Σε περισσότερες από τις μισές χώρες της Ευρώπης δεν υπάρχουν πλέον αρκετές μέλισσες για να επικονιάσουν τα φυτά, με αποτέλεσμα να εμποδίζεται η αναπαραγωγή των τελευταίων, σύμφωνα με μια νέα ευρωπαϊκή επιστημονική έρευνα (με ελληνική συμμετοχή), που αποδίδει το πρόβλημα, μεταξύ άλλων, στην επέκταση των φυτικών βιοκαυσίμων, τα οποία έχουν αυξήσει τη ζήτηση για περισσότερες «ενεργειακές» καλλιέργειες και, κατά συνέπεια, για περισσότερες μέλισσες.
Όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ, η Ελλάδα, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν ανήκει στην κατηγορία των προβληματικών χωρών, καθώς στον σχετικό χάρτη εμφανίζεται η προσφορά των μελισσών να καλύπτει πάνω από το 90% της σχετικής ζήτησης.
Στην ίδια θετική κατάσταση βρίσκονται η Τουρκία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ολλανδία, η Νορβηγία κ.α. Αντίθετα, η Βρετανία, η Φινλανδία και οι Βαλτικές χώρες βρίσκονται «στο κόκκινο», καθώς η προσφορά μελισσών καλύπτει κάτω από το 25% της ζήτησης.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρ. Τομ Μπριζ του πανεπιστημίου του Ρέντινγκ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «PLoS One», σύμφωνα με το BBC, επισημαίνουν ότι σε ορισμένες χώρες -αλλά όχι σε όλες- παρατηρείται μια κάμψη στους πληθυσμούς των μελισσών λόγω της χρήσης των εντομοκτόνων και των διαφόρων ασθενειών. Έτσι, μεταξύ 2005- 2010 σε 41 ευρωπαϊκές χώρες εκτιμάται ότι οι αποικίες των μελισσών αυξήθηκαν κατά 7%.
Όμως, την ίδια περίοδο, αυξήθηκε σχεδόν κατά το ένα τρίτο η συνολική έκταση στην Ευρώπη, που αφορά «ενεργειακές» καλλιέργειες ειδικά για βιοκαύσιμα, όπως πχ της ελαιοκράμβης.
Ο Τομ Μπριζ έφερε ως χαρακτηριστικό παράδειγμα την Ελλάδα, όπου, όπως είπε, «ενώ το 2005 υπήρχαν μόνο λίγες εκατοντάδες εκτάρια (σ.σ. ένα εκτάριο= δέκα στρέμματα) ελαιοκράμβης, έκτοτε οι σχετικές καλλιέργειες έχουν σημειώσει εκρηκτική ανάπτυξη λόγω των σχετικών επιδοτήσεων για βιοκαύσιμα». Η Ελλάδα εμφανίζει τη μεγαλύτερη διαχρονική αύξηση ενεργειακών καλλιεργειών σε όλη την Ευρώπη (717% μεταξύ 2005- 2010).
Σύμφωνα με τη μελέτη, διαχρονικά αυξάνεται το έλλειμμα στο «ισοζύγιο των μελισσών» (διαφορά προσφοράς- ζήτησης) και σήμερα στην Ευρώπη εκτιμάται ότι «λείπουν» 13,4 εκατ. αποικίες μελισσών ή περίπου επτά δισεκατομμύρια μέλισσες. Το έλλειμμα αυτό καλύπτουν, σε ένα βαθμό, άλλα έντομα που παρέχουν ανάλογες «υπηρεσίες» επικονίασης των φυτών.
Ήδη στην Ευρώπη έχουν ληφθεί ορισμένα μέτρα προστασίας των μελισσών, όπως το μορατόριουμ στη χρήση εντομοκτόνων με νεο-νικοτινοειδή. Από την άλλη, η ΕΕ έχει θέσει ως στόχο το 10% των μεταφορικών καυσίμων της να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (όπως τα βιοκαύσιμα) έως το 2020, με αποτέλεσμα οι Ευρωπαίοι αγρότες να έχουν κίνητρο να στραφούν στις «ενεργειακές» καλλιέργειες- όμως θα πρέπει να υπάρχουν και τα ανάλογα έντομα για την ομαλή αναπαραγωγή αυτών των φυτών.
Από ελληνικής πλευράς στην έρευνα συμμετείχε η καθηγήτρια Θεοδώρα Πετανίδου από το Τμήμα Γεωγραφίας του πανεπιστημίου του Αιγαίου (Μυτιλήνη) και από κυπριακής ο Νίκος Σεραφείδης από το Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών της Κύπρου (Λευκωσία).