Η πορεία εφαρμογής του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής και οι ζυμώσεις μεταξύ δανειστών και ελληνικής κυβέρνησης αλλά και ανάμεσα στους ίδιους τους δανειστές για τη στρατηγική που πρέπει να ακολουθηθεί, σχολιάζονται από τον γερμανικό τύπο, όπως αναφέρει η DW.
Η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt αναφέρεται στις τελευταίες εξελίξεις στο πεδίο της διαπραγμάτευσης για το ελληνικό πρόγραμμα, με αφορμή και τη συνάντηση της καγκελαρίου Μέρκελ με τη γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ την προηγούμενη Τρίτη στο Βερολίνο.
«Το δίλημμα της Μέρκελ για την Ελλάδα», όπως γράφει στον τίτλο της ανάλυσής της η Handelsblatt, είναι ότι «η καγκελάριος χρειάζεται το ΔΝΤ, απορρίπτει όμως τις απαιτήσεις του». Η εφημερίδα αναφέρεται στις τριβές μεταξύ δανειστών και ελληνικής κυβέρνησης σχετικά με τους όρους εφαρμογής του προγράμματος, ωστόσο, όπως επισημαίνει, «οι Ευρωπαίοι και το ΔΝΤ δεν συμφωνούν όμως ούτε μεταξύ τους. Οι διαφορές ήρθαν στο προσκήνιο στο Βερολίνο», παρατηρεί η εφημερίδα, επισημαίνοντας ότι ένα κούρεμα του ελληνικού χρέους είναι αδύνατο, την ώρα που η Κριστίν Λαγκάρντ τόνισε εκ νέου την ανάγκη της βιωσιμότητας του χρέους. Η εφημερίδα υπογραμμίζει ότι «ειδικά το μισητό στην Ελλάδα ΔΝΤ θέλει ελαφρύνει τους όρους λιτότητας για την κυβέρνηση στην Αθήνα σε ένα, κατά τη γνώμη του, ρεαλιστικό επίπεδο. Αυτό καλούνται να το πληρώσουν οι Ευρωπαίοι παρέχοντας ελάφρυνση χρέους στην Ελλάδα. Για τη Μέρκελ και τον υπουργό Οικονομικών Σόιμπλε θα ήταν δύσκολο να ‘πουλήσουν’ κάτι τέτοιο στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο. Από την άλλη πλευρά όμως η καγκελάριος επιθυμεί την παραμονή του ΔΝΤ (σ.σ. στο ελληνικό πρόγραμμα). Σε αυτό επιμένει και η κοινοβουλευτική ομάδα της Χριστιανικής Ένωσης. (…) Η ομοσπονδιακή βουλή πρέπει να εγκρίνει πιθανή ελάφρυνση χρέους», σημειώνει κλείνοντας η Handelsblatt.
Θέμα χρόνου ένα «πραγματικό κούρεμα χρέους»;
Στις εξελίξεις στο πεδίο της ελληνικής οικονομίας αναφέρεται και ανάλυση της εβδομαδιαίας εφημερίδας Die Zeit. Όπως σημειώνει, «η Αθήνα απειλείται εκ νέου με χρεοκοπία – μια συμφωνία ανάμεσα στην Άγκελα Μέρκελ και την Κριστίν Λαγκάρντ θα μπορούσε να την αποτρέψει». Ο αρθογράφος παρατηρεί ότι η συνήθης εξέλιξη των διαπραγματεύσεων με την Ελλάδα είναι ότι, παρά τις τριβές και τις διαφωνίες, εν τέλει προκύπτει κάποια συμφωνία. Όπως επισημαίνει μεταξύ άλλων, «ένα πραγματικό κούρεμα, όπως ζητούν οι Έλληνες, θα μπορούσε να διχάσει την ήδη φιλονικούσα Ευρώπη: Τα περισσότερα κράτη των πιστωτών δεν δέχονται να προβούν σε τέτοιου είδους παραχωρήσεις έναντι των Ελλήνων. Και στις αγορές ενδέχεται μια νέα χρεοκοπία –διότι ένα κούρεμα χρέους δεν είναι τίποτα άλλο (σ.σ. παρά χρεοκοπία)- να προκαλέσει σημαντική αβεβαιότητα».
Ως εκ τούτου, «είναι προτιμότερο να κάνει κανείς λίγες ‘ζαβολιές’», σχολιάζει η εφημερίδα και εξηγεί: «Η γοητεία της σχεδιαζόμενης στρατηγικής τώρα έγκειται στο ότι η Ελλάδα θα διευκολυνθεί χωρίς να πρέπει να διεξαχθούν ριζικές οικονομικές και νομικές συζητήσεις στα κράτη των πιστωτών. Το βάρος του ελληνικού χρέους θα έμενε μεν υψηλό στα χαρτιά, όμως η Αθήνα θα έπρεπε να δαπανήσει λιγότερα χρήματα για τόκους και χρεολύσια και θα είχε έτσι στη διάθεσή της περισσότερα χρήματα για επειγόντως αναγκαίες επενδύσεις. Από αυτές επωφελείται και πάλι η οικονομία». Παρ’ όλα αυτά, η Zeit εκτιμά ότι «είναι απίθανο» οι ρυθμίσεις αυτές να είναι επαρκείς για να τεθεί υπό έλεγχο το ελληνικό χρέος. Όπως υπογραμμίζεται, «η ένωση των κρατών θα πρέπει αργά ή γρήγορα να χορηγήσει το πολυπόθητο πραγματικό κούρεμα χρέους. Αλλά τότε ας ελπίσουμε ότι θα είναι η Ευρώπη σε καλύτερη κατάσταση συγκριτικά με σήμερα».