Η ανάγκη για συνεργασία και δικτύωση μεταξύ των ειδικών επιστημόνων που εργάζονται για την έρευνα και τη διαχείριση των πελεκάνων στις χώρες όπου οι πελεκάνοι φωλιάζουν, μεταναστεύουν ή διαχειμάζουν αποτέλεσε ένα από τα κύρια συμπεράσματα της «1ης Διεθνούς Συνάντησης Εργασίας σχετικά με την Έρευνα και τη Διαχείριση των Πελεκάνων στη νοτιοανατολική Ευρώπη».
Η συνάντηση συνδιοργανώθηκε από την Εταιρία Προστασίας Πρεσπών και την Ομάδα Ειδικών για τους Πελεκάνους της IUCN και του Wetlands International στις αρχές Μαΐου, φιλοξενήθηκε στο Κέντρο Ενημέρωσης Επισκεπτών του Φορέα Διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου Πρεσπών στην Πύλη Πρεσπών και πήραν μέρος δεκαέξι ειδικοί επιστήμονες από 9 χώρες (Ισραήλ, Τουρκία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Αλβανία, Μαυροβούνιο, Σλοβενία, Γαλλία και Ελλάδα).
Οι στόχοι της συνάντησης ήταν να επικαιροποιηθεί η γνώση για την κατάσταση των πληθυσμών των πελεκάνων, να εντοπιστούν οι απειλές και τα αναγκαία μέτρα διαχείρισης και να ενισχυθούν οι συνεργασίες και η δικτύωση μεταξύ των «πελεκανολόγων». Συγκεντρώθηκαν στοιχεία απ’ όλες τις χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης όπου οι πελεκάνοι φωλιάζουν, μεταναστεύουν ή διαχειμάζουν (Ισραήλ, Τουρκία, Ρουμανία, Ουκρανία, Βουλγαρία, Αλβανία, Μαυροβούνιο και Ελλάδα).
Τα κύρια συμπεράσματα της συνάντησης ήταν ότι στα μέρη που γνωρίζουμε, οι πληθυσμοί των αργυροπελεκάνων και των ροδοπελεκάνων συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν μια σειρά από ανθρωπογενείς απειλές που επιδεινώνονται από την κλιματική αλλαγή. Αν και τα δυο είδη προστατεύονται σε όλες σχεδόν τις χώρες που απαντώνται, η εφαρμογή των νόμων σε πολλές περιοχές δεν είναι ικανοποιητική.
Η ενόχληση από τον άνθρωπο στους τόπους αναπαραγωγής είναι η κύρια απειλή που αντιμετωπίζουν οι πληθυσμοί των αργυροπελεκάνων, ενώ τα εναέρια ηλεκτροφόρα καλώδια αποτελούν διαδεδομένη απειλή και για τα δυο είδη. Η κακοσχεδιασμένη ανάπτυξη αιολικών πάρκων αποτελεί μια δυνάμει απειλή. Σε πολλούς τόπους αναπαραγωγής και διατροφής παρατηρείται συρρίκνωση των τόπων φωλιάσματος-κυρίως λόγω αυξημένης διάβρωσης- αλλά και μείωση των ιχθυοαποθεμάτων.
Πολλοί υγρότοποι που χρησιμοποιούνταν παλαιότερα ως σταθμοί στη μεταναστευτική διαδρομή των ροδοπελεκάνων, ιδιαίτερα στην Τουρκία, έχουν υποβαθμιστεί σημαντικά ή αποξηρανθεί με αποτέλεσμα το ένα τέταρτο (περίπου 10.000 πουλιά) των ροδοπελεκάνων που διέρχονται από το Ισραήλ να φτάνουν εκεί σε κατάσταση ασιτίας και να ασκούν τεράστιες πιέσεις στις μεγάλης οικονομικής σημασίας ιχθυοκαλλιέργειες.
Οι συμμετέχοντες στη συνάντηση επεσήμαναν την έντονη ανάγκη συλλογής στοιχείων σχετικά με την κατάσταση των πληθυσμών σε μερικές χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης και της Δ. και Κ. Ασίας και για περαιτέρω έρευνα σχετικά με τις πιθανές επιπτώσεις των αιολικών πάρκων στους πελεκάνους. Επίσης επεσήμαναν την ανάγκη μελέτης και κατανόησης των μετακινήσεων των μη-αναπαραγόμενων πουλιών κατά μήκος του κατώτερου ρου του Δούναβη.
Η Ομάδα Ειδικών για τους Πελεκάνους της IUCN-WI ανέλαβε να δημοσιεύσει τα πιο πρόσφατα στοιχεία για την κατάσταση των πληθυσμών των πελεκάνων στη ΝΑ Ευρώπη. Ακόμη, θα διερευνηθεί η πιθανότητα υλοποίησης συνεργασιών με άλλους σχετικούς φορείς για τη δημιουργία κοινών προγραμμάτων παρακολούθησης και διαχείρισης μεταξύ των χωρών αυτών. Η επόμενη συνάντηση εργασίας συμφωνήθηκε να γίνει στην Τουρκία το 2015.
Ο καθηγητής Γιώργος Κατσαδωράκης, πρόεδρος της Ομάδας Ειδικών για τους Πελεκάνους της IUCN-WI και επιστημονικός σύμβουλος της ΕΠΠ δήλωσε: «Οι πελεκάνοι είναι εμβληματικά είδη με μεγάλη πολιτιστική σημασία και αποτελούν ζωτικό κομμάτι των υγροτόπων, οι οποίοι παρέχουν σημαντικές οικοσυστημικές υπηρεσίες.
Οι ίδιοι πληθυσμοί πελεκάνων μετακινούνται σε μεγάλες αποστάσεις και καλύπτουν τις ανάγκες τους σε διαφορετικές χώρες. Έτσι, οι χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης πρέπει να συνεργαστούν αναπτύσσοντας κοινά προγράμματα έρευνας και διατήρησης, αλλά και να εργαστούν σε εθνικό και διεθνές επίπεδο για να διασφαλίσουν τα κατάλληλα μέτρα διαχείρισης για τους τόπους αναπαραγωγής, μετανάστευσης και διαχείμασης.
Η Ελλάδα πρέπει και να είναι περήφανη διότι ο συνολικός πληθυσμός του αργυροπελεκάνου στη χώρα συνιστά πάνω από το 20% του παγκόσμιου αναπαραγόμενου πληθυσμού του απειλούμενου αυτού είδους, αλλά παράλληλα φέρει και σημαντική ευθύνη, καθώς τα πουλιά αυτά παίζουν κομβικό ρόλο ενισχύοντας τους μικρότερους πληθυσμών των γειτονικών χωρών».