Μειωμένο κόστος αλλά και παραγωγή ενέργειας υπόσχεται μια νέα τεχνολογία επεξεργασίας λυμάτων.
Εκτιμάται ότι η επεξεργασία λυμάτων καταναλώνει το 2% της ενέργειας που παράγεται παγκοσμίως, ενώ το κόστος για τη διαδικασία φτάνει τα 40 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
Ωστόσο, η νέα μέθοδος επεξεργασίας λυμάτων που ανέπτυξε ισραηλινή εταιρεία , χρησιμοποιεί τεχνολογία μικροβιακής κυψέλης καυσίμου και έχει διπλό όφελος: πρώτον παράγει αρκετή ενέργεια για να φέρει σε πέρας τη διαδικασία της επεξεργασίας και δεύτερον μειώνει την ποσότητα της ιλύος κατά 80%.
Η πρωτοποριακή μονάδα της Emefcy, εν ονόματι «Electrogenic Bioreactor», είναι η πρώτη που χρησιμοποιεί ως καύσιμα τα λύματα. Στις συμβατικές τεχνολογίες επεξεργασίας λυμάτων, διαχέεται αέρας στο νερό, βοηθώντας τα βακτήρια να διασπάσουν την οργανική ύλη.
Η τεχνολογία της Emefcy βασίζεται στην ίδια ιδέα, ωστόσο δεν καταναλώνεται ενέργεια για τη λειτουργία της αντλίας που στέλνει αέρα στο νερό. Πιο συγκεκριμένα, το σύστημα «σπρώχνει» τα λύματα στον βιογενή αντιδραστήρα, όπου ο αέρας και το νερό «κυλούν» παράλληλα.
Τα στοιχεία (αέρας και νερό) χωρίζονται από ένα τείχος μεμβράνης, όμως συνδέονται και τα δυο σε μια ηλεκτρικά αγώγιμη επιφάνεια όπου αναπτύσσονται τα βακτήρια. Τα βακτήρια παράγουν ηλεκτρόνια που ρέουν προς το οξυγόνο του αέρα χρησιμοποιώντας τις φυσικές τριχοειδείς ίνες που διαθέτουν, οι οποίες είναι ηλεκτρικά αγώγιμες και συμπεριφέρονται σαν μεταλλικό καλώδιο μέσα στον αντιδραστήρα.
Όπως αναφέρει το περιοδικό Scientific American, τα βακτήρια τρώνε πολύ για να παράγουν ηλεκτρική ενέργεια και ζουν περισσότερο επειδή το περιβάλλον είναι ιδανικό για την επιβίωσή τους. Ως εκ τούτου η παραγωγή ιλύος μειώνεται κατά 80%. Για κάθε κιλό οργανικής ύλης που καταναλώνουν τα βακτήρια παράγονται περίπου τέσσερα watt ηλεκτρικής ενέργειας.
Η παραγόμενη ενέργεια δεν είναι αρκετή για να τροφοδοτήσει ολόκληρη την πόλη, ωστόσο φτάνει για να καθαρίσει το νερό. Η εταιρεία Emefcy τον επόμενο χρόνο θα κατασκευάσει μια δοκιμαστική μονάδα στο Ισραήλ και ελπίζει ότι θα καταφέρει να διαθέσει το προϊόν της στην αγορά μέχρι το 2013 στην τιμή των 5.000 δολαρίων.
Πηγή: econews.gr