Υπεγράφη η συμφωνία βάσει της οποίας θα πραγματοποιηθεί η συγχώνευση Attica Bank και Παγκρήτιας Τράπεζας.

Η συμφωνία για την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Attica Bank και τη συγχώνευσή της με την Παγκρήτια, θα κατατεθεί στη Βουλή προς κύρωση.

Από την πλευρά του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών επισημαίνεται ότι η λύση στην οποία κατέληξε το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) ήταν η βέλτιστη καθώς, πρώτον, οδηγεί σε μια σειρά από οφέλη, δεύτερον, αποτρέπει ζημιές και τρίτον, δεν υπήρχε εναλλακτικό σενάριο.

Τα οφέλη που επέρχονται και τις ζημίες που αποφεύχθηκαν περιγράφει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, σε επιστολή του (16-7-2024) προς το υπουργείο Οικονομικών και το ΤΧΣ.

Συγκεκριμένα:

Α. Οι ζημιές που αποφεύχθηκαν με την υπογραφή της συμφωνίας

Η επιστολή του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, περιγράφει την κατάσταση των δύο τραπεζών και αναλύει τις επιπτώσεις στην περίπτωση που δεν υπήρχε συμφωνία.

Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει:

  • σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία (Μαρτίου 2024) ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων («κόκκινων») δανείων της Attica Bank είναι 61,5% και της Παγκρήτιας 53,5%, έναντι 5% που είναι ο αντίστοιχος δείκτης για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες. Για την ίδια ημερομηνία οι δύο τράπεζες διαθέτουν δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας περίπου 14,3% για την Attica Bank και 12,6% για την Παγκρήτια, έναντι 19,1% για τις τέσσερις συστημικές.
  • Το σενάριο μη επίτευξης συμφωνίας θα είχε μια σειρά από πολύ σοβαρές αρνητικές συνέπειες.

Ειδικότερα:

•Σήμερα οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας συνολικά για τις δύο τράπεζες υπολείπονται κατά 106 εκατ. ευρώ των συνολικών κεφαλαιακών απαιτήσεων και σε κάθε περίπτωση δεν επαρκούν για να επιλυθεί το πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η κάλυψη των κεφαλαιακών αναγκών θα ήταν αδύνατη χωρίς την ολοκλήρωση της συμφωνίας.

•Δεδομένης της ευάλωτης οικονομικής κατάστασης των δυο τραπεζών θα ήταν εξαιρετικά πιθανό το σενάριο σημαντικής εκροής καταθέσεων στην περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας. Αυτό θα οδηγούσε νομοτελειακά στην κατάρρευσή τους καθώς δεν θα είχαν πρόσβαση σε δανεισμό από την ΕΚΤ, ενώ δεν διαθέτουν επαρκή ρευστά διαθέσιμα για την κάλυψη ακραίων εκροών καταθέσεων. Παρά το σχετικά χαμηλό μέγεθος των 2 τραπεζών τυχόν κατάρρευσή τους θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα του ελληνικού τραπεζικού κλάδου.

Συγκεκριμένα:

  • Καμία από τις 2 τράπεζες δεν καλύπτει τις προϋποθέσεις του ν. 4261.2014 περί μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων της εκκαθάρισης. Ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε να μεταβιβασθεί το σύνολο των καταθέσεων σε άλλο πιστωτικό ίδρυμα και οι μη καλυμμένες καταθέσεις θα χάνονταν. Με στοιχεία 31.3.2024 οι μη εγγυημένες καταθέσεις είναι 909 εκατ. για την Attica Bank και 726 εκατ. για την Παγκρήτια. Άρα θα υπήρχε απώλεια αποταμιεύσεων πάνω από 1,6 δισ. ευρώ.
  • Καθώς οι καταθέσεις αυτές αφορούν κυρίως επιχειρήσεις και νοικοκυριά, στο σενάριο αυτό θα προέκυπτε νέο κύμα μη εξυπηρετούμενων δανείων καθώς το «κούρεμα» των καταθέσεων θα είχε πιθανότατα μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στη δυνατότητά τους να ανταπεξέλθουν στην εξυπηρέτηση του χρέους τους. Επισημαίνεται ότι μεταξύ των μεγαλύτερων καταθετών των δύο τραπεζών βρίσκονται και φορείς του Ελληνικού Δημοσίου οι οποίοι θα υφίσταντο τις σχετικές συνέπειες.
  • Θα υπήρχαν δευτερογενείς επιπτώσεις στις σημαντικές τράπεζες μέσω αυξημένων εισφορών προς το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων (ΤΕΚΕ). Συγκεκριμένα το ΤΕΚΕ θα εξαντλούσε τα διαθέσιμά του μόνο για την πληρωμή των καλυμμένων καταθέσεων της Τράπεζας Αττικής (1,8 δισ. ευρώ). Άρα θα έπρεπε να αντλήσει από τις άλλες τράπεζες κεφάλαια για την πληρωμή των καλυμμένων καταθέσεων της Παγκρήτιας (1,7 δισ. ευρώ) και πρόσθετα κεφάλαια προκειμένου να έφθανε εντός τετραετίας το στόχο του 0,8% επί των καλυμμένων καταθέσεων (περίπου 1,1 δισ. ευρώ), σύμφωνα με την σχετική Ευρωπαϊκή Οδηγία, τα οποία θα επιβάρυναν τις υπόλοιπες εγχώριες τράπεζες.
  • Η υφιστάμενη αξία της συμμετοχής του ΤΧΣ στην Attica Bank θα εκμηδενιζόταν.
  • Καθώς θα είναι η πρώτη φορά από την αρχή της κρίσης που θα «κουρεύονταν» καταθέσεις στην χώρα μας, είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα κλονιζόταν η εμπιστοσύνη των αποταμιευτών και θα ήταν πιθανό να βλέπαμε «bank run» (μαζικές αποσύρσεις καταθέσεων) σε λιγότερο σημαντικές ή «ευάλωτες» τράπεζες, χωρίς να μπορούσαν να αποκλειστούν επιπτώσεις και στην ρευστότητα των σημαντικών τραπεζών.
  • Η αναταραχή που θα είχε προκληθεί στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, θα είχε επιπτώσεις στη διάθεση του υφιστάμενου ποσοστού του ΤΧΣ στην Εθνική Τράπεζα, καθώς και στην πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών στις αγορές χρήματος και κεφαλαίων.

Πέρα από τις επισημάνσεις του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος σημειώνεται ακόμη ότι:

  • Η κεφαλαιακή κατάρρευση δύο τραπεζών θα είχε ανυπολόγιστες συνέπειες στην επενδυτική εμπιστοσύνη, η οποία ανακτάται με μεγάλη προσπάθεια, βήμα – βήμα, τα τελευταία πέντε χρόνια.
  • Το «κούρεμα» των καταθέσεων που αποφεύχθηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης θα συνέβαινε τώρα και θα προκαλούσε αλυσιδωτές επιπτώσεις στο τραπεζικό σύστημα, την εθνική οικονομία και την εικόνα της χώρας ως επενδυτικού προορισμού.

Β. Τα οφέλη της συμφωνίας

Στα βασικά οφέλη που απορρέουν από τη συμφωνία περιλαμβάνονται:

  • η εξουδετέρωση της απειλής για τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, για πιθανό «κούρεμα» καταθέσεων και για το ενδεχόμενο νέας ανακεφαλαιοποίησης,
  • η ενίσχυση του ανταγωνισμού προς όφελος καταθετών και δανειοληπτών. Ο πέμπτος τραπεζικός πυλώνας που δημιουργείται δίπλα στις τέσσερις συστημικές τράπεζες αποτελεί ένα από τα βασικά εργαλεία για την τόνωση του ανταγωνισμού σε επίπεδο καταθέσεων, χορηγήσεων, προμηθειών κ.α. στον τραπεζικό τομέα. Προς την ίδια κατεύθυνση λειτουργούν όπως είναι γνωστό οι πρωτοβουλίες του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, με τις οποίες δόθηκε η δυνατότητα και σε μη τραπεζικά ιδρύματα να δίνουν στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια, μειώθηκαν κατά 50% οι προμήθειες για συναλλαγές μικρού ύψους και θεσπίστηκε το αφορολόγητο για τα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου,
  • η δημιουργία μιας νέας τράπεζας με ισχυρή κεφαλαιακή βάση, με μη εξυπηρετούμενα δάνεια που περιορίζονται κάτω από το 3%, δηλαδή σε επίπεδο αντίστοιχο με το μέσο όρο της ευρωζώνης και χαμηλότερο από τον αντίστοιχο δείκτη των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, δίχως αναβαλλόμενο φόρο. Επιπλέον, με αυτόν τον τρόπο μειώνεται το συνολικό επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος που είναι ένα από τα βασικά στοιχεία που λαμβάνουν υπόψη οι οίκοι αξιολόγησης,
  • η διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος καθώς το ΤΧΣ αφενός προστατεύει την αξία της συμμετοχής του (480 εκατ.) στην Τράπεζα Αττικής, που αποκτά πλέον θετικές αποδόσεις (θετικό IRR), τη στιγμή που θα είχε μηδενική αξία σε περίπτωση μη επίτευξης της συμφωνίας, ενώ αφετέρου θα διατηρήσει ισχυρή μειοψηφική συμμετοχή στο νέο σχήμα που έχει σημαντικές δυνατότητες ανάπτυξης.

Ανάλογες επισημάνσεις διατυπώνει στην επιστολή του ο διοικητής της ΤτΕ, σημειώνοντας ότι η ενίσχυση του ανταγωνισμού αναμένεται να έχει θετική επίδραση στο κόστος και την ποιότητα των τραπεζικών υπηρεσιών, καθώς και ότι η εξυγίανση των ισολογισμών των δυο τραπεζών θα συμβάλει στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Γ. Η διερεύνηση πιθανού διεθνούς επενδυτικού ενδιαφέροντος και η λύση που επελέγη

Η συμφωνία που επιτεύχθηκε είναι αποτέλεσμα:

  • των διαπραγματεύσεων του ΤΧΣ με τους ιδιώτες επενδυτές, μετόχους των δύο τραπεζών (Thrivest κ.α.) και
  • της διερεύνησης που έγινε από την διεθνή επενδυτική τράπεζα JP Morgan (με εντολή του ΤΧΣ) ως προς το πιθανό ενδιαφέρον άλλων επενδυτών, να συμμετάσχουν στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου με τους ίδιους τουλάχιστον όρους που συμφωνήθηκαν με την Thrivest. Έτσι, παράλληλα με την διαπραγμάτευση με τους ιδιώτες επενδυτές (Thrivest) και ενώ είχε επιτευχθεί σημαντική πρόοδος πάνω σε ένα βασικό πλαίσιο συμφωνίας, το ΤΧΣ ζήτησε από την JP Morgan να «τρέξει» μια διαδικασία διερεύνησης πιθανού επενδυτικού ενδιαφέροντος (από διεθνείς επενδυτικούς οίκους με μεγάλη εμπειρία σε τέτοιου είδους συναλλαγές) για συμμετοχή σε μια αύξηση κεφαλαίου της Attica Bank με κατ’ ελάχιστον ίδιους ή καλύτερους όρους για το Ταμείο σε σχέση με το πλαίσιο βασικών όρων απόδοσης επένδυσης της συμφωνίας με τον ιδιώτη επενδυτή (όπως είχε διαμορφωθεί εκείνη τη στιγμή).

Η διαδικασία της JP Morgan ολοκληρώθηκε χωρίς επιτυχία, καθώς έλαβε αρνητικές απαντήσεις για συμμετοχή σε μια τέτοια επένδυση από όλους τους διεθνείς επενδυτικούς οίκους, στους οποίους απευθύνθηκε.

Για το συγκεκριμένο ζήτημα στην παραπάνω επιστολή του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος σημειώνεται ακόμη επίσης ότι: «παρά τις προσπάθειες που έχει καταβάλλει η υφιστάμενη αλλά και οι προηγούμενες διοικήσεις των τραπεζών Attica Bank και Παγκρήτια, δεν έχει τελεσφορήσει η αναζήτηση στρατηγικού ιδιώτη επενδυτή με μακροπρόθεσμο ορίζοντα, πέρα του υφιστάμενου ιδιώτη μετόχου».

Δ. Τι προβλέπει η συμφωνία

1. Πραγματοποιείται αύξηση μετοχικού κεφαλαίου της Attica Bank κατά περίπου 730 εκατ. ευρώ στην οποία θα συμμετάσχουν το ΤΧΣ, ο e-ΕΦΚΑ, η Thrivest Holdings μαζί με ιδιώτες επενδυτές. Σημειώνεται ότι από το ποσό αυτό η Attica Bank θα αποπληρώσει άμεσα στο Ελληνικό Δημόσιο Tier2 ομόλογο ύψους 100 εκατ. ευρώ, λήξης 2028, το οποίο αν δεν γινόταν η συμφωνία θα ήταν εξαιρετικά αβέβαιη η αποπληρωμή του.

2. Στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου θα εισφέρουν:

-το ΤΧΣ ποσό περίπου 475 εκατ. ευρώ,

-ο e-ΕΦΚΑ περίπου 48 εκατ. ευρώ.

Δηλαδή η καθαρή χρηματική συνεισφορά του Δημοσίου θα είναι περίπου 423 εκατ. ευρώ (475 εκατ. από το ΤΧΣ συν 48 από τον ΕΦΚΑ μείον 100 εκατ., που είναι η αποπληρωμή του ομολόγου). Επιπλέον, το Δημόσιο θα έχει όφελος άλλα 44 εκατ. ευρώ, τα οποία δεν θα χρειαστεί να καταβάλει το 2025 στη νέα τράπεζα που δημιουργείται μετά τη συγχώνευση. Ο λόγος είναι ότι, με βάση τη συμφωνία, το νέο σχήμα που θα δημιουργηθεί μετά τη συγχώνευση, θα παραιτηθεί από το δικαίωμα που έχει σήμερα η Παγκρήτια να ενεργοποιήσει τη διαδικασία του αναβαλλόμενου φόρου.

-Το ΤΜΕΔΕ 12 εκατ. ευρώ.

Η Trhivest Holdings με τους ιδιώτες επενδυτές θα εισφέρουν 200 εκατ. ευρώ, καθώς και το σύνολο των μετοχών της Παγκρήτιας Τράπεζας που συγχωνεύεται από την τράπεζα Αττικής. Συνεπώς στους υπολογισμούς είναι προφανές ότι κανείς πέρα από το χρηματικό ποσό συνεισφοράς, θα πρέπει να λάβει υπόψη ότι οι επενδυτές συνεισφέρουν ουσιαστικά και με το σύνολο της Παγκρήτιας Τράπεζας.

Σημειώνεται ότι η Παγκρήτια Τράπεζα από άποψη ενεργητικού είναι μια τράπεζα αντίστοιχου μεγέθους με την Αττικής. Συγκεκριμένα, το ενεργητικό της Attica Bank (μεγέθη 2023) είναι 3,77 δισ. ευρώ και της Παγκρήτιας 3,45 δισ. ευρώ, οι καταθέσεις της Παγκρήτιας είναι 2,6 δισ. ευρώ και της Attica Bank 3,15 δισ. ευρώ, ενώ τα κέρδη προ φόρων του έτους 2023 ανήλθαν σε 90,8 εκατ. ευρώ για την Παγκρήτια τράπεζα έναντι 28,6 εκατ. ευρώ για την τράπεζα Αττικής. Επιπλέον, σημειώνεται ότι η Παγκρήτια τράπεζα μαζί με τη Thrivest Holding ήδη διακατέχουν το 9,4% της τράπεζας Αττικής.

Οι συστημικές τράπεζες έχουν δηλώσει πως δεν θα συμμετάσχουν στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου.

Η νέα τράπεζα μετά και την ένταξη στον “Ηρακλή” μειώνει το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων από 60% (που είναι το σταθμισμένο ποσοστό των ΜΕΔ τόσο στην Αττικής όσο και στην Παγκρήτια) σε 3%, ποσοστό αντίστοιχο με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και θα είναι πλήρως ανακεφαλαιοποιημένη με δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας CET1 Ratio πάνω από 15%. Με αυτό τον τρόπο το σύνολο των κεφαλαίων (παλαιών και νέων) που έχει διαθέσει το ΤΧΣ αποκτούν θετικό βαθμό απόδοσης (θετικό IRR).

Ο νέος τραπεζικός πόλος θα ανήκει κατά πλειοψηφία στους ιδιώτες με ισχυρά δικαιώματα μειοψηφίας για το ΤΧΣ. Τα ακριβή ποσοστά συμμετοχής θα οριστικοποιηθούν μετά την ολοκλήρωση της αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου. Εκτιμάται ότι το μερίδιο της Trhivest και των άλλων ιδιωτών επενδυτών θα ανέλθει έως 58,5%, του ΤΧΣ θα κυμανθεί από 35 – 37% και του Δημοσίου συνολικά (ΤΧΣ + e-ΕΦΚΑ) από 38,5-40%.

Με άλλα λόγια, δύο τράπεζες με σωρεία κόκκινων δανείων, που είναι αποτέλεσμα ατυχών και αμφιλεγόμενων χρηματοδοτήσεων στο παρελθόν και με αβέβαιο μέλλον, όχι μόνο διασώζονται αλλά με την εισροή κεφαλαίων από δημόσιο και ιδιωτικό τομέα μετασχηματίζονται σε ισχυρό πυλώνα του τραπεζικού συστήματος, που θα λειτουργεί με πλήρως διαφανή ιδωτικοοικονομικά κριτήρια.

Ε. Τα μεγέθη των δύο τραπεζών

Μέτοχοι της Attica Bank σήμερα είναι:

•το ΤΧΣ με ποσοστό 72,5%,

•ο e-ΕΦΚΑ με ποσοστό 7,6%,

•η Παγκρήτια Τράπεζα με ποσοστό 5,0%,

•η Thrivest Holding με ποσοστό 4,4%,

•το ΤΜΕΔΕ με ποσοστό 4%

•και λοιποί μέτοχοι και συστημικές τράπεζες με συνολικό ποσοστό 6,5%.

Μέτοχοι της Παγκρήτιας Τράπεζας σήμερα είναι:

•η Thrivest Holding με ποσοστό 43,8%,

•η Alfa Ocean Developments με ποσοστό 4,0%,

•η Εθνική Τράπεζα με ποσοστό 3,6%,

•και λοιποί μέτοχοι με συνολικό ποσοστό 48,7%.

Σύμφωνα με τα οικονομικά στοιχεία των τραπεζών του οικονομικού έτους 2023,

η Attica Bank έχει:

•Ενεργητικό: 3,77 δισ. ευρώ.

•Χορηγήσεις (μετά από προβλέψεις): 2,68 δισ. ευρώ.

•Καταθέσεις: 3,15 δισ. ευρώ.

•Ίδια Κεφάλαια: 446 εκατ. ευρώ.

Η Παγκρήτια τράπεζα έχει:

•Ενεργητικό: 3,45 δισ. ευρώ.

•Χορηγήσεις: (μετά από προβλέψεις): 2,04 δισ. ευρώ.

•Καταθέσεις: 2,6 δισ. ευρώ.

•Ίδια Κεφάλαια: 251 εκατ. ευρώ.