Διευκρινίσεις για την έκθεση του ΔΝΤ την οποία επικαλέστηκε και σύμφωνα με την οποία η προοπτική του χρέους της Ελλάδας θα έφτανε πάνω από το 800% του ΑΕΠ το 2060, έδωσε ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος.
Μιλώντας το πρωί στον ΑΝΤ1, ο κ. Προβόπουλος επισήμανε ότι «όλοι ήξεραν, τόσο οι πολιτικοί, η κοινωνία, αλλά και η διεθνής κοινότητα για την έκθεση που είχε συντάξει τότε – το 2009 – ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας του ΔΝΤ στις διαπραγματεύσεις Μπομπ Τραα».
«Υπήρχε ένα ποσοστό γύρω στο 80% το οποίο ήταν οι ακάλυπτες υποχρεώσεις που είχε αναλάβει η κυβέρνηση για το Ασφαλιστικό. Στην ουσία επιεικώς το “ταμείο ήταν μείον”» δήλωσε και τόνισε: «Αυτά τα γνώριζε η Ελλάδα, ο κόσμος και διεθνής κοινότητα, καθώς η έκθεση είχε αναρτηθεί στο σάιτ του ΔΝΤ».
«Όποιος λέει ότι δεν γνώριζε είναι τουλάχιστον αφελής», σημείωσε ο πρώην διοικητής της ΤτΕ, και διερωτήθηκε «ποιος δεν ήξερε ότι το μείζον πρόβλημα της Ελλάδας ήταν το Ασφαλιστικό;».
Όπως ανέφερε, είχε ενημερώσει τις πολιτικές ηγεσίες για την έκθεση, ενώ υπογράμμισε ότι «η ΤτΕ κι εγώ προσωπικά, τόνιζα το πρόβλημα του Ασφαλιστικού στους πολιτικούς και την κοινωνία».
«Μπορεί κάποιος να πει ότι δεν γνώριζαν το πρόβλημα, το οποίο τονιζόταν συνεχώς σε όλες τις παγκόσμιες εκθέσεις» διερωτήθηκε.
«Η δημοσιονομική προσαρμογή θα έπρεπε να προέλθει κατά δύο τρίτα από περικοπές και κατά ένα τρίτο από το φορολογικό, δηλαδή τη φοροδιαφυγή», είπε, μεταξύ άλλων, ότι «δεν είναι μόνο αυτό το πρόβλημα που συζητούμε, οι παθογένειες είναι πάρα πολλές».
Ερωτηθείς για το αν ζήτησε από τον Τραα να μην δημοσιεύσει τα στοιχεία, υπεραμύνθηκε της θέσης του, σημειώνοντας ότι «δεν είναι ακριβές ότι ζήτησα από τον Μπομπ να μην δημοσιοποιήσει τα στοιχεία, αλλά του ζήτησα να κάνει σωστή χρήση τους». Δικαιολογώντας, εξήγησε ότι, «λόγω των δυσμενών συνθηκών που είχαν τα spreads, αν έβγαινε η προοπτική του 800% την άλλη μέρα, θα κατέρρεε η χώρα».
Τέλος, ο κ. Προβόπουλος επισήμανε «δεν είναι η δουλειά του να απευθύνεται μόνο σε κυβερνήσεις, αλλά και στον κόσμο». «Τα λόγια μένουν, αλλά τα γραπτά φεύγουν» κατέληξε.