Στο έργο «Η τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ», ο ηλικιωμένος συγγραφέας γιορτάζει τα εξηκοστά ένατα γενέθλιά του. Είναι μόνος, παρέα με το παλιό του μαγνητόφωνο και τις μπομπίνες του, όπου ο ίδιος κατέγραψε σκέψεις, συμβάντα και καταστάσεις, κατά την διάρκεια της ζωής του. Ακούει και ξανακούει με νέα συναίσθηση τα καταγραφέντα και βρίσκεται αντιμέτωπος με τον αυτοπροσδιορισμό του στην ζωή. Αυτή του η επιστροφή στο παρελθόν είναι ένας απολογισμός, μια νέα αντίληψη τοπίων, προσώπων κι αισθημάτων που τα διατρέχει μια αίσθηση επιθυμίας, αναθεώρησης και ματαίωσης.
Γράφει η Χαρά Κιούση
Λίγο πριν την καινούργια του ηχογράφηση και καταγραφή του παρόντος -που είναι συνήθεια μίας ζωής με αλκοόλ και μπανάνες- ο Κραπ εντελώς απομονωμένος κοινωνικά και καταβεβλημένος οργανικά «επιστρέφει» στο παρελθόν, αποκαμωμένος και με ταλαίπωρη υγεία. Κι ενώ όλα μέσα του έχουν καταλαγιάσει σκέψεις και μνήμες, διακατέχεται από αίσθηση θλίψης και απώλειας. Καθώς αναπλάθει κάθε ανάμνηση και αναμοχλεύει τα συναισθήματά του αναρωτιέται τι κοινό έχει τώρα μ’ αυτό που υπήρξε κάποτε.
Ο φόβος των γηρατειών και του θανάτου τον σπρώχνει να αναμετρηθεί με τον κόσμο και τον εαυτό του. Τον αναγκάζει να αρνηθεί τις γυναίκες που πάντοτε τον γοήτευαν, γι’ αυτό τρεις φορές επανέρχεται στη νέα που τον σκλάβωσε, αφηγούμενος τη ρομαντική τους συνύπαρξη στη βάρκα, στα νερά του ήρεμου ποταμού. Κι αυτή η βασανιστική επιβεβαίωση για το τέλος κάθε προσδοκίας, όσο ακούει τη νεανική φωνή του από την ταινία, τον γεμίζει θυμό και θλίψη. Έτσι για να υπομένει τη μοναξιά και την απελπισία του, προσπαθεί να ανασκευάσει, να απαρνηθεί και να διαγράψει τις αναμνήσεις. Αυτό όμως τον μπερδεύει ακόμη πιο πολύ κι αναρωτιέται, ήταν αυτή η ζωή που έζησε ή όλο αυτό είναι επινόημα;
Η παράσταση που επιμελήθηκε σκηνοθετικά και ερμηνευτικά ο Αντώνης Αντωνόπουλος, με πρόθεση να αναπαρασταθεί η μνήμη «ένα κάποιο απόγευμα στο μέλλον», εμένα μου προξένησε κάποια σύγχυση. Γιατί δεν είδα τον Κραπ να συνυπάρχει «με τη μελλοντική του εκδοχή». Βεβαίως βρήκα πολύ έξυπνη την ιδέα «της ηλικιωμένης προβολής» του ήρωα, όμως αυτό δεν αναπτύχθηκε, ώστε να φανεί και να καταγραφεί η τροχιά του χρόνου.
Το βιντεοσκοπημένο υλικό με πρωταγωνιστή τον ηλικιωμένο άνδρα (εμφανίζεται ο εύρωστος Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος) είναι ασύμβατο με τη δραματουργία. Καθ’ όσον ο υπερήλικας -να ‘ναι γερός ο άνθρωπος- εμφανισιακά δεν ανταποκρίνεται στην εικόνα του καταρρακωμένου ήρωα του Μπέκετ και αυτές οι προβολές δεν έχουν καμία σχέση με την εσωτερικότητα του κειμένου. Όπως και να ‘χει πιστεύω πως τέτοιοι πειραματισμοί βεβαίως στρέφουν την σκέψη μας αλλού, αλλά είναι ασυμβίβαστοι με το μπεκετικό πνεύμα.
Ο Κραπ είναι το πιο προσωπικό έργο του συγγραφέα «όμορφα θλιμμένο και συναισθηματικό», όπου αυτοπαρατηρείται μακριά από κάθε ενθουσιασμό και «προοπτική ευτυχίας».
Ο Αντώνης Αντωνόπουλος ερμήνευσε με συναίσθημα, εξαϋλωμένος στην υπαρξιακή του αγωνία, με κοφτές και επίπονες αναπνοές, προσδίδοντας στη φωνή του την φθορά μιας πολυκαιρισμένης ταινίας. Με κινήσεις συχνά μιμητικές «της ηλικιωμένης προβολής» του, σ’ ένα παιχνίδι φωτισμών, ήχου και σιωπής έγραψε ως Κραπ, αποξενωμένος με το νεώτερο εαυτό του, την τελευταία του ταινία.
Πληροφορίες παράστασης
Συντελεστές
Μετάφραση: Αντώνης Αντωνόπουλος, Δημήτρης Καραντζάς
Σκηνοθεσία/ερμηνεία: Αντώνης Αντωνόπουλος
Ηχητική Δραματουργία: Δημήτρης Καμαρωτός
Βίντεο: Γκέλυ Καλαμπάκα
Σκηνικά/κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Κίνηση: Σταυρούλα Σιάμου
Φωτισμοί: Τάσος Παλαιορούτας
Βοηθός σκηνοθέτη: Ευδοξία Ανδρουλιδάκη
Βοηθός σκηνογράφου/ενδυματολόγου: Βασιλική Σουρρή
Στο βίντεο εμφανίζεται ο Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος
Ημέρες και ώρες παραστάσεων
Παρασκευή, 18 Μαρτίου – Κυριακή, 24 Απριλίου
Παραστάσεις: Παρασκευή – Κυριακή
Ώρα έναρξης: 21:00
Διάρκεια παράστασης: 70’
Τιμή εισιτηρίου: 10 ευρώ (ενιαίο)