Έναν επώδυνο κύκλο κλείνει η ελληνική χρηματιστηριακή αγορά έχοντας επιστρέψει στον… Φεβρουάριο του 2011, στις 1.700 μονάδες. Η συνολική κεφαλαιοποίηση της αγοράς έχει πιάσει τα επίπεδα που είχε να «δει» από τον Σεπτέμβριο του 2008, όταν ο δείκτης ήταν στις 2.400 μονάδες.

Την ίδια η μέση ημερήσια συναλλακτική δραστηριότητα εκτοξεύθηκε σε επίπεδα του 2009, ενώ ρεκόρ 16 και πλέον ετών καταγράφεται και στην διανομή μερισμάτων. Η εγχώρια αγορά υπεραποδίδει έχοντας πληθωρική εικόνα σε πρωταγωνιστές με τη συνολική κεφαλαιοποίηση να υπερβαίνει τα 118 δισ. ευρώ. Την τελευταία φορά που το ΧΑ είχε δει τέτοια αποτίμηση ήταν στις 12 Σεπτεμβρίου του 2008 και ο Γενικός Δείκτης διαπραγματεύονταν πέριξ των 3.100 μονάδων.

Η ημερομηνία δεν είναι τυχαία, είναι η παραμονή της χρεοκοπίας της Lehman Brothers. Σημειολογικά η αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από την Moody’s σφραγίζει το κλείσιμο του κύκλου της κρίσης καθώς το αξιόχρεο θα έχει επιστρέψει -μαζί με την κεφαλαιοποίηση της αγοράς- στα προ κρίσης επίπεδα. Από τις αρχές του 2025 η συνολική κεφαλαιοποίηση έχει αυξηθεί κατά 15 δισ. ευρώ.

Το ακμαίο επενδυτικό ενδιαφέρον αποτυπώνεται και στον τζίρο: Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου έκλεισε με μέσες ημερήσιες συναλλαγές 252 εκατ. ευρώ ανάλογες με αυτές που παρατηρήθηκαν στους μήνες του 2009 ενώ η χρονιά τρέχει με μέσες ημερήσιες συναλλαγές 170,5 εκατ. ευρώ αυξημένες κατά 22,9% σε σχέση με πέρυσι σύμφωνα με τη Beta Χρηματιστηριακή.

Η αύξηση του τζίρου δείχνει, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, ότι ξένα χαρτοφυλάκια προεξοφλούσαν την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τον οίκο Moodys, η οποία με τη σειρά της ανοίγει το δρόμο για αναβάθμιση της χρηματιστηριακής αγοράς στις ανεπτυγμένες αγορές.

Η αναβάθμιση του Χρηματιστηρίου Αθηνών

Η αναβάθμιση από τον οίκο Moody΄s, μπορεί να οδηγήσει και τον οίκο FTSE να ανοίξει τον δρόμο του Χρηματιστηρίου Αθηνών στις ανεπτυγμένες αγορές, σύμφωνα με την Jefferies. Στις 8 Απριλίου, θα έχουμε την ενδιάμεση ενημέρωση από τον FTSE σχετικά με την πιθανή μετακίνηση της Ελλάδας στις αναπτυγμένες αγορές από τις αναδυόμενες αγορές.

Ο FTSE εξετάζει τη χαμηλότερη βαθμίδα από τους 3 οργανισμούς και απαιτεί η χώρα να έχει αξιολόγηση “επενδυτικής βαθμίδας” με προοπτικές που δεν είναι “αρνητικές”. Έτσι, η αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα από τη Moody’s θα έλυνε αυτό το πιθανό εμπόδιο για τον FTSE και τη μετακίνηση στις αναπτυγμένες αγορές.

Ήδη το Χ.Α είναι σε watchlist αναβαθμίσεων του FTSE Russell και του S&P DJI για επικείμενη μετάταξη στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών. Η MSCI, ο μεγαλύτερος πάροχος, δεν έχει κάνει ακόμη παρόμοια ανακοίνωση. Όμως η αναβάθμιση τη Moody’s, μπορεί να «ξεκλειδώσει» και τη σταδιακή ένταξη της Εγχώριας Αγοράς σε “watchlist” για αναβάθμιση από τον MSCI.

Μερίσματα άνω των 5 δισ. ευρώ

Ρεκόρ 16 ετών και πλέον ετών αναμένεται να καταγραφεί εφέτος στη μερισματική πολιτική των εισηγμένων εταιρειών με τη μέση μερισματική απόδοση να διαμορφώνεται στο 5%. Οι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο εταιρείες θα μοιράσουν εφέτος … δώρα που θα κυμανθούν στα επίπεδα των 5 δισ. ευρώ, μερίσματα, που είναι και τα υψηλότερα από το 2007, πριν αρχίσει η μεγάλη οικονομική κρίση, όταν είχαν διαμορφωθεί στα 5,42 δισ. ευρώ.. Τότε όμως στο χρηματιστήριο υπήρχαν πολύ περισσότερες εισηγμένες εταιρείες έναντι της τωρινής περιόδου.

Οι υψηλές επιδόσεις των τραπεζών

Οι τραπεζικές μετοχές οδηγούν την ανοδική κίνηση της αγοράς, με τον τραπεζικό δείκτη να υπεραποδίδει του Γενικού Δείκτη, σημειώνοντας από τις αρχές του έτους κέρδη 29,81%, έναντι 15,86% του βασικού χρηματιστηριακού δείκτη (με βάση το κλείσιμο της Πέμπτης). Από τις αρχές του τρέχοντος έτους, τη μεγαλύτερη άνοδο καταγράφει η μετοχή της Alpha Bank (+42,24%) και ακολουθούν της Πειραιώς (+36,36%), της Εθνικής (+29,90%) και της Eurobank (+18,83%).

Η άνοδος των τραπεζών στηρίζεται και στην ισχυρή κερδοφορία και το βελτιωμένο πιστωτικό προφίλ που παρουσίασαν οι ελληνικές τράπεζες το 2024. Η κεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών ενισχύθηκε σημαντικά το 2024, ενώ από τις αρχές του 2025 έχει ενισχυθεί κατά 7 δισ., αντανακλώντας τη συνεχή δημιουργία κερδών, ισχυρότερους ισολογισμούς και ενέργειες διαχείρισης κεφαλαίου, σημαντική αύξηση δανείων και πρωτοβουλίες εξαγορών.

Η υψηλή κερδοφορία των τραπεζών ανοίγει το δρόμο για τη διεύρυνση των διανομών με υψηλότερα μερίσματα αλλά και την υλοποίηση επιθετικότερων προγραμμάτων επαναγοράς ιδίων μετοχών. Τα καθαρά κέρδη των τεσσάρων συστημικών τραπεζών το 2024 ανήλθαν σε 4,532 δισ. ευρώ έναντι 3,645 δισ. ευρώ το 2023, αυξημένα κατά 24,33%.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ