Η παράσταση αρχίζει. Ακούγονται να χτυπούν πένθιμα οι καμπάνες του χωριού, όπου μόλις κηδεύτηκε ο Πατριάρχης της οικογένειας Μπεναβίδες.
Γράφει η Χαρά Κιούση
Στο σπίτι έχουν μαζευτεί συγγενείς και γείτονες, ενώ η γυναίκα του, η Μπερνάντα, ένας άνθρωπος σκληρός, περήφανος και αναιδής, ανυπομονεί πότε θα φύγουν, να της αδειάσουν την γωνιά. Τώρα παίρνει τα ηνία του σπιτικού στα χέρια της, ο λόγος της είναι προσταγή και οι πέντε κόρες της θα κλειδαμπαρωθούν εκεί για 8 χρόνια, όσα και θα διαρκέσει η περίοδος του πένθους. Ούτε το αεράκι του δρόμου δεν θα περάσει το κατώφλι τους. Μόνο η σαραντάρα Αγκούστιας, κόρη της Μπερνάντα από τον πρώτο της γάμο και κληρονόμος του πατέρα της, μπορεί να μιλάει πίσω από το καγκελόφραχτο παράθυρο με τον αρραβωνιαστικό της, τον Πέπε. Ο γαμπρός που είναι το ομορφότερο παλικάρι του χωριού και η μόνη αντρική αναφορά στο γυναικείο αυτό μοναστήρι των παρθένων, αναστατώνει με την παρουσία του τους πόθους των κοριτσιών.
Η όμορφη και μικρή Αντέλα συναντιέται ερωτικά μαζί του, ενώ η Μαρτίριο, που είναι ερωτευμένη με τον γαμπρό, ξεσκεπάζει τις κρυφές τους συναντήσεις. Παρόλο που η «έμπιστη» δούλα Πόνθια είχε περάσει τους υπαινιγμούς της στην Μπερνάντα, εκείνη αρνείται και να τους ακούσει από φόβο μην διαλυθεί η φαινομενικά παντοδύναμη επιβολή της. Μόνον όταν η ίδια η Αντέλα ομολογήσει το πάθος της για κείνον, η Μπερνάντα θα οπλίσει το χέρι της εναντίον του Πέπε. Την ίδια στιγμή κάτω από την αφόρητη πίεση των παραδοσιακών κανόνων περί ηθικής, θα ξετυλιχθεί η τραγωδία στο σπίτι τής Μπερνάντα. Εκείνη όμως «με καρδιά από μάρμαρο» θα φροντίσει να μείνει άσπιλη η τιμή της οικογένειας.
Ο ίδιος ο Λόρκα χαρακτήρισε το σπίτι της Μπερνάντα Άλμα, ένα φωτογραφικό ντοκουμέντο της Ανδαλουσίας του 1936, λίγο πριν το πραξικόπημα. Ο ίδιος προφητεύει εδώ και το δικό του θάνατο, το τέλος του από μια σφαίρα που θα δεχτεί πισώπλατα από τη δικτατορία του Φράνκο. Το επαναστατικό ξέσπασμα της Αντέλα, δεν σηκώνει τίποτα άλλο, παρά την εξέγερση των καταπιεσμένων Ισπανών που θα ακολουθήσει. Το κρυμμένο πνεύμα του πληγωμένου λαού που θα ξεπηδήσει με ανεξήγητη δύναμη, γεμάτο πάθος και έρωτα, δεν είναι παρά «ο κόσμος μέσα στον οποίο ζούμε» και σήμερα. Το σπίτι αυτό με τις έγκλειστες κόρες, απ’ όπου απουσιάζει σωματικά ο άντρας, αλλά υπάρχει εκεί βασανιστικά και τις διαφεντεύει, είναι ένα σπίτι στις εσχατιές του σύγχρονου πολιτισμένου κόσμου.
Έτσι θεωρεί αυτήν την τραγωδία ο Ένκε Φεζολλάρι και τη σκηνοθετεί ανατρεπτικά, έχοντας στο νου του τις «ορκισμένες παρθένες της Αλβανίας και τις ηρωίδες του Αλμοδοβάρ». Σώματα άνυδρα και διψασμένα τη βροχή του έρωτα και της ελευθερίας που το χειρότερο που έπαθαν, είναι το ό,τι πλάσθηκαν γυναικεία. Σώματα και ψυχές σημερινές που δοκιμάζονται στη δικτατορία του δεσπότη πατέρα και συζύγου. Υπάρξεις δυστυχισμένες που μεταλλάσσονται σε δεσμοφύλακες των ομοίων τους, ενώ μέσα τους βράζει ο έρωτας και ονειρεύονται ένα κόσμο διαποτισμένο αισθησιακές μουσικές, από το πνεύμα της γης.
Ο Ένκε Φεζολλάρι φέρνει τα πάνω κάτω με τη σκηνοθετική μεστή του σύλληψη. Η Μπερνάντα -ένας ρόλος που ερμηνεύεται «κυτταρικά»- εδώ σπάει με σαρκασμό τα ακατάλυτα σύνορα της περηφάνιας της στην τελευταία σκηνή και θρηνεί τη χαμένη νιότη, τη στραγγισμένη ζωή όλων των γυναικών. Θρηνεί σαν μάνα και σαν γυναίκα που χάνει στο τέλος την ψευδαίσθηση της μητριαρχικής της εξουσίας, από την επανάσταση των θυγατέρων της. Με το που κλείνει τρίζοντας η βαριά δίφυλλη ξύλινη αυλόπορτα της αυλής του θεάτρου, αφήνοντας απ’ έξω τα βλέμματα των περαστικών, έχεις την αίσθηση πως βρίσκεσαι στην καυτή αυλή της Μπερνάντα.
Το όμορφο Πλακιώτικο σπίτι με το χαγιάτι, το υπόγειο, την εξωτερική σκάλα που εξυπηρετεί τους ηθοποιούς καθώς μετακινούνται στους εσωτερικούς χώρους., αποτελεί το φυσικό σκηνικό της παράστασης. Το φως των κεριών που υποθάλπει το δράμα των γυναικών, ανταμώνει με το φυσικό φως της νύχτας και την αίσθηση της ελευθερίας, στο κομμάτι του ουρανού, πάνω από τα κεφάλια μας.
Τα κοστούμια με πινελιές αισθητικής από Ανδαλουσία, ψιλο-ροκ και παραδοσιακές των Βαλκανίων, δένουν με την πολύ όμορφη μουσική, που ακολουθεί το ύφος της παράστασης.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών (αναφέρω ιδιαίτερα την Ιωάννα Μαυρέα, την Μαρία Σκαφτούρα, τη Δήμητρα Κολλά και τη Βέφη Ρέδη) χτίζουν υποκριτικά μια άλλη Μπερνάντα Άλμπα, που υπάρχει στον αντίποδα της ηθικής του Λόρκα. Μια Μπερνάντα Άλμπα με στοιχεία βαλκανικά , όπως την οραματίστηκε ο σκηνοθέτης. Είναι η γυναίκα των ημερών μας, εικόνα των ηθικά υποταγμένων της γης σε κάθε φασισμό; Όπως και να χει πάντως αυτή η Μπερνάντα είναι «στεγνή και άνυδρη» σε συγκίνηση.
Πληροφορίες παράστασης
Συντελεστές
Κείμενο: Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα
Μετάφραση: Μαρία Σκαφτούρα
Σκηνοθεσία , μουσική επιμέλεια: Ένκε Φεζολλάρι
Φωτισμοί: Ελίζα Αλεξανδροπούλου
Δραματολογική Επεξεργασία: Ναταλί Μηνιώτη
Κοστούμια και Επιμέλεια Σκηνικού Χώρου: Χριστίνα Κωστέα
Βοηθός Σκηνοθέτη: Χρήστος Χριστόπουλος
Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου
Κομμώσεις: Τάσος Καστανιάς
Μακιγιάζ: Κυριακή Μελίδου
Βίντεο: Αντωνης Κωνσταντουδακης
Παραγωγή: Λυκόφως
Ερμηνεύουν
Ιωάννα Μαυρέα – Μπερνάρντα Άλμπα
Μαρία Σκαφτούρα – Πόνθια
Δήμητρα Κολλά – Ανγκούστιας
Φαμέλη Χριστίνα – Αδέλα
Βίκυ Παπαδοπούλου – Μαρτίριο
Αγάπη Παπαθανασιάδου – Μαγκνταλένα
Βέφη Ρέδη – Μαρία Χοσεφα
Φρύνη Θετάκη – υπηρέτρια
Ξανθή Κρανίδη – Αμέλια
Παραστάσεις
Από 6 έως 29 Ιουνίου 2016. Δευτέρα, Τρίτη, Τετάρτη στις 21.30.
Διάρκεια: 90 λεπτά (χωρίς διάλειμμα)
Πληροφορίες/Κρατήσεις: 210 3210179.
Τιμές Εισιτηρίων: 12 ευρώ (γενική είσοδος), 5 ευρώ (μειωμένο για κατόχους ανεργίας ΟΑΕΔ)
Βρυσάκι, Χώρος Τέχνης & Δράσης
Bρυσακίου 17, Πλάκα