Η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στη ατμόσφαιρα, που είναι ο κύριος υπεύθυνος για την υπερθέρμανση της Γης, βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο της εδώ και τρία εκατομμύρια χρόνια, καθιστώντας αναπόδραστη τη δραματική αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη και του επιπέδου των ωκεανών σε μερικούς αιώνες, προειδοποιούν οι ερευνητές.
Οι επιστήμονες εκτιμούσαν μέχρι τώρα πως το σημερινό επίπεδο του διοξειδίου του άνθρακα, λίγο μεγαλύτερο των 400 μερών στο εκατομμύριο (ppm), δεν ήταν πιο σημαντικό από εκείνο που υπήρχε πριν από 800.000 χρόνια, σε μια περίοδο που χαρακτηριζόταν από κύκλους αναθέρμανσης και ψύχρανσης της Γης οι οποίοι συνεχίζονταν μέχρι σήμερα χωρίς η υπερθέρμανση να συνδέεται με τις ανθρώπινες δραστηριότητες.
Όμως δείγματα παγόβουνων και θαλάσσιων ιζημάτων που ελήφθησαν από το πιο ψυχρό μέρος του πλανήτη αποκαλύπτουν πως το όριο των 400 ppm ξεπεράστηκε για πρώτη φορά πριν από τρία εκατομμύρια χρόνια, στη διάρκεια της πλειοκαίνου. Οι θερμοκρασίες τότε ήταν αυξημένες κατά 3 έως 4 βαθμούς Κελσίου, δέντρα φύτρωναν στην Ανταρκτική και το επίπεδο των ωκεανών ήταν υψηλότερο κατά 15 μέτρα.
Οι αναλύσεις αυτές επιβεβαιώνονται από ένα νέο κλιματικό μοντέλο που ανέπτυξε το Ινστιτούτο του Πότσδαμ για την Έρευνα των Κλιματικών Επιπτώσεων (PIK).
«Το τέλος της πλειοκαίνου είναι σχετικά κοντινό σε εμάς από την άποψη των επιπέδων του CO2», εξηγεί στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Ματέο Βιλάιτ, ερευνητής στο PIK και βασικός συγγραφέας μιας έρευνας που δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ.
«Τα μοντέλα μας δείχνουν πως στην πλειόκαινο δεν υπήρχαν ούτε παγωμένοι κύκλοι ούτε μεγάλοι παγωμένοι θόλοι στο βόρειο ημισφαίριο. Το CO2 ήταν πολύ αυξημένο και το κλίμα πολύ ζεστό ώστε να το επιτρέπουν».
Η Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα (2015) έθεσε ως στόχο τον περιορισμό της ανόδου της θερμοκρασίας το πλανήτη στους 2 βαθμούς Κελσίου, αν όχι στον 1,5 βαθμό Κελσίου, σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή.
Όμως το 2017, οι εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου κατέρριψαν κάθε ρεκόρ στην ανθρώπινη ιστορία, και οι δεσμεύσεις των κρατών που υπέγραψαν τη Συμφωνία του Παρισιού οδηγούν τον κόσμο σε μια αύξηση 3 βαθμών Κελσίου.
Αύξηση του επιπέδου των ωκεανών από 15 έως 20 μέτρα
Για τους ερευνητές που συναντήθηκαν αυτή την εβδομάδα στο Λονδίνο, η πλειόκαινος δίνει ορισμένα μαθήματα.
«Οι παγκόσμιες θερμοκρασίες ήταν 3 με 4 βαθμούς Κελσίου πιο πάνω από σήμερα και η στάθμη της θάλασσας 15 με 20 μέτρα πιο υψηλή», σχολιάζει ο Μάρτιν Ζίγκερτ, καθηγητής Γεωεπιστήμης στο Imperial College του Λονδίνου.
Σήμερα, με 1 βαθμό Κελσίου παραπάνω σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, η Γη υφίσταται ήδη τις επιπτώσεις της κλιματικής απορρύθμισης, από πλημμύρες μέχρι ξηρασίες.
Για τον Ζίγκερτ, το γεγονός ότι ξεπεράστηκαν τα 400 ppm CO2 δεν σημαίνει πως επίκειται μια αύξηση του επιπέδου των θαλασσών του εύρους της πλειοκαίνου, όμως, εκτός εάν ο άνθρωπος καταφέρει να αποσύρει σε μεγάλη κλίμακα το CO2 από την ατμόσφαιρα, οι σημαντικές επιπτώσεις θα είναι αναπόφευκτες, αργά ή γρήγορα.
Βασιζόμενοι στις συγκεντρώσεις του CO2, οι επιστήμονες που μελετούν τους παγετώνες προβλέπουν μια αύξηση του επιπέδου των ωκεανών από 50 εκατοστά έως ένα μέτρο μέχρι το τέλος αυτού του αιώνα, λέει ο ερευνητής, όπως αναφέρει το ΑΜΠΕ.
«Δύσκολα θα ήταν μεγαλύτερη, επειδή η τήξη χρειάζεται χρόνο. Όμως αυτό δεν σταματά το 2100, συνεχίζεται».
Τον Οκτώβριο, οι επιστήμονες της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (Giec) έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου: για να παραμείνει η αύξηση της θερμοκρασίας κάτω από τον 1,5 βαθμό Κελσίου, θα πρέπει να υπάρξει μια μείωση των εκπομπών CO2 σχεδόν κατά 50% μέχρι το 2030.
Όμως, παρά τις υποσχέσεις, οι εκπομπές που συνδέονται με την ενέργεια από ορυκτά καύσιμα και τη γεωργία αυξάνονται ανηλεώς.
«Στα 400 ppm, παραμένουμε στην τροχιά ενός κλίματος παρόμοιου με την πλειόκαινο», λέει η Τίνα φαν Ντε Φλιρντ, καθηγήτρια Γεωχημείας των ισοτόπων στο Imperial College.
Ο θόλος του παγετώνα της Γροιλανδίας, που περιέχει αρκετό νερό ώστε να προκαλέσει αύξηση του επιπέδου των θαλασσών κατά 7 μέτρα, θα έχει εξαφανιστεί τότε. Και εκείνος της δυτικής Ανταρκτικής, «που περιέχει [αρκετό νερό ώστε να προκαλέσει αύξηση του επιπέδου των θαλασσών κατά] περίπου 5 μέτρα, θα έχει πιθανόν εξαφανιστεί».
«Τρελή εμπειρία»
Οι ερευνητές εκτιμούν πως στο παρελθόν έχουν σημειωθεί επίπεδα διοξειδίου του άνθρακα πολύ μεγαλύτερα των 400 ppm, όμως χρειάστηκαν εκατομμύρια χρόνια προκειμένου να συμβεί αυτό.
Από την πλευρά τους, οι εκπομπές που συνδέονται με την ανθρώπινη δραστηριότητα προκάλεσαν την αύξηση των επιπέδου του CO2 τουλάχιστον κατά 40% σε ενάμιση αιώνα.
Με μια συγκέντρωση 412 ppm, και παραπάνω, ορισμένοι ειδικοί εκτιμούν πως μια αύξηση της θερμοκρασίας της Γης κατά 3 ή 4 βαθμούς Κελσίου είναι αναπόφευκτη.
Η τελευταία φορά που η περιεκτικότητα της ατμόσφαιρας σε CO2 ήταν τόσο μεγάλη, το διοξείδιο του άνθρακα απορροφήθηκε από τα δέντρα, τα φυτά, τα ζώα, και στη συνέχεια θάφτηκε μαζί τους με τον θάνατό τους.
«Και αυτό που κάνουμε εδώ και 150 χρόνια, είναι να το ξεθάβουμε και να το ξαναστέλνουμε στην ατμόσφαιρα», υπογραμμίζει ο Ζίγκερτ. «Είναι μια τρελή εμπειρία».