Από τον Δεκέμβριο του 2009 η χώρα αγωνίζεται για να αποφύγει τη χρεοκοπία. Όπως ήταν επόμενο, έκτοτε η κρίση χρέους κυριαρχεί στη δημόσια συζήτηση και όχι πάντα με τον πιο εποικοδομητικό τρόπο.
Τους τελευταίους 18 μήνες διαμορφώθηκε μια σειρά από αστικούς μύθους γύρω από την κρίση, οι οποίοι, αν και στερούνται ρεαλιστικής βάσης, έγιναν ευρύτατα αποδεκτοί, καθώς υπαινίσσονταν ότι υπήρχε ένας πιο εύκολος δρόμος εξόδου από αυτήν. Εν τέλει, οι μύθοι αυτοί λειτούργησαν υπονομευτικά για την ίδια την εθνική προσπάθεια, αφού συνετέλεσαν σε μεγάλο βαθμό στο να αντιδρά όλο και εντονότερα η κοινή γνώμη στη σκληρή πραγματικότητα.
Οι πολιτικές δυνάμεις είναι σε μεγάλο βαθμό συνυπεύθυνες γι’ αυτήν την εξέλιξη, αφού διακίνησαν πρώτες τέτοιου είδους μύθους. Όπως:
1. Την αντίληψη ότι δεν ήταν απαραίτητη η δημοσιονομική πειθαρχία που προσπαθούσε να επιβάλει η Κομισιόν.
2. Μέσω μιας πολιτικής συμφωνίας με τους Κινέζους θα βρίσκαμε τα απαραίτητα κεφάλαια, αίσθηση που καλλιέργησε η ίδια κυβέρνηση από το φθινόπωρο του 2009. Τότε, η κυβερνητική γραμμή ήταν «αντίσταση στις νεοφιλελεύθερες συνταγές της Ε. Ε.» και οι διαρροές από το υπουργείο Οικονομικών ήθελαν το Πεκίνο να εξαγοράζει το ελληνικό χρέος. Στην πραγματικότητα, οι Κινέζοι ενδιαφέρονταν σε εκείνη τη φάση για τις επιστροφές ΦΠΑ, ύψους 15 εκατ. ευρώ, στην Cosco. Η συμβολή τους περιορίστηκε στην υπόσχεση ότι θα επένδυαν στις νέες εκδόσεις όταν ξαναβγαίναμε στις αγορές.
3. Οι Ρώσοι, που επίσης ήταν -σύμφωνα με τον μύθο- η άλλη δύναμη που θα μας έστελνε τα απαραίτητα ρούβλια, το μόνο που έκαναν ήταν να υποδείξουν δημόσια στον κ. Παπανδρέου να προσφύγει στο ΔΝΤ.
4. Στην ίδια περίοδο αναφέρεται και η άποψη ότι μπορούσαμε να είχαμε δανειστεί φθηνά στο τέλος του 2009 και δεν θα είχαμε κανένα πρόβλημα, την οποία υιοθέτησε και ο κ. Αντώνης Σαμαράς. Ο μύθος αυτός καταρρίφθηκε όταν η Ιρλανδία υποχρεώθηκε να προσφύγει στον μηχανισμό έχοντας προηγουμένως αντλήσει από τις αγορές ένα αποθεματικό ύψους 32 δισ. ευρώ. Επιπλέον, ξεχνάμε ότι «φθηνά» στο τέλος του 2009 δεν ήταν δυνατόν να δανειστούμε, καθώς η πρώτη υποβάθμιση από τη Fitch είχε έρθει στις 23 του Οκτώβρη και το spread κυμαινόταν γύρω στις 200 μ. β. Και ξεχνάμε επίσης ότι σύμφωνα με την απολογιστική έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου, ο νέος δανεισμός το 2009 άγγιξε τα 97 δισ. ευρώ.
5. Από την υπογραφή του Μνημονίου, εμφανίστηκε ένας έτερος μύθος, ότι, δηλαδή, μας δανείζουν με ληστρικά επιτόκια για να βγάλουν κέρδος. Πράγματι η κ. Μέρκελ επέβαλε το «τσιμπημένο» επιτόκιο του 5,2% για πολιτικούς λόγους και η Γερμανία είχε όφελος από μια διαφορά της τάξης του 2,5%. Αυτά που παραβλέπουμε είναι ότι ούτως ή άλλως κανείς άλλος δεν μας δάνειζε τότε. Οτι το επιτόκιο με το οποίο δανειζόμασταν ήταν πολύ χαμηλότερο από το επιτόκιο της αγοράς, το spread τον Μάιο του 2010 βρισκόταν πάνω από τις 400 μ. β. Οτι σε αυτό το πακέτο συμμετείχαν η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία, που δανείζονταν τότε με spread από 150 ώς 220 μ. β., στα όρια δηλαδή να μπαίνουν μέσα. Και ξεχνάμε, επίσης, ότι ουδέποτε το επιτόκιο των δανείων της τρόικας αντιστοιχούσε στο ρίσκο που έπαιρναν οι χώρες αυτές για τα χρήματα των Ευρωπαίων φορολογουμένων.
Γερμανικός δάκτυλος, υπέρογκα επιτόκια και κατοχικοί όροι
Στους αγαπημένους μας μύθους ανήκει επίσης ότι:
6. Για το χρέος της χώρας οι σημερινοί δανειστές μας και συνυπεύθυνοι είναι και έχουν ήδη πάρει τα χρήματά τους πίσω με το παραπάνω, αφού με τα δάνεια αγοράζαμε τα προϊόντα τους και με μίζες υπερτιμημένους εξοπλισμούς και υπερτιμημένα κεφαλαιουχικά αγαθά για τις εγχώριες δημόσιες βιομηχανίες. Κανείς όμως δεν υποχρέωσε τους Ελληνες να γεμίσουν τη χώρα Mercedes και BMW και όσο σκοτεινό και αν είναι το παρασκήνιο πίσω από τα υποβρύχια ή τις προμήθειες της Siemens, σε καμία περίπτωση αυτά δεν αθροίζονται στα 290 δισ. ευρώ που ήταν το ύψος του δημόσιου χρέος στο τέλος του 2009.
Σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύεται στην εφημερίδα «Καθημερινή», οι πιο αποδεκτοί μύθοι είναι αυτοί που βασίζονται σε μια αφαίρεση, δηλαδή στη σκόπιμη παράβλεψη ενός σημαντικού στοιχείου, ώστε να αλλάζουν εντελώς η εικόνα και οι αναλογίες.
7. Η άποψη ότι η κρίση δεν είναι ελληνική αλλά εισαγόμενη και ότι πληρώνουμε τα σπασμένα για να σωθούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες αγνοεί το γεγονός ότι η χώρα ήταν καταχρεωμένη και ότι αν δεν ήταν μέλος της Ευρωζώνης ή θα έπρεπε να είχε πάρει τα μέτρα πολύ νωρίτερα ή θα είχε χρεοκοπήσει.
8. Η αντίληψη πάλι ότι θα έπρεπε να αρνηθούμε να αποπληρώσουμε το χρέος και να κηρύξουμε στάση πληρωμών εξαφανίζει από την εικόνα το διαχρονικά αρνητικό εμπορικό μας ισοζύγιο και την ανύπαρκτη ελληνική παραγωγική βάση και μαζί τους το γεγονός ότι το μοσχαράκι, το γάλα, τα καύσιμα και πολλά άλλα βασικά είδη θα αναβαθμίζονταν σε είδη πολυτελείας. Εξαφανίζει επίσης από την εικόνα τα πρωτογενή ελλείμματα στον προϋπολογισμό, κάτι που σημαίνει ότι το κράτος θα έπρεπε να σταματήσει να πληρώνει ή να μειώσει δραστικά τους μισθούς και τις συντάξεις.
9. Τελευταία κερδίζει έδαφος ο μύθος ότι τα δάνεια μας δίνονται για την εξυπηρέτηση του χρέους και όχι για μισθούς ή συντάξεις. Αυτός βασίζεται στην πραγματική αποτύπωση (ιδιαίτερα στους τελευταίους προϋπολογισμούς μετά το 2007) ότι πάνω από το 50% των δαπανών πηγαίνει στην εξυπηρέτηση χρεολυσίων και τόκων. Οι θιασώτες του υποστηρίζουν ότι σε σύγκριση με αυτά τα μεγέθη τα ελλείμματα που δημιουργεί ο δημόσιος τομέας είναι αμελητέα, και άρα η λύση βρίσκεται στη μη αποδοχή πληρωμής του χρέους. Η ανάγνωση αυτή αγνοεί ότι το 50% αυτών των πιστωτικών δαπανών αναφέρονταν τα τελευταία χρόνια σε Eurocommer cials, δηλαδή βραχυπρόθεσμες πιστωτικές διευκολύνσεις που συνάπτονταν για να χρηματοδοτηθούν καταναλωτικές δαπάνες του κράτους και αποπληρώνονταν μέσα στον χρόνο. Στην πραγματικότητα οι δαπάνες για τόκους ακόμα και σήμερα δεν ξεπερνούν το 6% του ΑΕΠ.
10. Ευρύτατα διαδεδομένος είναι επίσης ο μύθος ότι στο ελληνικό κράτος επιβλήθηκαν από τους δανειστές κατοχικοί όροι και άρση της ασυλίας του. Ο καθηγητής Αντ. Μανιτάκης έδειξε όμως την περασμένη Κυριακή ότι οι όροι αυτοί για τους οποίους έγινε τόσος ντόρος είναι συνήθεις στις συμβάσεις δανεισμού και υπήρχαν πάντοτε και στις εκδόσεις ομολόγων.
11. Όσο για τον αγαπημένο μύθο της πλατείας, ότι εμείς δεν χρωστάμε τίποτε και ως εκ τούτου δεν πληρώνουμε τίποτε, θα έπρεπε να επισημάνει κανείς ότι τις κυβερνήσεις που οδήγησαν το χρέος στο σημερινό ύψος εμείς τις εκλέξαμε, «καλύτερες μέρες» και «λεφτά υπάρχουν» ψηφίζαμε πάντα. Και όσους προειδοποιούσαν ότι αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί, όπως π. χ. ο Στ. Μάνος, τους τιμωρούσαμε αφήνοντάς τους εκτός Βουλής.