«Μαύρη Δευτέρα» ήταν η χθεσινή για τις διεθνείς χρηματαγορές, με τον φόβο για ύφεση στις ΗΠΑ να κυριαρχεί μεταξύ των επενδυτών, ενώ η κατάσταση που παραμένει έκρυθμη στη Μέση Ανατολή έκανε το κλίμα ακόμη πιο βαρύ, με αποτέλεσμα βαριές απώλειες σχεδόν για το σύνολο των χρηματιστηρίων.
Στο ελληνικό χρηματιστήριο, τα πράγματα ήταν ακόμη χειρότερα, με τον γενικό δείκτη να καταγράφει μία από τις μεγαλύτερες πτώσεις των τελευταίων ετών. Στο επίκεντρο βρέθηκαν οι τράπεζες, οι οποίες σημείωσαν πολύ μεγάλες απώλειες, άνω του 7%, κάτι που δεν συμβαίνει συχνά.
Στη Νέα Υόρκη, οι τρεις βασικοί χρηματιστηριακοί δείκτες κατέγραψαν σημαντικές απώλειες. Ο δείκτης Dow Jones έκλεισε στις 38.703,27 μονάδες, σημειώνοντας πτώση 2,60%, ο δείκτης S&P στις 5.190,17 μονάδες, με πτώση 2,93%, και ο Nasdaq στις 16.208,38 μονάδες, με κάμψη 3,38%, ενώ είχε πτώση 500 μονάδες επιπλέον, με το ποσοστό να υπερβαίνει το 5%.
Βασική αιτία για αυτήν την εικόνα στις διεθνείς αγορές ήταν οι ισχυρές ανησυχίες των επενδυτών ότι η Fed άργησε να αντιδράσει στα στοιχεία που έδειχναν αποδυνάμωση της αμερικανικής οικονομίας, ιδίως μετά την έκθεση που δημοσιεύτηκε την Παρασκευή για την απασχόληση τον Ιούλιο, η οποία έδειξε ότι η ανεργία αυξήθηκε στο 4,3% και δημιουργήθηκαν μόλις 114.000 θέσεις εργασίας.
Πλέον, οι αγορές προεξοφλούν ότι η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ θα αλλάξει τακτική και θα προχωρήσει σε τρεις μειώσεις επιτοκίων στις τελευταίες συνεδριάσεις του 2024, που αθροιστικά θα ανέλθουν σε 1,25 μονάδες.
Ο δείκτης «φόβου» VIX, ο οποίος μετρά τη μεταβλητότητα στις μετοχές του S&P 500, πραγματοποίησε χθες άλμα έως και 161%, στις 62,51 μονάδες, το υψηλότερο επίπεδο από τις αρχές της πανδημίας. Εν συνεχεία, πάντως, υποχώρησε από τα υψηλά στις 33,3 μονάδες, με την άνοδο να περιορίζεται στο 40%. «Η αγορά έχει μεταστραφεί απότομα από “μια ζεστή καλοκαιρινή ημέρα στο φθινόπωρο”», δήλωσε ο Αντόνιο Καβαρέρο, επικεφαλής επενδύσεων στην «Generali Asset Management».
Στο sell-off συνέβαλε και το ράλι του γεν, το οποίο περιόρισε το carry trade στο ιαπωνικό νόμισμα και οδήγησε σε πωλήσεις αμερικανικών μετοχών.
Συγκεκριμένα, οι επενδυτές, εκμεταλλευόμενοι τα χαμηλά επιτόκια της Ιαπωνίας, δανείζονταν στο ιαπωνικό νόμισμα για να επενδύσουν σε περιουσιακά στοιχεία υψηλότερης απόδοσης, όπως τα αμερικανικά. Η άνοδος των επιτοκίων από την Τράπεζα της Ιαπωνίας και το ράλι του γεν ώθησε πολλούς επενδυτές που είχαν ακολουθήσει αυτό το trade να πουλήσουν αμερικανικά στοιχεία ενεργητικού.
Πάντως, δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι βασική αιτία της μεγάλης πτώσης είναι η ανάγκη για μία διόρθωση, την οποία οι αγορές ούτως ή άλλως είχαν ανάγκη. Συγκεκριμένα, όπως τονίζει ο Καβαρέρο, «οι μεγαλύτερες εστίες πιέσεων εμφανίζονται σε αυτά τα trades που στηρίζονται σε φθηνή χρηματοδότηση σε ιαπωνικό γεν και στην τεχνολογία. Μοιάζει για μια υγιή διόρθωση που έπρεπε να είχε γίνει από καιρό».