Τα κέρδη της Τράπεζας Κύπρου μετά τη φορολογία ανήλθαν σε 71 εκατ. ευρώ για το α’ τρίμηνο 2011, με το συγκρότημα να είναι κερδοφόρο σε όλες τις αγορές που δραστηριοποιείται. Το α’ τρίμηνο του 2010 τα κέρδη είχαν διαμορφωθεί στα 81 εκατ. άρα η υποχώρηση διαμορφώνεται στο 13%.
Τα κέρδη μετά τη φορολογία επηρεάστηκαν από την αυξημένη χρέωση για προβλέψεις για απομείωση δανείων και την αυξημένη φορολογία λόγω επιβολής ειδικής φορολογίας στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην Κύπρο με βάση το ύψος των καταθέσεων τους.
Σημειώνεται ότι το α’ τρίμηνο 2010 περιλάμβανε υψηλότερα κέρδη από διάθεση ομολόγων κατά €18 εκατ.
Τα κέρδη πριν τις προβλέψεις για το α’ τρίμηνο 2011 ανήλθαν σε €172 εκατ. σημειώνοντας αύξηση 4% σε σύγκριση με το α’ τρίμηνο 2010 (165 εκατ. ευρώ).
Τα συνολικά έσοδα για το α’ τρίμηνο 2011 σημείωσαν αύξηση 6% και ανήλθαν σε €356 εκατ., αποδεικνύοντας την ικανότητα του Συγκροτήματος να πετυχαίνει αυξημένα επαναλαμβανόμενα έσοδα ακόμα και σε δύσκολες οικονομικές συνθήκες.
Το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο του συγκροτήματος ανήλθε σε 2,77% για το α’ τρίμηνο 2011 σημειώνοντας αύξηση 17 μονάδων βάσης σε σύγκριση με 2,60% το α’ τρίμηνο 2010 και 2,72% (+5 μονάδες βάσης) το δ’ τρίμηνο 2010.
Το Συγκρότημα παρουσιάζει υγιή ρευστότητα, με το Δείκτη δανείων προς καταθέσεις να διαμορφώνεται στο 86,7%.
Η απόδοση ιδίων κεφαλαίων (10,2%) διατηρήθηκε σε σχετικά ικανοποιητικά επίπεδα σε ένα ιδιαίτερα απαιτητικό περιβάλλον.
O δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας ανήλθε σε 11,6% στις 31 Μαρτίου 2011 με τον δείκτη πρωτοβάθμιων κεφαλαίων και τον δείκτη βασικών πρωτοβάθμιων κεφαλαίων να ανέρχονται σε 11,1% και 8,2% αντίστοιχα. Ο ενδεικτικός (pro-forma) δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας και πρωτοβάθμιων κεφαλαίων περιλαμβανομένων των ΜΑΕΚ στις 31 Μαρτίου 2011 ανέρχεται σε 12,3% και 11,9%.
Τα δάνεια και οι καταθέσεις του Συγκροτήματος στις 31 Μαρτίου 2011 σημείωσαν ετήσια αύξηση 7% και 10% αντίστοιχα.
Το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων ανήλθε στο 7,6% στις 31 Μαρτίου 2011 έναντι 7,3% στις 31 Δεκεμβρίου 2010 και το ποσοστό της κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων δανείων με προβλέψεις διαμορφώθηκε σε 55%. Το συνολικό ποσοστό κάλυψης περιλαμβανομένων των εμπράγματων εξασφαλίσεων ανέρχεται σε 116%.