Περιθώρια σε ό,τι αφορά την περίοδο χάριτος στην αποπληρωμή των ελληνικών δανείων, αλλά όχι στα επιτόκια βλέπει η καγκελάριος της Γερμανίας Άγκελα Μέρκελ. Όπως ανέφερε, οι ευρωπαϊκές συνθήκες δεν επιτρέπουν το «bail-out», ενώ τόνισε ότι το ζήτημα είναι η επιβάρυνση της Ελλάδας για την εξυπηρέτηση του χρέους, η οποία, όπως είπε, πρέπει να βρίσκεται στο 15%.
«Έχουμε μια νομική κατάσταση, όπου υπάρχει απαγόρευση για “bail-out” στις ευρωπαϊκές συνθήκες. Από αυτό εξαρτώνται τα περιθώρια για την ελάφρυνση του χρέους. Έχουμε τώρα μια συζήτηση για το πώς θα υπολογιστεί η βιωσιμότητα του χρέους. Έχουμε μια ειδική κατάσταση. Το ΔΝΤ έχει τους κανόνες του σχετικά με το πότε θέλει να του επιστραφούν τα χρέη, η ΕΚΤ έχει τους κανόνες της σχετικά με το πότε θέλει να λάβει την πληρωμή των τόκων. Οι δανειστές της Ελλάδας στο πλαίσιο του ΕΜΣ έχουν δώσει στην Ελλάδα μια μακρά περίοδο χάριτος και πολύ χαμηλά επιτόκια. Σε ό,τι αφορά τα επιτόκια, νομίζω ότι δεν έχουμε περιθώρια, διότι είναι ήδη πολύ χαμηλά. Ο,τι δεν θα αντικατόπτριζε καν την χρηματοδότηση του ΕΜΣ θα συνιστούσε “bail-out”, αλλά στην περίοδο χάριτος έχουμε κάποιο περιθώριο», δήλωσε η κ. Μέρκελ και διευκρίνισε ότι «λόγω της ιδιαιτερότητας του ελληνικού κράτους στη σχέση του με τον ΕΜΣ, δεν μιλούμε απλώς για χρέος στο 120% του ΑΕΠ, αλλά για την πραγματική επιβάρυνση που δημιουργείται στην Ελλάδα για την αποπληρωμή του χρέους».
Πρόσθεσε δε ότι το 15% του ΑΕΠ θα μπορούσε να είναι ένα μέτρο και υπενθύμισε ότι «μέχρι το 2022 ή 2023 η Ελλάδα δεν χρειάζεται να αποπληρώσει κάτι και η επιβάρυνση είναι πολύ χαμηλότερη από το 15%, ενώ υπάρχουν άλλα μέλη της ΕΕ που λένε ότι το δικό τους χρέους, παρά το γεγονός ότι είναι πιο μικρό από της Ελλάδας, συνεπάγεται μεγαλύτερη εσωτερική επιβάρυνση από αυτή της Ελλάδας σήμερα». Και όταν ξεκινήσει η υποχρέωση για αποπληρωμή του χρέους, συνέχισε η καγκελάριος, πρέπει να κοιτάξουμε να το κρατήσουμε στο 15%.
«Είμαι για αυτό σχετικά αισιόδοξη, ότι θα πετύχουμε μια ρύθμιση, η οποία θα αντικατοπτρίζει τόσο τις απαιτήσεις του ΔΝΤ όσο και τη δυνατότητα επίλυσης του προβλήματος», κατέληξε η Ά. Μέρκελ.