Μπορεί τα μηνύματα για τον ελληνικό τουρισμό τους τελευταίους μήνες να είναι συγκεχυμένα, εντούτοις η Αθήνα ως προορισμός, αναλογικά, δείχνει να κερδίζει πολλές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες όπως, για παράδειγμα, τη Ρώμη και το Παρίσι, και υπολείπεται οριακά της Βαρκελώνης και του Λονδίνου.
Η Αθήνα μπορεί να έχει καλύτερες πληρότητες από πολλές ευρωπαϊκές πόλεις, ωστόσο, δείχνει να υστερεί στις μέσες τιμές. Επιδεικνύει καλύτερες επιδόσεις σε σχέση με τη Βιέννη, το Βερολίνο και την Κωνσταντινούπολη, αλλά υστερεί σε σχέση με πόλεις όπως η Ρώμη, το Παρίσι και το Λονδίνο. Συγκεκριμένα, σε επίπεδο οκταμήνου για το 2024, η Αθήνα παρουσίασε μέση πληρότητα 77,5%, σημειώνοντας αύξηση 1,9% σε σύγκριση με το 2023, παρά την προσωρινή πτωτική τάση τους τελευταίους μήνες.
Η πόλη συνεχίζει να εμφανίζει πληρότητες που ξεπερνούν αυτές άλλων εμβληματικών τουριστικών προορισμών της Ευρώπης, όπως το Παρίσι, όπου η μέση πληρότητα φτάνει το 72,9%, και η Ρώμη το 71,5%. Η επίδοση αυτή της Αθήνας είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτη, λαμβάνοντας υπόψη ότι το Παρίσι και η Ρώμη θεωρούνται κορυφαίοι προορισμοί για τουρίστες από όλο τον κόσμο.
Ωστόσο, η Αθήνα όχι μόνο διατηρεί τη δυναμική της σε σύγκριση με αυτές τις πόλεις, αλλά καταφέρνει να τις ξεπεράσει όσον αφορά τις πληρότητες και την προσέλκυση τουριστών, ειδικά σε περιόδους εκτός αιχμής. Αυτό επιβεβαιώνει τη θέση της Αθήνας ως μια πόλη που προσφέρει τουριστικές εμπειρίες καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, και όχι μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες, όπως συμβαίνει σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Η ικανότητα της πόλης να προσελκύει τουρίστες πέρα από την υψηλή τουριστική περίοδο αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα σε σχέση με το Παρίσι και τη Ρώμη.
Ισχυρός ξενοδοχειακός κλάδος
Ένα ακόμα στοιχείο που επιβεβαιώνει την υπεροχή της Αθήνας είναι η ικανοποιητική απόδοση των ξενοδοχείων της, ιδιαίτερα σε οικονομικές κατηγορίες. Τα ξενοδοχεία 3 αστέρων της Αθήνας συνεχίζουν να εμφανίζουν πληρότητες άνω του μέσου όρου, με την πληρότητα να φτάνει το 84,4% σε επίπεδο οκταμήνου για το 2024 και το εντυπωσιακό 86,8% τον Αύγουστο.
Αυτές οι επιδόσεις αντικατοπτρίζουν την τάση των επισκεπτών να αναζητούν πιο προσιτές λύσεις, κάτι που δείχνει ότι η Αθήνα μπορεί να ανταποκριθεί στις νέες ανάγκες των τουριστών προσφέροντας υψηλού επιπέδου υπηρεσίες σε προσιτές τιμές. Σε σύγκριση με το Παρίσι και τη Ρώμη, όπου οι τιμές των ξενοδοχείων είναι συχνά υψηλότερες, η Αθήνα καταφέρνει να προσελκύει τουρίστες που αναζητούν ποιοτική αλλά οικονομική διαμονή, κάτι που ενισχύει τη θέση της στην ευρωπαϊκή τουριστική αγορά.
Παρά τις προκλήσεις που δημιουργούν τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης, όπως το Airbnb, η Αθήνα εξακολουθεί να διατηρεί έναν ισχυρό ξενοδοχειακό κλάδο, με τα δεδομένα να δείχνουν ότι οι πληρότητες των ξενοδοχείων της είναι ανώτερες από εκείνες άλλων ευρωπαϊκών πρωτευουσών, όπως η Κωνσταντινούπολη (66,8%) και η Μαδρίτη (74,2%). Παράλληλα, η Αθήνα παρουσιάζει σχεδόν ισοδύναμες πληρότητες με τη Βαρκελώνη (79,2%) και το Λονδίνο (79,7%), επιδεικνύοντας τον έντονο ανταγωνισμό με αυτές τις κορυφαίες τουριστικές αγορές.
Επιπλέον, οι οικονομικές επιδόσεις των ξενοδοχείων της Αθήνας ενισχύουν την εικόνα αυτή. Η μέση τιμή ανά διαθέσιμο δωμάτιο (ADR) αυξήθηκε κατά 9,1% το 2024, φτάνοντας τα 150,34 ευρώ, ενώ το έσοδο ανά διαθέσιμο δωμάτιο (RevPar) αυξήθηκε κατά 11,2%, φτάνοντας τα 116,58 ευρώ στο οκτάμηνο και τα 126,34 ευρώ τον Αύγουστο. Αυτές οι αυξήσεις τοποθετούν την Αθήνα σε πλεονεκτική θέση σε σχέση με άλλες πόλεις, όπως η Βιέννη και το Βερολίνο, ενώ πλησιάζει τις επιδόσεις πόλεων όπως το Παρίσι και η Ρώμη, που παραδοσιακά είχαν υψηλότερες τιμές διαμονής.
Εντούτοις, η Ένωση Ξενοδόχων Αθηνών – Αττικής και Αργοσαρωνικού επισημαίνει την ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσης των υποδομών και την αξιοποίηση της δυναμικής που παρουσιάζει η πόλη, κυρίως κατά τους μήνες εκτός αιχμής. Η δημιουργία ενός συνεδριακού κέντρου και η ανάδειξη της χειμερινής περιόδου ως περιόδου τουριστικής άνθησης είναι κρίσιμα βήματα για την επίτευξη αυτής της προοπτικής.
Η Αθήνα, με τις κατάλληλες επενδύσεις και υποδομές, μπορεί να εδραιώσει τη θέση της ως ένας κορυφαίος προορισμός όλο τον χρόνο, ανταγωνιζόμενη σε μεγαλύτερο βαθμό το Παρίσι και τη Ρώμη, όχι μόνο σε επίπεδο πληροτήτων αλλά και σε επίπεδο συνολικής τουριστικής εμπειρίας.
Συμπερασματικά, η Αθήνα βρίσκεται σε μια ανοδική πορεία και καταφέρνει να διατηρεί σημαντικά υψηλότερες πληρότητες από άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όπως το Παρίσι και η Ρώμη, παρά τις δυσκολίες που παρουσιάζονται βραχυπρόθεσμα. Με τη σωστή στρατηγική και τη συνέχιση της επένδυσης σε υποδομές και τουριστικές υπηρεσίες, η πόλη έχει τη δυνατότητα να καθιερωθεί ακόμα πιο δυναμικά στην ευρωπαϊκή τουριστική σκηνή, προσφέροντας μια ελκυστική, προσιτή και ολοκληρωμένη εμπειρία στους επισκέπτες της.