«Υπάρχουν τόσοι πολλοί τρόποι τα πράγματα θα μπορούσαν να πάνε στραβά για την Ελλάδα που είναι εύκολο να παραβλέψει κανείς το ενδεχόμενο να πάνε καλά» αναφέρει ο αρθρογράφος του Reuters, Χιούγκο Ντίξον, σε δημοσίευμα που τιτλοφορείται «Οδηγός αισιοδοξίας για την Ελλάδα».
Όπως αναφέρει στο άρθρο του «το καλύτερο σενάριο είναι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να συμπεριλάβει τα ομόλογα της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που έχει θέσει σε εφαρμογή, να αρθούν τα μέτρα ελέγχου της κίνησης κεφαλαίων που έχουν επιβληθεί και να συναφθεί συμφωνία για την απομείωση του ελληνικού χρέους—όλα αυτά μέχρι το τέλος της χρονιάς».
Όλα τα παραπάνω μάλιστα, τονίζει ο αρθρογράφος, δεν αποτελούν πρόβλεψη. «Η εμπιστοσύνη ανάμεσα στην Ελλάδα και τις άλλες χώρες μέλη της ευρωζώνης έχει κλονιστεί σχεδόν ανεπανόρθωτα. Οι πιο σκληροπυρηνικοί πιστωτές, υπό την ηγεσία της Γερμανίας, θα βοηθήσουν τον Αλέξη Τσίπρα, τον πρωθυπουργό της Ελλάδας, μόνο εάν εφαρμόσει απαρέγκλιτα αυτά που συμφωνήθηκαν. Αυτό απέχει μακράν από το να θεωρηθεί δεδομένο, εφόσον ο ΣΥΡΙΖΑ, μοιάζει να διχάζεται, και παρόλο που αυτό του προσφέρει κάποιες ευκαιρίες» συμπληρώνει.
«Βέβαια, εάν ο Αλέξης Τσίπρας μπορέσει να ανοικοδομήσει την εμπιστοσύνη και να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις του, τότε ο δρόμος της εξόδου από τα δεινά της Ελλάδας είναι ανοιχτός», προσθέτει ο Ντίξον.
Το πρώτο βήμα είναι να οριστικοποιηθεί η νέα συμφωνία — ήτοι να προσδιοριστούν οι δημοσιονομικοί στόχοι της Ελλάδας για τα επόμενα χρόνια. Βέβαια δεδομένου του χάους που δημιουργήθηκε τον προηγούμενο μήνα, όταν οι τράπεζες έκλεισαν για τρεις εβδομάδες, η Αθήνα δεν θα καταφέρει να επιτύχει τους στόχους που είχαν θέσει οι πιστωτές χωρίς επιπρόσθετη εξουθενωτική λιτότητα.
Αν ο Τσίπρας μπορέσει να πείσει τους πιστωτές της Ελλάδας στην ευρωζώνη ότι πράγματι θα εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις τις οποίες θα συμφωνήσει, ίσως δεν επιμείνουν σε επιπλέον μέτρα που δεν υπήρχαν στο τραπέζι για αυτή ή την επόμενη χρονιά. Σε διαφορετική περίπτωση, θα αναγκαστεί να επιβάλει ακόμη περισσότερες αυξήσεις φόρων και περικοπές δαπανών.
Όσο πιο σύντομα συναφθεί η νέα συμφωνία, το ιδανικό χρονοδιάγραμμα θα ήταν ως τα τέλη του Αυγούστου, τόσο πιο σύντομα θα μπορέσει να αναληφθεί το δεύτερο βήμα: να συμπεριληφθούν τα ελληνικά κρατικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Όταν η ΕΚΤ έθεσε σε εφαρμογή το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της, τον Ιανουάριο, εξαίρεσε από αυτό την Ελλάδα, διότι δεν εφάρμοζε την προηγούμενη δανειακή της σύμβαση. Αλλά ο αντιπρόεδρος του ΔΣ της ΕΚΤ, ο Βίτορ Κονστάνσιου, δήλωσε την 16η Ιουλίου ότι, μόλις η χώρα ενταχθεί σε νέο πρόγραμμα και διαπιστωθεί με αξιόπιστο τρόπο ότι το εφαρμόζει, η τράπεζα θα μπορούσε να αρχίσει να αγοράζει τα κρατικά ομόλογα που εκδίδει η Αθήνα.
Αυτό δυνητικά θα μπορούσε να αποτελέσει ευλογία για τη χώρα. Εάν η ΕΚΤ σκουπίσει τα ελληνικά ομόλογα, οι αποδόσεις τους θα μειωθούν δραματικά. Αυτό θα τονώσει την εμπιστοσύνη. Στο καλύτερο σενάριο, αυτό θα συμβεί τον Σεπτέμβριο, αμέσως μετά την επίτευξη της συμφωνίας για το νέο πρόγραμμα.
Το τρίτο βήμα, κατά τον Ντίξον, είναι η ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Όπως σημειώνει, οι ελληνικές τράπεζες χρειάζονται περισσότερα κεφάλαια διότι οι οικονομικές προοπτικές της χώρας επιδεινώθηκαν ραγδαία τον περασμένο μήνα, κάτι που σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι περισσότερα δάνεια των τραπεζών θα πάψουν να εξυπηρετούνται. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει τώρα ότι το ΑΕΠ θα συρρικνωθεί από 2% ως 4%.
Η Αθήνα και οι πιστωτές της έχουν υπολογίσει ότι θα χρειαστούν από 10 ως 25 δισεκατομμύρια ευρώ για τις τράπεζες. Όμως η ΕΚΤ, η οποία επιβλέπει τα πιστωτικά ιδρύματα, θα πρέπει να διεξαγάγει λεπτομερή αποτίμηση πριν καταλήξει στο ακριβές ποσό.
Αφού οι εποπτικοί φορείς καταλήξουν στον μαγικό αριθμό, θα πρέπει να αποφασίσουν ποιος θα δώσει το κεφάλαιο. Το ζήτημα κλειδί είναι εάν θα υπάρξει «bail-in» (σ.σ. διάσωση εκ των έσω), εάν θα χρησιμοποιηθούν τα χρήματα από ανασφάλιστες καταθέσεις, δηλαδή οι αποταμιεύσεις, κυρίως εταιρειών, που ξεπερνούν τις 100.000 ευρώ, οι οποίες αναγκαστικά θα μετατραπούν σε μετοχές των τραπεζών
Το bail-in θα εκμηδένιζε την εμπιστοσύνη, εκτιμά ο Ντίξον, ο οποίος εργάστηκε επί σειρά ετών στην εφημερίδα Financial Times. Βέβαια εάν ο Τσίπρας εφαρμόζει τη δική του πλευρά της συμφωνίας, οι πιστωτές δεν θα επιμείνουν σε αυτό. Σε διαφορετική περίπτωση, υπάρχει κίνδυνος οι πιο σκληροπυρηνικοί να επιμείνουν.
Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών είναι απαραίτητη για να γίνει το επόμενο βήμα: να αρθούν οι έλεγχοι στις κινήσεις κεφαλαίων. Τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα είναι πλέον ανοικτά, έπειτα από τραπεζική αργία τριών εβδομάδων. Αλλά συνεχίζουν να επιβάλλονται περιορισμοί οι οποίοι επηρεάζουν ιδιαίτερα τη δυνατότητα των εταιρειών να εισάγουν αγαθά, παραλύοντας την οικονομία.
Αν όλοι οι περιορισμοί αίρονταν αύριο, οι καταθέτες θα έσπευδαν να σηκώσουν τα χρήματά τους. Η ΕΚΤ δεν θα συναινούσε στη χορήγηση απεριόριστης ρευστότητας πριν ανακεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζες, καθώς δεν θέλει να δανείζει χρήματα σε αφερέγγυα πιστωτικά ιδρύματα. Αλλά μόλις οι ισολογισμοί τους ενισχυθούν, ενδέχεται να είναι διατεθειμένη να ρισκάρει μια μαζική ανάληψη καταθέσεων εφόσον, εάν έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί χωρίς bail-in, οι καταθέτες δεν θα θελήσουν να πάρουν τα χρήματά τους, ούτως ή άλλως.
Το τελευταίο βήμα είναι η ελάφρυνση του χρέους. Η Άγγελα Μέρκελ, η καγκελάριος της Γερμανίας, δήλωσε την 19η Ιουλίου ότι ελάφρυνση θα μπορούσε να σημαίνει επιμήκυνση του χρονοδιαγράμματος αποπληρωμής του χρέους και μείωση των επιτοκίων. Με τον τρόπο αυτό, παρόλο που η ονομαστική αξία του ελληνικού χρέους δεν θα άλλαζε, οι ευνοϊκότεροι όροι θα καθιστούσαν το χρέος της χώρας πιο βιώσιμο. Εν καιρώ μάλιστα, θα αποκτούσε τη δυνατότητα να χρηματοδοτείται από τις αγορές, εκδίδοντας ομόλογα, και όχι να εξαρτάται από προγράμματα δανεισμού της.
Η παγίδα είναι ότι η ελάφρυνση χρέους θα εξεταστεί μόνο μετά την πρώτη αξιολόγηση του νέου προγράμματος η οποία, στο καλύτερο σενάριο, θα γίνει τον Οκτώβριο. Επιπλέον όρος για να γίνει η αξιολόγηση αυτή είναι και η πλήρης εφαρμογή του προγράμματος, για τα επόμενα τρία χρόνια.
Εάν η Ελλάδα τα εξασφαλίσει όλα αυτά — ποσοτική χαλάρωση, άρση των περιορισμών στις κινήσεις κεφαλαίων, μια συμφωνία για την ελάφρυνση του κρατικού χρέους της — ως τα τέλη αυτού του έτους, η ώθηση στην εμπιστοσύνη θα αντιστάθμιζε σημαντικά τις συνέπειες των μέτρων λιτότητας, εκτιμά ο Ντίξον.
Ασφαλώς, το να φαντάζεται κανείς αυτό το σενάριο δεν είναι το ίδιο με το να το προβλέπει, προσθέτει ο αρθρογράφος. Η Ελλάδα και οι πιστωτές της έχουν καταλήξει σε απογοητευτικά αποτελέσματα πολύ συχνά στο παρελθόν για να μπορεί να προβλεφθεί κάτι τέτοιο.
Καταλήγοντας ο αθρογράφος αναφέρει πως ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μοιάζει τώρα να κινείται στη σωστή κατεύθυνση. Η προηγούμενη, συγκρουσιακή προσέγγισή του έναντι των πιστωτών της χώρας μπορούσε να εξηγηθεί εν μέρει από την απροθυμία του να παραδεχθεί στους ψηφοφόρους ότι έκανε στροφή και λόγω των φόβων του ότι θα δίχαζε το κόμμα.
«Τώρα, έχει αλλάξει στάση, και μάλιστα δεν υπάρχει καμιά ελπίδα ο ΣΥΡΙΖΑ να μείνει ενωμένος. Με δεδομένο ότι διέβη αυτόν τον Ρουβίκωνα, έχει συμφέρον να εφαρμόσει με επιτυχία τη νέα δανειακή συμφωνία».