Η κλιματική αλλαγή προκαλεί αύξηση της θερμοκρασίας στον Καναδά με διπλάσιο ρυθμό σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο, με τις επιπτώσεις αυτού του φαινομένου να είναι πιο εμφανείς στο βόρειο τμήμα της χώρας, σύμφωνα με κυβερνητική έρευνα την οποία επικαλούνταν χθες Δευτέρα πολλά τοπικά μέσα ενημέρωσης.
Οι μέσες ετήσιες θερμοκρασίες στον Καναδά έχουν αυξηθεί κατά 1,7 βαθμό Κελσίου από το 1948, δηλαδή με ρυθμό σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο, όπου η μέση αύξηση της θερμοκρασίας είναι 0,8 βαθμός Κελσίου. Το κλίμα «θα συνεχίσει να θερμαίνεται στο μέλλον υπό την ανθρώπινη επιρροή», αναφέρει η έκθεση που συντάχθηκε έπειτα από αίτημα του καναδικού υπουργείου Περιβάλλοντος, η οποία θα δοθεί σήμερα στη δημοσιότητα.
Στο βόρειο τμήμα του Καναδά, που βρίσκεται κοντά στον Αρκτικό Κύκλο, η θερμοκρασία έχει αυξηθεί κατά μέσο όρο κατά 2,3 βαθμούς Κελσίου την ίδια περίοδο.
Η αύξηση της θερμοκρασίας ενδέχεται να φτάσει και τους έξι βαθμούς Κελσίου ως το τέλος του αιώνα, σύμφωνα με τις προβλέψεις των επιστημόνων.
Οι επιπτώσεις της υπερθέρμανσης αυτής είναι πολλές: λιώσιμο των πάγων, αύξηση του επιπέδου της θάλασσας, πλημμύρες, ξηρασία, κύματα καύσωνα και πιο συχνές δασικές πυρκαγιές, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Η έκθεση αυτή δίνεται στη δημοσιότητα την ώρα που η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Τζάστιν Τριντό, που έχει αναγάγει το περιβάλλον στις πρώτες του προτεραιότητες, επέβαλε χθες φόρο για την εκπομπή αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου σε τέσσερις επαρχίες, τις προσπάθειες των οποίων έκρινε ανεπαρκείς. Το μέτρο αυτό προκάλεσε την οργή των συντηρητικών κυβερνητών των επαρχιών αυτών, λίγους μήνες πριν τις ομοσπονδιακές βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με τις δεσμεύσεις που έχει λάβει ο Καναδάς βάσει της συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα, η χώρα πρέπει να μειώσει κατά 30% την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου ως το 2030 σε σχέση με το 2005.