Τις τεράστιες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες σε παγκόσμιο επίπεδο και εστιάζονται στην υπερβολική ρύθμιση, το υψηλό κόστος, τη γεωπολιτική αστάθεια και την είσοδο ανταγωνιστών υψηλής τεχνολογίας, αναδεικνύει η έρευνα που πραγματοποίησε η PwC σε 176 διευθύνοντες συμβούλους του κλάδου τραπεζών και Κεφαλαιαγορών (Τ&Κ) από 62 χώρες.
Τα προβλήματα της παγκόσμιας οικονομίας, οι κακές επιχειρηματικές επιδόσεις, οι αυξημένοι κίνδυνοι, όπως αυτοί που ελλοχεύουν στον κυβερνοχώρο, οι αυξανόμενες ρυθμιστικές απαιτήσεις και η αξιοποίηση των ευκαιριών που προσφέρει η τεχνολογία, έχουν ως αποτέλεσμα η πίεση που δέχονται οι διευθύνοντες σύμβουλοι του τραπεζικού κλάδου να είναι μεγαλύτερη από ποτέ, σύμφωνα με την έρευνα.
Τα συμπεράσματα της έκθεσης «Creating a platform for competitive regeneration», που πραγματοποιήθηκε, στο πλαίσιο της 19ης Παγκόσμιας έρευνας της PwC για τους διευθύνοντες συμβούλους, στην οποία συμμετείχαν 1.400 διευθύνοντες σύμβουλοι από όλο τον κόσμο, επισημαίνουν τους κινδύνους που απειλούν τις προοπτικές των τραπεζών.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι του κλάδου Τ&Κ υποστηρίζουν ότι το υπερβολικά αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο (87%), η γεωπολιτική αστάθεια (81%) και η μεταβλητότητα των συναλλαγματικών ισοτιμιών (76%), επηρεάζουν σημαντικά τις εταιρείες τους.
Ο συνδυασμός υψηλότερων κεφαλαιακών απαιτήσεων, απαιτήσεων ρευστότητας και αυξημένου κόστους συμμόρφωσης, αναγκάζει πολλές τράπεζες να εγκαταλείψουν δραστηριότητες που έως τώρα αποτελούσαν πυλώνες της κερδοφορίας τους.
Πάνω από το 66% των ερωτηθέντων σχεδιάζουν πρωτοβουλίες που θα έχουν ως στόχο την περαιτέρω μείωση του κόστους στους επόμενους 12 μήνες.
Η αναδιάρθρωση της αγοράς θα συνεχιστεί, με πάνω από το 10% των διευθύνοντων συμβούλων του κλάδου Τ&Κ να δηλώνουν ότι σκοπεύουν να πουλήσουν το πλειοψηφικό πακέτο κάποιας δραστηριότητάς τους ή να βγουν από μία σημαντική αγορά στους επόμενους 12 μήνες.
Το 64% των διευθύνοντων συμβούλων του κλάδου Τραπεζών και Κεφαλαιαγορών σκοπεύει να πραγματοποιήσει σημαντικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο προσδιορίζουν και διαχειρίζονται τον κίνδυνο, ανταποκρινόμενοι στις προσδοκίες των πελατών και των λοιπών ενδιαφερόμενων μερών. Το πλαίσιο διαχείρισης κινδύνου διευρύνεται, για να προσαρμοστεί στις θεμελιώδεις αλλαγές που συμβαίνουν στις αγορές, τα επιχειρηματικά μοντέλα και τις συναλλαγές.
Η ικανότητα πρόβλεψης του κινδύνου, η έγκαιρη διαχείρισή του και η γρήγορη προσαρμογή, είναι οι παράγοντες που κάνουν τη διαφορά.
Η τεχνολογία μεταλλάσσει τις προσδοκίες των πελατών, μειώνει τα εμπόδια εισόδου στην αγορά και αυξάνει τον ανταγωνισμό, μέσω των νέων εταιρειών χρηματοοικονομικής τεχνολογίας (FinTech) που εισέρχονται στον κλάδο.
Όλοι σχεδόν οι διευθύνοντες σύμβουλοι του κλάδου Τ&Κ πιστεύουν ότι αυτή είναι η τάση που πιθανότατα θα μεταμορφώσει τις προσδοκίες των πελατών, των ρυθμιστικών αρχών και άλλων σημαντικών ενδιαφερόμενων μερών στα επόμενα πέντε χρόνια.
Σύμφωνα με τον Kevin Burrowes, επικεφαλής του κλάδου Τραπεζών & Κεφαλαιαγορών στο παγκόσμιο δίκτυο της PwC, η ανάπτυξη νέων τεχνολογιών θα βοηθήσει τις τράπεζες να διαμορφώσουν μία πιο άμεση και στενή σχέση με τους πελάτες, όμως, θα οδηγήσει και σε ραγδαίες αλλαγές στις επιχειρησιακές διαδικασίες. Παρόλο που όλοι οι διευθύνοντες σύμβουλοι που συμμετείχαν στην έρευνα αναγνωρίζουν τις σημαντικές αυτές εξελίξεις και κάποιες τράπεζες έχουν ήδη αντιδράσει θετικά σε αυτές, άλλες δεν έχουν ακόμη ξεκινήσει. Η έγκαιρη ανταπόκριση σε αυτές τις εξελίξεις πρέπει να είναι πρώτη προτεραιότητα όλων των διευθύνοντων συμβούλων τραπεζών.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι διευθύνοντες σύμβουλοι του κλάδου Τ&Κ θεωρούν τα συστήματα διαχείρισης πελατειακών σχέσεων (80%), τις αναλύσεις δεδομένων (75%) και την επικοινωνία και δραστηριοποίηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (56%), ως τους τρεις σημαντικότερους τομείς της τεχνολογίας που θα αποδώσουν τα μεγαλύτερα οφέλη στη σχέση τους με τους πελάτες τους.
Η ικανότητα ανάλυσης μεγαλύτερου όγκου δεδομένων με μεγαλύτερη ταχύτητα και περισσότερες δυνατότητες πρόβλεψης μπορεί να εξασφαλίσει πιο γρήγορη, στοχευμένη και έγκαιρη ανταπόκριση στις απαιτήσεις των πελατών και τις εξελίξεις της κεφαλαιαγοράς».
Το 72% των διευθύνοντων συμβούλων του κλάδου Τ&Κ αντιμετωπίζει την περιορισμένη διαθεσιμότητα σημαντικών δεξιοτήτων ως απειλή για την ανάπτυξή του.
Η διαχείριση των τεχνολογικών εξελίξεων απαιτεί την απασχόληση προσωπικού που διαθέτει συνδυασμό τραπεζικών και ψηφιακών δεξιοτήτων, που, όμως, είναι σε έλλειψη. Ο ανταγωνισμός που έχει αναπτυχθεί για την εξασφάλισή τους δεν προέρχεται μόνο από τις παραδοσιακές εταιρείες του κλάδου Τ&Κ, αλλά και από τις νεοφυείς εταιρείες του κλάδου χρηματοοικονομικής τεχνολογίας και τους ομίλους τεχνολογίας, που επιδιώκουν να αναπτύξουν την παρουσία τους στον κλάδο Τ&Κ, αλλά και στην ευρύτερη αγορά χρηματοοικονομικών υπηρεσιών.
Μαζί με την τεχνολογία έρχεται και μία ομάδα νέων και κλιμακούμενων κινδύνων που σχετίζονται με το ηλεκτρονικό και οικονομικό έγκλημα – σχεδόν τα τρία τέταρτα των διευθύνοντων συμβούλων του κλάδου Τ&Κ αντιμετωπίζουν τους κινδύνους που ελλοχεύουν στον κυβερνοχώρο ως εμπόδια για την ανάπτυξη.