Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος στο ρόλο του Αμύντα, του κεντρικού ήρωα του έργου, ήταν έκπληξη. Η νεανική ομορφιά, η σβελτάδα, η ορμητικότητα, η φρεσκάδα, η γενναιότης του στη ζωή, αλλά η ατολμία του να υποστηρίξει τον έρωτα που νιώθει για την όμορφη Σύλβια, ολοκλήρωσαν την εικόνα του νέου. Φυσικά προσόντα και ρεσιτάλ ερμηνείας που αναδείκνυε τα συναισθήματα με την παλλόμενη χροιά της φωνής, την κίνηση, αλλά προπάντων με την ζωηρότητα του βλέμματος ανέδειξαν έναν Αμύντα που έχει χιούμορ και γοητεύει.

Γράφει η Χαρά Κιούση

Η ποιμενική κωμωδία Αμύντας τυπώθηκε στη Βενετία το 1745, ως ελεύθερη παράφραση στα Ελληνικά του ομώνυμου έργου του Τορκονάτο Τάσσο, με γλωσσικά ιδιώματα των Κυθήρων. Εδώ τα τυπικά μοτίβα της ειδυλλιακής ποίησης, δίχως κάποια συμβολική ή μεταφυσική διάσταση, διανθίζονται με απεικονίσεις της ποιμενικής ζωής, με ρεαλιστικά στοιχεία που ενέχουν τον κίνδυνο και τον αποδιώχνουν τελικά, ξορκίζοντάς τον μέσα από την ποιητική φάρσα.

Το πλησίασμα βέβαια της ζωής του λόγγου και των βουνών, είναι επιφανειακό και προσδίδεται με μια γκροτέσκα μορφή.

Η δραματουργία ξετυλίγεται στη φύση όπου κυκλοφορούν ερωτευμένοι βοσκοί, αστοί, παρθένες αμαζόνες, νύμφες, σάτυροι, δράκοι και θεοί του έρωτα, αλλά και άγρια θηρία ανύπαρκτα στην Ευρώπη. Ο διάχυτος ερωτισμός και η χαρμολύπη του έρωτα βρήκαν θετική ανταπόκριση στους πολυπληθείς θεατές, που αποθέωσαν την παράσταση.

Ο Σπύρος Ευαγγελάτος με την έντεχνή του σκηνοθεσία εμψύχωσε ένα απλοϊκό κείμενο, κάνοντας να αναβλύσει στις κερκίδες του θεάτρου η μυστική ανάσα της υπαίθρου. Με κάποιες δε νεωτεριστικές προεκτάσεις (το φινάλε με τους ροκάδες) υπερσκελίζει τον χρόνο, καθιστώντας την παράσταση μια «αχρονική βουκολική ουτοπία». Ο θαυμάσιος θίασος με τις μετρημένες του ερμηνείες που αναδείκνυαν τις ειδυλλιακές περιγραφές και τις κωμικές σκηνές, χειριζόμενοι με δεξιότητα το λόγο, αγαπήθηκε από το κοινό.

Στο ρόλο της πριγκίπισσας Σύλβιας, η Φαίη Ξυλά αναπλάθει με πειθώ την κακομαθημένη πριγκίπισσα που αδιαφορεί για τον έρωτα, τουλάχιστον εξωτερικά, ωσότου η τύχη μεταστραφεί και αναζητήσει τον αγαπημένο της. Το τραγούδι του μπάσοβαρύτονου Μάριου Σαραντίδη και οι μουσικοί επί σκηνής, τονίζουν το σκηνικό ενδιαφέρον. Η καλαίσθητη σκηνογραφία του Γιώργου Πάτσα, με τις 22 φιγούρες – κούκλες σαν μουσειακά εκθέματα, πολλές από τις οποίες είναι ζωόμορφες, εντυπωσιάζει. Τα κομψά και εντυπωσιακά κοστούμια τους λες και ζωντάνευαν στο δροσερό και ανακουφιστικό αεράκι. Κρινολίνα σε ευφάνταστο ρυθμό, τυλιγμένα από ειδυλλιακό φωτισμό ολοκλήρωσαν το συναρπαστικό υφολογικό αποτέλεσμα.

Πληροφορίες παράστασης

Συντελεστές
Διασκευή-Σκηνοθεσία: Σπύρος Α. Ευαγγελάτος Σκηνικά-Κοστούμια: Γώργος Πάτσας
Μουσική σύνθεση-Διδασκαλία: Γιάννης Αναστασόπουλος
Κινησιολογική επιμέλεια: Αντιγόνη Γύρα
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου

Παίζουν: Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, Φαίη Ξυλά, Βίκυ Βολιώτη, Θανάσης Κουρλαμπάς, Θανάσης Δήμου, Χριστιάννα Μαντζουράνη, Θωμάς Γκαγκάς, Γεράσιμος Σκαφίδας, Μάριος Σαραντίδης

Συμπαραγωγή του Ελληνικού Φεστιβάλ με τη Λυκόφως-Γιώργος Λυκιαρδόπουλος