H απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου στοίχισε στην τουρκική οικονομία σχεδόν 90 δισεκατομμύρια ευρώ και οδήγησε στην ακύρωση ενός εκατομμυρίου κρατήσεων στον τουριστικό κλάδο, δήλωσε ο υπουργός Εμπορίου, όπως έγραψαν σήμερα τουρκικές εφημερίδες.
«Εάν λάβουμε υπόψη όλα τα καταδιωκτικά αεροσκάφη, τα ελικόπτερα, τα όπλα, τις βόμβες και τα κτίρια (που υπέστησαν ζημιές), το κόστος ανέρχεται το λιγότερο σε 300 δισεκατομμύρια τουρκικές λίρες (σ.σ. σχεδόν 90 δισεκατ. ευρώ), σύμφωνα με τους πρώτους μας υπολογισμούς» εξήγησε στην τουρκική εφημερίδα Hürriyet ο Μπουλέντ Τουφενκτζί, ο οποίος αναφέρθηκε επίσης στην ακύρωση παραγγελιών από το εξωτερικό και τη ματαίωση κρατήσεων τουριστικής διαμονής.
Ο υπουργός υπογράμμισε ότι το κόστος για την οικονομία της Τουρκίας ενδέχεται να είναι υψηλότερο μεσοπρόθεσμα εξαιτίας του αντίκτυπου στον τουρισμό και τις συναλλαγές με τις χώρες του εξωτερικού.
«Πολλές παραγγελίες από το εξωτερικό ακυρώθηκαν και πολλοί ξένοι σταμάτησαν να επισκέπτονται την Τουρκία. Δυστυχώς, οι πραξικοπηματίες έδωσαν στην Τουρκία την εικόνα μιας τριτοκοσμικής χώρας με τα άρματα μάχης στους δρόμους» πρόσθεσε ο υπουργός.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ένα εκατομμύριο κρατήσεις χάθηκαν στον κλάδο του τουρισμού, μεγάλο μέρος εξ αυτών εξηγείται λόγω της απόφασης της κυβέρνησης να ανακαλέσει τις άδειες των τριών εκατομμυρίων δημοσίων υπαλλήλων μετά την απόπειρα πραξικοπήματος στο πλαίσιο των εκκαθαρίσεων ή για να αποφύγει το ενδεχόμενο να διαφύγουν στο εξωτερικό πρόσωπα ύποπτα για σχέση με την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος.
Ο τομέας του τουρισμού είχε ήδη πληγεί εξαιτίας των επιθέσεων που αποδόθηκαν στους τζιχαντιστές ή τις συγκρούσεις με τους Κούρδους και οι αφίξεις τουριστών από το εξωτερικό στην Τουρκία είχε καταγράψει πτώση 40% τον Ιούνιο σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα πριν από έναν χρόνο.
Εντούτοις, ο υπουργός εξέφρασε την ικανοποίησή του για το ότι υπήρξε σύντομα επιστροφή στην καθημερινότητα από τις αρχές κιόλας της εβδομάδας μετά το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου.
Η συναλλαγματική ισοτιμία της τουρκικής λίρας παραμένει σε σχετικά σταθερά επίπεδα, σύμφωνα με τον Τουφενκτζί, ενώ τα στοιχεία για τις εξαγωγές ή την οικονομική ανάπτυξη δεν έχουν αναθεωρηθεί, τόνισε ο ίδιος.