Την άμεση προτεραιότητα της θετικής έκβασης των διαπραγματεύσεων της Κυβέρνησης με τους δανειστές της χώρας, ανέδειξε σε δηλώσεις της η πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων Χριστίνα Σακελλαρίδη, τονίζοντας ότι «μπορεί το τίμημα της συμφωνίας να είναι υψηλό για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις, αλλά το διακύβευμα μίας πιθανής χρεοκοπίας είναι απροσμέτρητα πιο κρίσιμο ως καταστροφικό για την ελληνική οικονομία και κοινωνία».

Σύμφωνα με την πρόεδρο του ΠΣΕ «οι εξαγωγείς που όλα τα χρόνια της κρίσης βρίσκονται σε μία παγίδα ρευστότητας, βρίσκονται πλέον εγκλωβισμένοι μεταξύ των συμπληγάδων της αβεβαιότητας, από τη μία πλευρά, και της προοπτικής νέων φορολογικών επιβαρύνσεων, από την άλλη. Τόσο η αβεβαιότητα, όσο και η υπερφορολόγηση έχουν υψηλό κόστος για τις επιχειρήσεις και τους πολίτες της χώρας. Αλλά τη δεδομένη στιγμή θα πρέπει να πρυτανεύσει η λογική του μη χείρον βέλτιστον».

Όπως δήλωσε η κυρία Σακελλαρίδη «θα πρέπει όλες οι υγιείς πολιτικές και οικονομικές δυνάμεις στην Ελλάδα και την Ευρώπη να εργαστούν προς την κατεύθυνση μίας βιώσιμης λύσης, καθώς και για την ανάδειξη των κατάλληλων αναπτυξιακών εργαλείων για την επανεκκίνηση της ελληνικής παραγωγικής μηχανής».

Η ίδια συμπλήρωσε: «σημεία-κλειδιά της συμφωνίας θα πρέπει να θεωρούνται ο τρόπος αξιοποίησης των μικρότερων πλεονασμάτων, η διάθεση του «πακέτου Γιούνκερ» των 35 δισ. ευρώ, αλλά και η πρόσβαση της χώρας στο Πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας».

Και κατέληξε σημειώνοντας ότι «αν η συμφωνία άρει το πέπλο της αβεβαιότητας και ταυτόχρονα εξασφαλίζει την αξιοποίηση των συγκεκριμένων εργαλείων για την οικονομική ανάπτυξη, την παραγωγική ανασυγκρότηση, τη δημιουργία θέσεων εργασίας και τη σταθεροποίηση του επιχειρηματικού και χρηματοπιστωτικού περιβάλλοντος, ο αναμφισβήτητος υφεσιακός χαρακτήρας των μέτρων θα περιοριστεί. Και θα δοθεί μία -τελευταία ίσως- ευκαιρία στην Ελλάδα να μετασχηματίσει το παραγωγικό της μοντέλο, με πυρήνα την εξωστρέφεια».