άλλων, η εξής:
Ως προς την ανάγκη για capital controls για χώρες που σκέφτονται να φύγουν, έχεις απόλυτο δίκιο ότι απαιτούνται… Δεν πιστεύω όμως ότι τα capital controls είναι αναγκαστικά ιδιαίτερα προβληματικά για μια οικονομία, ιδίως για οικονομίες που δεν βασίζονται πολύ στην εισαγωγή κεφαλαίων.
Σε αυτό το σημείο ανταπάντησα ότι εδώ έχουμε ένα παράδοξο: Αν στόχος μας είναι η μεταρρύθμιση (αντί για την κατάργηση) της νομισματικής ένωσης (ακόμα και στο πλαίσιο της διαίρεσης του ευρώ στα δύο), τα capital controls που (συμφωνούμε ότι) είναι προαπαιτούμενα για τη διαίρεση του ευρώ στα δύο καταργούν επί της ουσίας τη νομισματική ένωση!
Επί πλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε τον πολιτικό-πολιτισμικό αντίκτυπο των capital controls: εν προκειμένω, όπως έγραφα πιο πάνω, καταργούν ίσως το πιο σημαντικό επίτευγμα της Ε.Ε. – την κατάργηση των συνόρων και την απρόσκοπτη μετακίνηση εντός της Ενωσης.
Αν φτάσουμε εκεί, τότε ποιος ο λόγος να κρατήσουμε ζωντανή τη φαντασίωση της νομισματικής ένωσης με τη λύση των δύο ευρώ;
Ο Στίγκλιτς τότε μου είπε:
Στο βιβλίο μου, παρέμεινα ουδέτερος ως προς τις λύσεις του ενός ή των πολλών νομισμάτων.
»Ενας λόγος που η λύση των δύο νομισμάτων φαντάζει χρήσιμη είναι ότι αποτελεί πιο ήπια αναδίπλωση από το ευρώ σε σχέση με τη λύση της επιστροφής σε εθνικά νομίσματα – και εξασφαλίζει κάποια συνεργασία την ώρα που μειώνει τη γερμανική επικυριαρχία…
Σε αυτό το σημείο επέστησα την προσοχή του σε δύο λόγους για τους οποίους θεωρώ ότι το σπάσιμο του ευρώ στα δύο δεν μπορεί να αποτελέσει τη λύση:
Η ιδέα των δύο ευρώ σκοντάφτει σε ένα μεγάλο ζήτημα – τη Γαλλία.
Από οικονομικής σκοπιάς, η Γαλλία θα πρέπει να ενταχθεί στο υποτιμημένο ευρώ, ως χώρα ελλειμματική. Από πολιτικής όμως σκοπιάς, οι ελίτ των Παρισίων δεν θα το δεχθούν αυτό, με αποτέλεσμα η Γαλλία να παραμείνει στη ζώνη, ουσιαστικά, του μάρκου με απαίσια οικονομικά αποτελέσματα στην Κεντρική Ευρώπη, τα οποία θα τορπιλίσουν την ανοικοδόμηση της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Γενικότερα, επίτρεψέ μου να επιμείνω ότι η νέα νομισματική ζώνη του υποτιμημένου ευρώ των Νοτίων θα αποδειχθεί, αργά ή γρήγορα, εξίσου προβληματική με το σημερινό, ενιαίο ευρώ, εφόσον δεν συνοδευτεί με μηχανισμούς ανακύκλωσης πλεονασμάτων μεταξύ Ιταλίας, Ισπανίας, Ελλάδας κ.λπ.
Στην απάντησή του επ’ αυτού, κρατώντας αποστάσεις από την ιδέα των δύο ευρώ, ο Στίγκλιτς μου μήνυσε:
Εν τέλει, θεωρώ ότι είναι σχεδόν αναπόφευκτο οι ψηφοφόροι κάποιας χώρας να ψηφίσουν υπέρ της εξόδου από το ευρώ.
Η φυγή κεφαλαίων προφανώς θα γίνει νωρίς, όταν θα διαφαίνεται η εκλογική νίκη κόμματος που προτείνει την έξοδο μέσω δημοψηφίσματος. Οπότε, την ανάγκη επιβολής capital controls θα την αντιμετωπίσει μια προηγούμενη κυβέρνηση που είναι υπέρ του ευρώ. Αν δεν το πράξει, αναμένοντας τις εκλογές, η χώρα θα καταρρεύσει. Το μέλλον της Ευρώπης δεν φαντάζει όμορφο.
Ο πιο πάνω διάλογος μπορεί να συνοψιστεί ως «Τα δύο παράδοξα του ευρώ».
Παρόδοξο πρώτο: Εκείνοι που έχουν την ισχύ να σώσουν το ευρώ νιώθουν ότι, αν το σώσουν, θα απολέσουν προσωπική ισχύ έναντι των υπόλοιπων.
Παράδοξο δεύτερο: Την αναπόφευκτη κατάρρευση του ευρώ μάλλον θα κληθούν να τη διαχειριστούν εκείνοι που δεν μπορούν ή δεν θέλουν ούτε να τη διανοηθούν.
Την ώρα, λοιπόν, που το ευρώ καταρρέει επειδή το ευρωπαϊκό κατεστημένο στερείται της βούλησης να το διασώσει, εμείς τι προτείνουμε;
Τι θα κάνουμε μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο;
Ως DiEM25, ως το πανευρωπαϊκό κίνημα για τον εκδημοκρατισμό της Ευρώπης, η θέση μας είναι σαφής:
Προτείνουμε μετριοπαθείς πολιτικές η εφαρμογή των οποίων θα καθιστούσε το ευρώ βιώσιμο και συμβατό με τα συμφέροντα των πολλών, αρνούμενοι να υιοθετήσουμε ως στόχο μας την κατάργηση του ευρώ.
Προβλέπουμε ότι Βερολίνο-Φρανκφούρτη-Βρυξέλλες θα απαντήσουν σε αυτές τις προτάσεις εχθρικά και με την απειλή της έξωσης από την ευρωζώνη, με αποτέλεσμα το τέλος του ευρώ.
Παραμένουμε ανυποχώρητοι στις προτάσεις μας για εξορθολογισμό του ευρώ, αψηφούμε την απειλή έξωσης από την ευρωζώνη (απορρίπτοντας νέες ανθρωποθυσίες υπέρ ενός -έτσι κι αλλιώς- καταρρέοντος ευρώ) και ετοιμαζόμαστε να διαχειριστούμε ορθολογικά την αποδόμηση του κοινού νομίσματος που φέρνουν οι πολιτικές Βερολίνου-Φρανκφούρτης-Βρυξελλών.
Με λόγια απλά και ξεκάθαρα: Κοιτάζουμε τις διάφορες τρόικες στα μάτια και τους λέμε:
Το ευρώ καταρρέει λόγω των πολιτικών σας. Εμείς προτείνουμε τη λύση. Το αν η λύση είναι συμβατή με τη διατήρηση του ευρώ, θα εξαρτηθεί από το εάν θα κάνετε πίσω και θα αποδεχθείτε τα αυτονόητα που σας προτείνουμε.