Η διαχρονική κουλτούρα των Ελλήνων γύρω από τις επενδύσεις σε ακίνητα διατηρήθηκε ισχυρή και το 2024, με τη χώρα να ξεπερνά τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στον αριθμό των πολιτών που διαθέτουν τουλάχιστον ένα ακίνητο.

Σύμφωνα με την πανευρωπαϊκή έρευνα του κτηματομεσιτικού δικτύου RE/MAX Europe, «European Housing Trend Report 2024», η ιδιοκτησία ακινήτων παραμένει βασικός πυλώνας της οικονομικής ασφάλειας των Ελλήνων.

Η έρευνα αποκαλύπτει ότι το 64% των Ελλήνων κατέχει τουλάχιστον ένα ακίνητο, ποσοστό που είναι ελαφρώς υψηλότερο (κατά 1%) σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι η πολυϊδιοκτησία είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στη χώρα, καθώς το 39% των Ελλήνων διαθέτει περισσότερα από ένα ακίνητα, ποσοστό που ξεπερνά κατά 14% τον μέσο όρο των υπόλοιπων Ευρωπαίων.

Ωστόσο, μόνο το 3% των ακινήτων αυτών βρίσκεται εκτός ελληνικών συνόρων, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι Έλληνες προτιμούν να επενδύουν στην εγχώρια αγορά. Πού βρίσκονται οι δεύτερες κατοικίες και πώς χρησιμοποιούνται.

Οι ιδιοκτήτες δεύτερης κατοικίας στην Ελλάδα τη χρησιμοποιούν κυρίως για προσωπική χρήση και αναψυχή. Συγκεκριμένα, το 51% δηλώνει ότι το ακίνητο λειτουργεί ως εξοχική κατοικία, ενώ το 21% το εκμισθώνει, επιτυγχάνοντας έναν συνδυασμό χρήσης και εσόδων. Οι περισσότερες δεύτερες κατοικίες βρίσκονται σε παραθαλάσσιες περιοχές (41%) και ακολουθούν οι αστικές ζώνες (25%), αποδεικνύοντας την ιδιαίτερη προτίμηση των Ελλήνων για τη θάλασσα, αλλά και τη δυναμική των επενδύσεων στα μεγάλα αστικά κέντρα.

Οι προτεραιότητες των αγοραστών

Η ενεργειακή απόδοση και η εξοικονόμηση ενέργειας αποτελούν βασικά κριτήρια για τους Έλληνες αγοραστές. Το 43% δηλώνει ότι η χαμηλή κατανάλωση ενέργειας είναι πρωταρχικής σημασίας κατά την αναζήτηση ακινήτου. Το ζεστό κλίμα της χώρας φαίνεται πως ενισχύει τη στροφή προς τις ενεργειακά αποδοτικές κατοικίες, με το 22% να προτιμά νεόδμητα ακίνητα λόγω των βελτιωμένων ενεργειακών προδιαγραφών τους. Παράλληλα, σημαντικά κριτήρια επιλογής είναι η εγγύτητα του
ακινήτου σε ώρους πρασίνου (25%) και η πρόσβαση σε σχολεία, καταστήματα, υπηρεσίες υγείας και χώρους ψυχαγωγίας (27%).

Οικονομικές προκλήσεις και δανεισμός

Παρά το αυξανόμενο κόστος διαβίωσης, το 68% των ερωτηθέντων δηλώνει ικανοποιημένο με την τρέχουσα στεγαστική του κατάσταση. Ωστόσο, η οικονομική πίεση είναι εμφανής, καθώς μόνο το 24% αισθάνεται άνετα με τα οικονομικά του δεδομένα σε σχέση με τη στέγαση, ποσοστό που είναι μειωμένο κατά 20% συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί το ενεργειακό κόστος, με μόλις το 17% των Ελλήνων να δηλώνει ότι το θεωρεί διαχειρίσιμο.

Κατοικία

Σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση, η ανάγκη για πρόσθετες πιστώσεις ή δανεισμό προκειμένου να καλυφθούν τα μηνιαία έξοδα είναι ελαφρώς υψηλότερη στην Ελλάδα (17%) συγκριτικά με την υπόλοιπη Ευρώπη (15%). Παράλληλα, το 33% των ερωτηθέντων εξετάζει την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων, ενώ το 24% ενδιαφέρεται για αντλίες θερμότητας, με τα ποσοστά αυτά να ξεπερνούν τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (27% και 19% αντίστοιχα).

Τοποθεσία ή τιμή;

Για όσους σκέφτονται να μετακομίσουν, η οικονομική προσιτότητα φαίνεται να υπερισχύει της τοποθεσίας ως κριτήριο επιλογής κατοικίας. Το 59% των Ελλήνων δηλώνει ότι η τιμή του ακινήτου αποτελεί τον βασικότερο παράγοντα στην τελική απόφαση, ποσοστό που ξεπερνά κατά 8% τον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο. Αυτό αποδεικνύει ότι, λόγω της οικονομικής κατάστασης, οι Έλληνες είναι διατεθειμένοι να κάνουν συμβιβασμούς στην τοποθεσία, αρκεί το ακίνητο να είναι οικονομικά προσιτό.

Η ελληνική αγορά ακινήτων συνεχίζει να αναπτύσσεται, με τους πολίτες να διατηρούν έντονο ενδιαφέρον για την ιδιοκτησία ακινήτων. Παρά τις οικονομικές προκλήσεις, η επένδυση σε ακίνητα παραμένει βασικός πυλώνας οικονομικής σταθερότητας, ενώ η αυξανόμενη σημασία της ενεργειακής απόδοσης υπογραμμίζει τις μελλοντικές τάσεις της αγοράς. Οι Έλληνες συνεχίζουν να αναζητούν ακίνητα που προσφέρουν ποιότητα ζωής, ενώ η προτεραιότητα στις οικονομικές δυνατότητες έναντι της τοποθεσίας δείχνει μια μετατόπιση των προτεραιοτήτων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.