Μειωμένες εμφανίζονται οι τιμές των ακινήτων από 20% έως 25% τα τελευταία δύο χρόνια. Οι μειώσεις αυτές αφορούν κυρίως ακίνητα που βρίσκονται σε περιοχές του κέντρου και ημιαστικές περιοχές και κυμαίνονται μεταξύ 85 τμ και 100 τμ, τα επιλεγόμενα στην γλώσσα των μεσιτών και «χρυσά τριάρια».
Η πτωτική αυτή πορεία δημιουργεί μία μικρή κινητικότητα από πλευράς αγοραστών η οποία όμως δεν έχει δυναμική λόγω της κακής ψυχολογίας και της ανασφάλειας που έχει δημιουργήσει η κρίση. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Πρόεδρος του Μεσιτικού Συλλόγου Αθηνών, Γ. Ρεβύθης «Κάτι κινείται στην αγορά αλλά δεν υπάρχει συνέχεια γιατί ο κόσμος έχει κακή ψυχολογία και φοβάται την οικονομική κρίση».
Επίσης, τον τελευταίο χρόνο ήταν μειωμένο σε ποσοστό της τάξεως του 10% το κόστος κατασκευής ακινήτων. Όμως η μείωση αυτή δεν φαίνεται να έχει διάρκεια, όπως εκτιμούν οι ειδικοί του κλάδου των κατασκευών, προβλέποντας ότι από το επόμενο εξάμηνο τα κοστολόγια θα ακολουθήσουν ανοδική πορεία.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών της αγοράς ακινήτων αυτή την περίοδο σε όλη την επικράτεια υπάρχουν αδιάθετα δεκάδες χιλιάδες ακίνητα, των οποίων ο ακριβής αριθμός δεν μπορεί να αποτυπωθεί με ακρίβεια. Το μεγαλύτερο ποσοστό των απούλητων αυτών διαμερισμάτων – περίπου 70% – βρίσκεται στην ευρύτερη περιφέρεια της Αττικής.
Ενδεικτικά οι μεγαλύτερες μειώσεις παρατηρούνται σε ημιαστικές περιοχές και σε περιοχές του κέντρου, για διαμερίσματα επιφανείας 80 τμ έως 100 τμ στα μεν νεόδμητα σε περιοχές όπως η Πεύκη, το Μαρούσι, το Χαλάνδρι, τα Βριλήσσια και τα Μελίσσια το τετραγωνικό μέτρο κοστίζει μάξιμουμ 2.000 ευρώ, ενώ τα μεταχειρισμένα στις αντίστοιχες περιοχές ηλικίας από 10 έως 20 ετών κοστίζουν μάξιμουμ 1.500 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Αντίστοιχα σε περιοχές του κέντρου το κόστος των ακινήτων αυτών κυμαίνεται από 800 ευρώ έως 1.000 ευρώ.
Όπως επισημαίνει ο κ. Ρεβύθης, «υπάρχει μεγάλο απόθεμα ακινήτων και για αυτό πέφτουν και η τιμές. Το 2009 και το 2010 είχαμε ποσοστιαία μείωση κατ έτος της τάξεως του 12,5% για το 2011 η εκτίμηση είναι ότι δεν θα ξεπεράσει το 6%. Ενώ υπάρχει μια μικρή κινητικότητα η μεγάλη ανασφάλεια που έχει δημιουργηθεί και η κακή ψυχολογία εμποδίζει τη συνέχεια».