Τον Ιούνιο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θέτει σε εφαρμογή την τελευταία της προσπάθεια να τονώσει την οικονομία της ευρωζώνης και να ενισχύσει τον πληθωρισμό αγοράζοντας εταιρικά ομόλογα, επισημαίνει η εφημερίδα Financial Times. Η κίνηση αυτή, που ανακοινώθηκε τον Μάρτιο, είναι η πιο πρόσφατη στην κλιμάκωση της επιθετικής χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής από τις κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως μετά την οικονομική κρίση του 2008.
Τι θα αγοράσει η ΕΚΤ
Η ΕΚΤ θα αγοράσει ομόλογα επενδυτικής διαβάθμισης, με νόμισμα αναφοράς το ευρώ, από εταιρίες που έχουν την έδρα τους εντός της ευρωζώνης. Τα ομόλογα που θα μπορούσαν να αγοραστούν έχουν ωρίμανση μεταξύ έξι μηνών και 30 ετών.
Στο πρόγραμμα αυτό θα μπορεί να συμμετέχει κάθε εταιρία της ευρωζώνης, ακόμα και έχει μια μητρική εταιρία κάπου αλλού. Εξαιρούνται οι τράπεζες, αλλά οι εταιρίες αυτοκινήτων – των οποίων οι χρηματοοικονομικοί βραχίονες έχουν τραπεζικές άδειες – περιλαμβάνονται σε αυτό. Μια επιχείρηση εξαιρείται μόνο εάν η μητρική της εταιρίας που εκδίδει το ομόλογο είναι μια τράπεζα. Στο πρόγραμμα πιθανόν να περιληφθούν και τα ομόλογα ασφαλιστικών εταιριών. Όλα τα ομόλογα θα πρέπει να πληρούν το πλαίσιο εγγυήσεων της ΕΚΤ, βάσει του οποίου το χρέος αξιολογείται ότι έχει επενδυτική διαβάθμιση εάν οι τίτλοι αυτοί αξιολογούνται ως τέτοιοι από ένα οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης.
Πώς θα γίνουν οι αγορές
Η ΕΚΤ θα κάνει αγορές στην πρωτογενή και τη δευτερογενή αγορά. Η πρωτογενής αγορά είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για την αγορά νέων ομολόγων, και η δευτερογενής για τα ομόλογα που έχουν ήδη εκδοθεί.
Οι αγορές θα γίνουν ουσιαστικά από έξι από τις εθνικές κεντρικές τράπεζες – Βέλγιο, Γερμανία, Ισπανία, Φινλανδία, Γαλλία και Ιταλία – και η καθεμία εξ αυτών θα καλύπτει διαφορετικό τμήμα της ευρωζώνης. Στη δευτερογενή αγορά, οι επενδυτικές τράπεζες αγοράζουν και πουλούν ομόλογα, κερδίζοντας προμήθεια. Στην πρωτογενή αγορά, γίνονται ανάδοχοι των νέων εκδόσεων και κατανέμουν τα ομόλογα στους επενδυτές για λογαριασμό της εταιρίας.
Υπάρχουν αυστηρές ρυθμιστικές οδηγίες για το πώς λειτουργεί η διαδικασία κατανομής, αλλά θα πρέπει εν τέλει να υπογράφεται από την εταιρία που εκδίδει το ομόλογο. Σύμφωνα με τραπεζίτες που αναλαμβάνουν κοινοπρακτικές εκδόσεις, κάποιες εταιρίες ίσως προτιμήσουν να δώσουν κάποια ομόλογα στην ΕΚΤ ενώ άλλοι ίσως θέλουν να διασφαλίσουν ότι συνεχίζουν να είναι ικανοποιημένοι οι υφιστάμενοι, μακρόχρονοι επενδυτές τους.
Τι ποσά θα αγοράσει
Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει ένδειξη για το ποσό που σκοπεύει να αγοράσει η ΕΚΤ ή για το εάν θα υπάρξει ένας συγκεκριμένος στόχος. Σύμφωνα με αναλυτές, η ΕΚΤ είναι πιθανόν να ξεκινήσει με λίγα μόνο ομόλογα τον Ιούνιο και σταδιακά να αυξήσει τις αγορές περιουσιακών στοιχείων σε 5-10 δισ. ευρώ το μήνα.
Παράγοντες της αγορές ισχυρίζονται ότι η ΕΚΤ ίσως δυσκολευθεί να ολοκληρώσει αγορές ύψους 10 δισ. ευρώ το μήνα δεδομένου του όγκου των νέων εταιρικών ομολόγων και των υφιστάμενων ομολόγων που βρίσκονται σε διαπραγμάτευση. Ένα ποσό της τάξης των 5 δισ. ευρώ ίσως είναι πιο διαχειρίσιμο, λένε. Κάθε εβδομάδα η κεντρική τράπεζα θα ανακοινώνει το ποσό των εταιρικών ομολόγων που έχει στην κατοχή της, ενώ θα παρέχει και λεπτομέρειες για όλες τις αγορές που κάνει κάθε μήνα.
Τι αντίκτυπο θα έχει το πρόγραμμα
Κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα, αλλά υπάρχει πληθώρα προβλέψεων. Στόχος της ΕΚΤ είναι να τονώσει την ευρωζώνη, παρέχοντας άμεσα χρηματοδότηση στις επιχειρήσεις. Ο άμεσος αντίκτυπος της ανακοίνωσης του μέτρου αυτού ήταν ότι οι αποδόσεις των ομολόγων μειώθηκαν ακόμα περισσότερο και ότι πολλές μεγάλες εταιρίες προχώρησαν σε νέες εκδόσεις χρέους προκειμένου να εκμεταλλευθούν το φθηνότερο κόστος δανεισμού.
Ωστόσο, μόνο οι μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρίες έχουν τυπικά πρόσβαση στις αγορές ομολόγων και σε γενικές γραμμές δεν αντιμετωπίζουν ιδιαίτερη δυσκολία στο να έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση – ο δανεισμός ήταν ήδη πολύ φθηνός πριν ανακοινωθεί η συγκεκριμένη πολιτική της ΕΚΤ.
Το ερώτημα για την κεντρική τράπεζα είναι κατά πόσο βοηθά να μειωθεί το κόστος χρηματοδότησης για μικρότερες εταιρίες. Αυτό θα μπορούσε να συμβεί μέσω τραπεζών, καθώς οι επενδυτές στρέφονται και πάλι στα τραπεζικά ομόλογα, τα οποία έχουν συγκριτικά καλύτερες αποδόσεις, ή εάν μικρότερες εταιρίες πεισθούν να στραφούν οι ίδιες στις αγορές ομολόγων. Παράλληλα, ίσως δώσει κίνητρο σε μεγαλύτερες ευρωπαϊκές εταιρίες να αναλάβουν περισσότερο φθηνό χρέος για να χρηματοδοτήσουν συγχωνεύσεις, εξαγορές ή επαναγορά μετοχών.