Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ έχει προκαλέσει έντονη ανησυχία, όχι μόνο στην Κίνα, αλλά και στην Ευρώπη, καθώς ο νέος πρόεδρος έχει «υποσχεθεί» την επιβολή δασμών στα προϊόντα με στόχο να αποθαρρύνει τις εισαγωγές και να προστατεύσει τις αμερικανικές επιχειρήσεις που πλήττονται από τα φθηνότερα κινεζικά και τα τεχνολογικά πιο προηγμένα ευρωπαϊκά προϊόντα.

Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρώπη προετοιμάζεται για αυτό το ενδεχόμενο, καθώς αυξάνονται οι ενδείξεις ότι ο Τραμπ θα πραγματοποιήσει τις απειλές του, επαναφέροντας πολιτικές εμπορικών περιορισμών, όπως συνέβη κατά την πρώτη του θητεία. Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ έχει δηλώσει ότι, αν επανεκλεγεί, θα επιδιώξει την αναθέρμανση του εμπορικού πολέμου, με βασικό στόχο την προστασία και ενίσχυση της αμερικανικής βιομηχανίας.

Πιο συγκεκριμένα, ο Τραμπ σχεδιάζει να αυξήσει τους δασμούς στα εισαγόμενα προϊόντα από την Κίνα κατά 60-100% και να επιβάλει πρόσθετους δασμούς 10-20% σε όλες τις εισαγωγές στις ΗΠΑ. Αυτά τα μέτρα, που στοχεύουν στην τόνωση της αμερικανικής αγοράς εργασίας και στην ενίσχυση της εγχώριας ανάπτυξης, αναμένεται να πυροδοτήσουν νέες εμπορικές εντάσεις με την Ευρώπη και την Κίνα, δύο από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ. Οι επικριτές προειδοποιούν ότι τέτοιες πολιτικές ενδέχεται να αυξήσουν τις τιμές των προϊόντων για τους Αμερικανούς καταναλωτές, επηρεάζοντας το κόστος ζωής τους, ενώ θα μπορούσαν να προκαλέσουν αρνητικές συνέπειες και για την παγκόσμια οικονομία.

Aμερικανικές Εκλογές

Παρά τις επιφυλάξεις που διατυπώνονται τόσο στις ΗΠΑ όσο και στο εξωτερικό, ο Τραμπ παραμένει σταθερός στη στάση του, αποκαλώντας τον «δασμό» την «πιο όμορφη λέξη στο λεξικό». Στην Ευρώπη και την Ασία αναζητούνται ήδη στρατηγικές για να αντιμετωπιστούν αυτές οι πολιτικές. Κάποιοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι εξετάζουν το ενδεχόμενο αντιποίνων, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι μπορεί να υπάρχουν τρόποι αποφυγής ή περιορισμού των επιπτώσεων των δασμών που προτείνει ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος των ΗΠΑ.

Μία πιθανή στρατηγική για την Ευρώπη θα ήταν να επιλέξει μια πιο ήπια προσέγγιση, προσπαθώντας να αποφύγει την απευθείας αντιπαράθεση. Στο πλαίσιο αυτό, θα μπορούσε να αυξήσει τις εισαγωγές συγκεκριμένων αμερικανικών προϊόντων ως αντάλλαγμα για εξαιρέσεις από τους δασμούς. Σύμφωνα με αναφορές του CNBC, η Ευρώπη θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο να αυξήσει τις εισαγωγές αμερικανικού LNG και σόγιας, όπως είχε συμφωνηθεί το 2018 μεταξύ του Τραμπ και του τότε προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ. Αυτή η στρατηγική θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «ανάχωμα» απέναντι σε νέους δασμούς και να οδηγήσει σε μια νέα εποχή εμπορικής συνεργασίας.

Πού προσανατολίζεται η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν

Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν

Παράλληλα, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προσανατολίζεται σε μια στρατηγική που θα επικεντρώνεται στην αύξηση των εισαγωγών από τις ΗΠΑ σε βασικούς τομείς, όπως η γεωργία, η ενέργεια και η άμυνα. Η ευρωπαϊκή πλευρά ελπίζει ότι με αυτόν τον τρόπο θα διατηρήσει την πρόσβαση των προϊόντων της στην αμερικανική αγορά, αποφεύγοντας παράλληλα ενδεχόμενες εμπορικές εντάσεις.

Μία άλλη εναλλακτική για την Ευρώπη θα ήταν η διαπραγμάτευση μιας ευρύτερης γεωπολιτικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ, με στόχο τη μείωση της πιθανότητας επιβολής δασμών. Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρώπη θα μπορούσε να δεσμευτεί για αυξημένες αμυντικές δαπάνες, ενισχύοντας τη συνεργασία της με τις ΗΠΑ και διατηρώντας τη στήριξή της προς την Ουκρανία. Ωστόσο, η υλοποίηση μιας τέτοιας στρατηγικής ενδέχεται να αποδειχθεί δύσκολη, δεδομένου ότι μια δεύτερη θητεία του Τραμπ θα συνέπιπτε με μια περίοδο οικονομικής αβεβαιότητας και πολιτικών προκλήσεων στην Ευρώπη, γεγονός που δυσχεραίνει την αναζήτηση κοινών σημείων.

Μια τρίτη επιλογή για την Ευρώπη θα μπορούσε να είναι η ευθυγράμμιση της πολιτικής της προς την Κίνα με εκείνη των ΗΠΑ. Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει την επιβολή περιορισμών στις εισαγωγές κινεζικών προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, όπως τα ηλεκτρικά οχήματα, αλλά και αυστηρότερο έλεγχο των κινεζικών επενδύσεων στην Ευρώπη. Αν και η Ευρώπη πιθανότατα δεν επιθυμεί να διαταράξει τους ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς της με την Κίνα, ενδέχεται να υποκύψει σε αμερικανικές πιέσεις εάν οι ΗΠΑ επιμείνουν σε αυτή την προσέγγιση.