Η υπερθέρμανση του πλανήτη, κυρίως λόγω των συνεχώς αυξανόμενων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (περισσότερο του διοξειδίου του άνθρακα) οδηγεί σε μία καλπάζουσα κλιματική αλλαγή, η οποία, λόγω της γενικότερης απροθυμίας των κυβερνήσεων για εξάλειψη των αιτίων της, εξελίσσεται σε μια πρόσθετη, μόνιμη, πληγή, με σοβαρές επιπτώσεις σε ανθρώπινες ζωές και τεράστιες υλικές ζημιές.
Το συνολικό κόστος που η ανθρωπότητα καταβάλλει, εξαιτίας των «έκτακτων καιρικών φαινόμενων», διευρύνεται σταθερά: κάθε χρόνο χάνουμε όλο και περισσότερους συνανθρώπους μας σε πυρκαγιές, ξηρασίες και πλημμύρες, κοινές ασθένειες επιβαρύνονται λόγω συνεχούς υποβάθμισης της ποιότητας του περιβάλλοντος, η απόδοση αγροτικών και κτηνοτροφικών καλλιεργειών μειώνεται και η παραγωγή τροφίμων περιορίζεται, σπίτια και χώροι εργασίας καταστρέφονται, εκτεταμένες περιοχές ερημoποιούνται, ενισχύοντας τις μεταναστευτικές ροές, η παραγωγικότητα εργασίας εξασθενίζει, η φτώχεια και η ανεργία ενισχύονται.
Οι πρόσφατοι, πρωτοφανείς καύσωνες διαρκείας και οι καταστροφικές δασικές πυρκαγιές, αλλά και οι έντονες καταιγίδες, χιονοπτώσεις και πλημμύρες, δεν αφήνουν άλλα περιθώρια καθυστερήσεων, στη χώρα μας, για την ανάσχεση της κλιματικής κρίσης. Απαιτούνται τολμηρές αλλαγές, με ευρύτερες συγκλίσεις και συναινέσεις, καθώς ο ριζικός περιορισμός των ρύπων θέλει χρόνο και σταθερό σχέδιο.
Η διαμόρφωση μιας άλλης «κανονικότητας» που θα σέβεται περισσότερο το περιβάλλον, αποτελεί προϋπόθεση προκειμένου η χώρα μας να τηρήσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει, στα πλαίσια της Συμφωνίας των Παρισίων για την κλιματική αλλαγή, η οποία κυρώθηκε, από την Ευρωπαϊκή Ένωση, τον Οκτώβριο του 2016, με στόχους, τον μηδενισμό, έως το 2050, των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και τη συγκράτηση της θερμοκρασίας του πλανήτη, έως το 2100, αρκετά κάτω από 2 βαθμούς Κελσίου, σε σύγκριση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Θα πρέπει:
- Να καταστήσουμε την κοινωνία και την οικονομία μας πιο ευέλικτες και πιο οικολογικές, για να είναι, ταχύτερα και ευκολότερα, προσαρμόσιμες στις αλλαγές του περιβάλλοντος, αλλά και πιο ανθεκτικές σε μελλοντικές απειλές που η κλιματική αλλαγή θα προκαλέσει. Ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να δοθεί στην κατασκευή και την ανακατασκευή των αναγκαίων κρατικών υποδομών, για την καλύτερη προστασία ανθρώπων και περιουσιακών στοιχείων από τις επιπτώσεις «ακραίων καιρικών φαινομένων», τα οποία, τώρα, ο πλανήτης βιώνει ως μία σταθερή συνθήκη.
- Να επιταχύνουμε τον ενεργειακό μας μετασχηματισμό, εγκαταλείποντας τις ρυπογόνες πηγές ενέργειας (ορυκτά καύσιμα), ώστε οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα να αρχίσουν, άμεσα, να μειώνονται.
- Η επιτάχυνση, κατά συνέπεια, της μετάβασης της χώρας στην καθαρή ενέργεια, με τον διπλασιασμό των επενδύσεων σε ΑΠΕ, αποτελεί αναπτυξιακή μας προτεραιότητα, που εξασφαλίζει αυτάρκεια, αυτονομία και ανεξαρτησία, πέραν της εξουδετέρωσης μιας βασικής αιτίας ρύπανσης του περιβάλλοντος.
- Να οργανώσουμε αποτελεσματικότερα τη βιώσιμη διαχείριση των δασών, τόσο στον τομέα της πρόληψης, όσο και σ’ αυτόν της καταστολής των πυρκαγιών, με σκοπό, τη σταδιακή αύξηση της έκτασης του «πράσινου» αντί της σημερινής, σταθερής, ετήσιας συρρίκνωσής της.
- Να προστατεύσουμε, συστηματικά, τη βιοποικιλότητα της χώρας, η καταστροφή της οποίας ανατρέπει κρίσιμες, για την ανθρώπινη υγεία και ζωή, ισορροπίες (άγρια πανίδα και χλωρίδα, βιολογική γεωργία και κτηνοτροφία κ.ά.).
- Να επανεξετάσουμε έγκαιρα, για να αναμορφώσουμε κατάλληλα, τη δομή και τη λειτουργία της τουριστικής μας δραστηριότητας, η οποία δεν μπορεί να συνεχίσει, επί μακρόν, να αποτελεί αναπτυξιακή «μονοκαλλιέργεια».
Η ευθύνη για την αναποτελεσματική άμυνα των πολιτών έναντι της καταστροφικής μανίας των, προβλεπόμενων πλέον, «ακραίων καιρικών φαινομένων », βαρύνει , κατά κύριο λόγο, το κράτος , που βασική αποστολή έχει την προστασία της ζωής και της περιουσίας τους, με όλα τα διαθέσιμα μέσα, με απόλυτη συνειδητοποίηση πως το οποιοδήποτε κόστος πρόληψης είναι πάντοτε μικρότερο εκείνου της καταστολής.
Γίνεται βέβαια αντιληπτό ότι, το όλο σοβαρό αυτό έργο και υποχρέωση της πολιτείας, καθίσταται πολύ δυσχερέστερο, όταν αντιμετωπίζει και αυξημένους κινδύνους κακόβουλων ενεργειών ή αδικαιολόγητων παραλείψεων του ανθρώπινου παράγοντα, εσωτερικού ή εξωτερικού και ακόμη όχι σπάνια, διαχρονικά, κριτική μη εποικοδομητική, αλλά για πολιτική και μόνο σκοπιμότητα και εκμετάλλευση.
Τέλος η επιβεβλημένη, για την επιβίωση του ανθρώπου, αναζήτηση ενός διαφορετικού τρόπου συμβίωσης με το φυσικό περιβάλλον οδηγεί, νομοτελειακά, σε μια ηπιότερη ανάπτυξη και σε αναπροσανατολισμό του τρόπου ζωής του (τωρινό μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης). Και αυτό θα πρέπει να γίνει, πριν καταστεί μη αναστρέψιμο το αποτύπωμα της ανθρώπινης παρουσίας στον πλανήτη μας.
- Παύλος Θωμόγλου, επιχειρηματίας, μέλος Δ.Σ ΕΒΕΑ και πρ. Αντιπρόεδρος ΕΒΕΑ