Σύμφωνα με στοιχεία του Τομέα Εδαφολογίας και Γεωργικής Χημείας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών το 35% του ελλαδικού χώρου βρίσκεται σε υψηλό κίνδυνο ερημοποίησης ή έχει ήδη ερημοποιηθεί, ενώ το 49% βρίσκεται σε μέτριο κίνδυνο ερημοποίησης.
Οι περιοχές υψηλού κινδύνου ερημοποίησης είναι η δυτική Στερεά Ελλάδα, το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου, η ορεινή ζώνη των Ιονίων Νήσων, η Κρήτη, τα νησιά του Αιγαίου, η Εύβοια και μέρος της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Θράκης.
Σ’ ότι αφορά στην Ευρώπη το 38% του εδάφους της ΕΕ απειλείται από ερημοποίηση, όπως και πολλές περιοχές του πλανήτη ευρύτερα, φαινόμενο που προκαλεί την υποβάθμιση του εδάφους και τη μείωση της παραγωγικότητάς του. Ολόκληρες περιοχές μετατρέπονται σταδιακά σε απογυμνωμένες εκτάσεις.
Η ερημοποίηση προκαλείται από διάφορους παράγοντες μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η διάβρωση των εδαφών, κυρίως εκεί που δεν υπάρχει η βλάστηση για να συγκρατήσει τα νερά των βροχοπτώσεων και η μη ορθολογική διαχείριση του νερού.
Η υπερεκμετάλλευση και η υποβάθμιση των υπογείων υδάτων, οδηγεί ακόμη στην αλάτωση και οξίνιση των εδαφών με σοβαρές συνέπειες στους φυσικούς, εδαφικούς και υδάτινους πόρους.
Πολύ σημαντικό ρόλο στην επιδείνωση του φαινομένου της ερημοποίησης παίζει ο γεωργικός τομέας, εξαιτίας των απαρχαιωμένων δικτύων άρδευσης και τον μη ορθολογικό προγραμματισμό των καλλιεργειών.
Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, η υποβάθμιση μπορεί να είναι αναστρέψιμη, εάν και εφόσον ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα και υιοθετηθούν ορθές πρακτικές. Σε διαφορετική περίπτωση ο κίνδυνος ερημοποίησης ενδέχεται να είναι οριστικός.
Εκτός από τις επιπτώσεις στο φυσικό περιβάλλον η ερημοποίηση επηρεάζει αρνητικά και την οικονομία των περιοχών που πλήττονται. Η μείωση της παραγωγικότητας και ευφορίας των εδαφών οδηγεί σε μείωση του αγροτικού εισοδήματος και κατά συνέπεια σε μετακινήσεις πληθυσμών, αποτελώντας και έναν πολύ σημαντικό λόγο εμφάνισης των αποκαλούμενων «περιβαλλοντικών προσφύγων».