Το ζωικό βασίλειο είναι γεμάτο με παραδείγματα φυλετικού διμορφισμού, ευδιάκριτων μορφολογικών διαφορών μεταξύ αρσενικών και θηλυκών δηλαδή. Ειδικά στις αράχνες, δεν είναι καθόλου σπάνιο το θηλυκό να είναι δεκαπλάσιο σε μέγεθος από το αρσενικό, κάτι που στους θαλάσσιους ελέφαντες αντιστρέφεται, με το αρσενικό να ζυγίζει ακόμα και τρεις φορές περισσότερο από το θηλυκό. Μια νέα μελέτη μας λέει όμως πως όσο μεγαλύτερος ο διμορφισμός σε ένα είδος, τόσο περισσότερο κίνδυνο διατρέχει για την εξαφάνισή του. Η έρευνα έγινε σε ένα είδος οστρακόδερμου, ένα μικροσκοπικό οστρακώδες που αποτελεί ιδανικό δείγμα για εξελικτικές μελέτες, μιας και έχουμε απολιθώματά του εδώ και 450 εκατ. χρόνια. Τα αρσενικά είχαν μάλιστα πολύ μεγαλύτερο κέλυφος από τα θηλυκά, καθώς τα γεννητικά τους όργανα ήταν τόσο πελώρια που χρειάζονταν πολύ περισσότερο χώρο. Ο επιστήμονας του Εθνικού Μουσείου Φυσικής Ιστορίας των ΗΠΑ (Smithsonian), Dr Gene Hunt, εξέτασε λοιπόν 93 απολιθώματα από τα τέλη της Κρητιδικής Περιόδου και, όπως δημοσίευσε στο έγκριτο περιοδικό «Nature», βρήκε πως αυτά που παρουσίαζαν τον μεγαλύτερο διμορφισμό (τα είδη με τα μεγαλύτερα γεννητικά όργανα δηλαδή) ήταν κατά 10 φορές πιο πιθανό να εξαφανιστούν. Γιατί όμως αν ο ακραίος διμορφισμός είναι τόσο επικίνδυνος για ένα είδος, είναι και τόσο κοινός στη φύση; Και πώς συνδέεται όλο αυτό με τη φυσική (σεξουαλική εδώ) επιλογή που μας έλεγε ο Δαρβίνος; Πιθανότατα, καταλήγει η μελέτη, είναι η σεξουαλική επιλογή που πυροδοτεί τον διμορφισμό, καθώς το αρσενικό προσπαθεί να ξεχωρίσει από τον ανταγωνισμό και να κερδίσει την καρδιά του θηλυκού. Και σε κάποια είδη αυτό αντιστοιχεί με γιγαντισμό του πέους. Όταν αυτό συμβεί όμως, τότε το είδος απειλείται με εξαφάνιση, καθώς το αρσενικό με τα «χαρίσματα» έχει πια περισσότερες ενεργειακές ανάγκες. Αυτό συνέβη πιθανότατα με αυτούς τους «Δον Ζουάν του κόσμου των οστρακόδερμων», όπως τους αποκαλεί ο ερευνητής που συνυπογράφει τη μελέτη, καθηγητής John Swaddle…