Αν μία λέξη χαρακτηρίζει τον Μιχάλη Ρακιντζή ως καλλιτέχνη, είναι το «πρωτοποριακός». Από τότε που μας συστήθηκε πριν από 37 χρόνια με το «Μωρό μου φάλτσο», με τον «προχώ» για την εποχή στίχο και το εξώφυλλο με μια ναζιάρα γαλοπούλα, μέχρι και σήμερα, δεν σταματά να πειραματίζεται, να τολμά και να είναι πάντα ένα βήμα μπροστά από την εποχή του.

«Ξέρετε γιατί φαίνεται πρωτοποριακό; Γιατί τολμάω να κάνω πράγματα που δεν τολμάει ο καθένας», λέει στο Newsbeast ο αγαπημένος τραγουδιστής, στην κουβέντα που είχαμε μαζί του.

Ο Μιχάλης Ρακιντζής είναι κι ένας από τους πρωτεργάτες της ελληνικής ποπ σκηνής που άνοιξαν τον δρόμο για τους υπόλοιπους. Ένα κεφάλαιο μόνος του στην ποπ σκηνή που συνεργάστηκε με την Μπόνι Τάιλερ, και μάλιστα την περίοδο που μεσουρανούσε, και τον Ίαν Γκίλαν των Deep Purple. Αν και όπως μας εξηγεί, στην πραγματικότητα έχει κάνει πάρα πολύ λίγες συνεργασίες στην καριέρα του.

Αυτή την περίοδο, εμφανίζεται στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, μαζί με τον άλλον «πρωτεργάτη» της ελληνικής ποπ, τον Κώστα Χαριτοδιπλωμένο, σε ένα πρόγραμμα που «σκίζει» και το έχει αγκαλιάσει πολύ και η νεολαία. Πέρα από τη δική μας γενιά που μεγαλώσαμε με αυτά τα ποπ τραγούδια και με το ο Ρακιντζής θα είναι… «για πάντα δικός μας».

– Ο κόσμος, ακόμα και οι νεότερες γενιές δείχνουν μία σαφή προτίμηση στη μουσική και τα τραγούδια της δεκαετίας του ’80 και του ’90. Πώς το εξηγείτε αυτό;

Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Μην ξεχνάτε ότι η εποχή στα τέλη των ’80s και τα ’90s ήταν τραγούδια με πολύ δυνατές μελωδίες, γιατί τότε η μουσική στηριζόταν πολύ στη μελωδία και, όσο παλιά και αν είναι, αν είναι καλή, έχει διάρκεια. Μέχρι και σήμερα ακούμε καλλιτέχνες κι ενώ νομίζουμε ότι είναι σημερινά κομμάτια, ανακαλύπτουμε ότι είναι ακόμα και του ’40. Μια καλή μελωδία, λοιπόν, έχει διάρκεια.

– Υπάρχει, όμως, και μια νοσταλγία γι’ αυτές τις δύο δεκαετίες.

Ναι, γιατί όσοι έχουμε μεγαλώσει σε αυτές τις δεκαετίες, κάναμε φίλους, ερωτευτήκαμε, ζήσαμε με αυτά τα τραγούδια, τα οποία σηματοδοτούν τη νεότητά μας, οπότε είναι λογικό. Αν κι εγώ δεν το βλέπω έτσι. Βλέπω τη μουσική καθαρά σαν μουσική κι επειδή μου αρέσει να την εξελίσσω και να την κάνω όσο πιο σημερινή ή αυριανή γίνεται, πειράζω πάντα τα κομμάτια, κάνω καινούριες ενορχηστρώσεις και στιλ και τα προσαρμόζω στη σημερινή πραγματικότητα.

– Εσείς, βέβαια, αυτό το είχατε πάντα. Εμείς που μεγαλώσαμε σε αυτές τις δύο δεκαετίες σάς έχουμε στο μυαλό μας ως τον πρωτοπόρο της ποπ. Φέρατε στην Ελλάδα την Μπόνι Τάιλερ και τον Ίαν Γκίλαν. Παίρνατε το ρίσκο.

Και το παίρνω ακόμα, γιατί όταν κάνεις μια δουλειά που κάνει έναν πλατινένιο δίσκο που είναι μια εμπορική επιτυχία και μετά κάνεις έναν δίσκο τρανς, είναι σαν να πολεμάς τον ίδιο σου τον εαυτό, εμπορικά. Αλλά πάντα προτεραιότητα για εμένα είναι να έχω καινούριες εμπειρίες πάνω στη μουσική και όχι το εμπορικό μέρος της δουλειάς.

– Τα χρόνια εκείνα, όμως, συνδυάζονταν η εμπορικότητα και η διαχρονικότητα, όπως αποδεικνύεται σήμερα.

Νομίζω κάθε εποχή έχει τα πάνω της και τα κάτω της. Δηλαδή υπήρξαν εποχές όχι μόνο για την ποπ, αλλά και για άλλα μουσικά είδη, «χρυσές», όπως το λαϊκό τραγούδι που είχε τη «χρυσή» του εποχή με μεγάλους συνθέτες και μεγάλους τραγουδιστές και μετά έκανε μία μεγάλη κοιλιά. Είναι αυτό που λέμε «καλές σοδειές και κακές σοδειές».

– Εσείς δεν είστε μόνο τραγουδιστής, αλλά και δημιουργός. Είστε από τους πρωτοπόρους της ελληνικής ποπ σκηνής, ένας από εκείνους που άνοιξαν εκείνη την εποχή τον δρόμο για τους υπόλοιπους. Αισθανόσασταν εκείνη τη στιγμή πως «χτίζετε» κατά κάποιον τρόπο την ελληνική ποπ;

Μεγάλωσα ακούγοντας ξένη μουσική, τα ακούσματα τότε ήταν λίγο περιορισμένα. Η Ελλάδα ήταν μεγαλωμένη με άλλα ακούσματα: λαϊκά, δημοτικά. Η ποπ δεν ήταν μία καινούρια μουσική, γιατί παιζόταν σε όλο τον κόσμο. Ήταν, λοιπόν, ένα ρίσκο που όμως πέτυχε και είχε μια φοβερή άνοδο τα τέλη της δεκαετίας του ’80, γιατί συνδυάστηκε και με το ξεκίνημα της ελεύθερης ραδιοφωνίας και της ιδιωτικής τηλεόρασης και όλα τα Μέσα είχαν πέσει πάνω. Η νεολαία αγάπησε τα τραγούδια, γιατί απευθύνονταν κυρίως σε αυτούς, γέμισαν ασφυκτικά τα γήπεδα, εκτοξεύτηκαν οι πωλήσεις… Όλο αυτό δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο, γιατί ήταν κάτι σπουδαίο αυτό που έγινε στα μουσικά δρώμενα, εκείνη την εποχή. Κι έχει τη διάρκεια που του αξίζει.

– Εμείς ας πούμε μέχρι τότε βλέπαμε MTV…

Εμείς αυτά τα κάναμε πριν το MTV (γέλια). Είχε η ΕΡΤ τότε κάποιες εκπομπές που έβαζαν ξένα συγκροτήματα, που όμως ήταν πολύ λίγο. Εγώ ήμουν ευτυχής, γιατί έζησα εφτά χρόνια στην Αγγλία, που όπως λέω, ήταν το μεγάλο μουσικό σχολείο για εμένα και ήξερα ακριβώς τι πραγματικά γίνεται στη νεολαία.

– Και μετά το φέρατε στην Ελλάδα…

Ναι, μεγάλωσα με αυτά.

– Είχατε εμπόδια;

Φαντάζομαι πως, αν είχαμε ξεκινήσει νωρίτερα, θα είχαμε περισσότερα εμπόδια, αλλά έγινε μία εποχή, που εγώ προσωπικά -δεν θα μιλήσω για τους υπόλοιπους, γιατί δεν ξέρω τις προσωπικές εμπειρίες των άλλων παιδιών- με την πρώτη δουλειά που έκανα, βρήκα ανοιχτές πόρτες. Με το πρώτο single υπέγραψα στη Minos που είμαι μέχρι σήμερα, δεν θυμάμαι, λοιπόν, να είχα κάποιο εμπόδιο, όλα πήγαν πολύ στρωτά. Λες και ήταν προγραμματισμένα.

– Σήμερα, η ποπ μουσική σε τι φάση βρίσκεται;

Είναι διαφορετική. Από το λίγο που παρατηρώ, στηρίζεται κυρίως στα χορευτικά και στα σόου. Έχει μεγαλύτερη σημασία να οργανώσεις ένα μπαλέτο, ένα ωραίο σόου -που δεν λέω είναι πολύ εντυπωσιακό- και λιγότερη έχει ίσως η μουσική. Εντάξει, είναι έκφραση της σημερινής εποχής.

– Είναι και πιο εύπεπτη; Πολλά τραγούδια μετά από λίγο καιρό τα έχεις ξεχάσει.

Αυτό πάντα συνέβαινε. Στη διάρκεια της δικής μου καριέρας έχουν περάσει άπειρα ονόματα που έκαναν μικρή πορεία. Οι μεγάλες καριέρες δεν είναι για όλους. Είναι γι’ αυτούς που δουλεύουν πραγματικά πάνω σε αυτό, έχουν αφιερώσει τη ζωή τους. Βέβαια, συντρέχουν και άλλοι παράγοντες: τύχη, ικανότητες κ.ά.

– Εσείς, έχετε κάποια συνεργασία που κάνατε και είναι στο μυαλό σας ως αντισυμβατική;

Έχω δεχτεί να κάνω πολύ λίγες συνεργασίες, σε σχέση με αυτές που μου είχαν προτείνει. Στην πραγματικότητα, έχω κάνει πάρα πολύ λίγες συνεργασίες. Οι δύο οι καλύτερές μου, εννοείται, πως ήταν με τον Ίαν Γκίλαν και την Μπόνι Τάιλερ. Έχω συνεργαστεί με τη Σοφία Αρβανίτη που της έκανα δύο δίσκους… Κι έναν λαϊκό δίσκο με τον Βασίλη Καρρά.

– Γιατί έτσι;

Ήμουν πολύ απασχολημένος με τον εαυτό μου, στο να κάνω δικές μου μουσικές.

– Αυτή την περίοδο ετοιμάζετε κάτι καινούριο;

Ναι, έκανα ένα max single που κυκλοφόρησε το καλοκαίρι και είχε πολύ ενδιαφέρον και το οπτικό του μέρος, γιατί ήταν το πρώτο κλιπ που έγινε με ΑΙ. Τώρα, ετοιμάζω δύο καινούρια max singles που είναι σε εντελώς διαφορετικό και ριψοκίνδυνο ύφος για εμένα. Είναι κάτι που το είχα κάνει ξανά παλαιότερα αλλά σε πολύ διαφορετικό ύφος και το επιχειρώ πάλι τώρα, γιατί έτσι… μου την κάπνισε (γέλια).

– Θέλετε να μας πείτε κάτι παραπάνω για αυτό;

Είναι κάτι τελείως κόντρα σε εμένα και λέω να φυλάξω την έκπληξη.

– Με το πέρασμα των χρόνων βλέπετε μια διαφορά και στον τρόπο που δημιουργείτε;

Όχι, δουλεύω με το ίδιο πάθος, έχω μία αμείωτη αγάπη στη μουσική και αυτό με κρατάει πάντα στο στούντιο να ψάχνω και να κάνω καινούρια πράγματα.

– Στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο οι παραστάσεις σας με τον Κώστα Χαριτοδιπλωμένο γνωρίζουν επιτυχία.

Κάνουμε ένα πρόγραμμα λίγο διαφορετικό. Το δικό μου πρόγραμμα είναι όλο οπτικοποιημένο. Κάθε τραγούδι είναι ένα βίντεο κλιπ με AI, πλαισιώνεται θα έλεγα με μία όμορφη τέχνη και προβάλλεται σε μία μεγάλη οθόνη με τους στίχους, ώστε ο κόσμος να βλέπει τα κομμάτια και να μπορεί να συμμετέχει. Το οπτικό μέρος, το έχει αναλάβει όλο η Κωνσταντίνα Στεφανοπούλου και είναι πολύ άξια και δύσκολη δουλειά και είναι αυτό που καθηλώνει τα βλέμματα. Μου λένε οι συνεργάτες μου: «Μα δεν αφήνεις έτσι τον κόσμο να βλέπει εσένα». Και τους λέω: «Καλύτερα. Ας με ακούει και να μη βλέπει καθόλου».

– Ακόμη και τώρα, επιβεβαιώνετε το πώς σας έχουμε στο μυαλό. Πρωτοποριακός, πάντα…

Ξέρετε γιατί φαίνεται πρωτοποριακό; Γιατί τολμάω να κάνω πράγματα που δεν τολμάει ο καθένας. Ας πούμε κάποιος θα σκεφτεί «γιατί να βάλω πίσω να παίζει ένα βίντεο που θα κοιτάζουν όλοι. Εγώ τι ρόλο βαράω». Εμένα δεν με ενδιαφέρει καθόλου αυτό. Με ενδιαφέρει μία συνολική παρουσίαση της δουλειάς μου που θα έχει έναν πιο συναισθηματικό χαρακτήρα και θα συνδέεται με μουσική, με εικόνα και να είναι και διαδραστικό. Πολύ λίγο με νοιάζει το αποτέλεσμα του τραγουδιστή και της πίστας. Με ενδιαφέρει η συνολική δουλειά.

– Δεν ήσασταν γενικά τραγουδιστής της πίστας. Ειδικά, τη δεκαετία του ’90, ενώ βλέπαμε σε πίστες ποπ τραγουδιστές, εσάς δεν σας είδαμε…

Δεν συμμετείχα ποτέ σε αυτό, γιατί θεωρούσα ότι δεν πρέπει για πολλούς λόγους. Ο κόσμος έρχεται να δει έναν αγαπημένο του καλλιτέχνη, εάν βγω εγώ πρώτος είναι σαν να τους ενοχλώ, αφού ξέρω ότι δεν ήρθαν να δούνε εμένα, αλλά τον λαϊκό καλλιτέχνη. Ο καθένας πρέπει να είναι στον χώρο του και να μην κάνει distraction ο ένας στον άλλον.

– Ήταν, όμως, καλές οι αμοιβές εκείνη την εποχή.

Συνηθίζεται να λέγεται αυτό, αλλά, πιστέψτε με, οι αμοιβές ακόμα και όταν αποφάσιζες να ήσουν μόνος σου, ήταν εξίσου καλές. Δεν ήταν μόνο στα λαϊκά κέντρα. Εξαρτάται, αν μπορείς να μαζέψεις τον κόσμο, γιατί από εκεί ξεκινάνε πάντα και οι αμοιβές.

– Οι συνθήκες πάντως σήμερα είναι εντελώς διαφορετικές. Τώρα, έχουμε τα social media που νέοι τραγουδιστές ανεβάζουν εκεί τραγούδια και τους μαθαίνει ο κόσμος.

Αυτό νομίζω ότι είναι και καλό και κακό. Το καλό είναι ότι κάποιοι καλλιτέχνες που δεν έχουν περάσει από δισκογραφικές εταιρείες, μπορεί να κάνουν μία καλή δουλειά, να φανούν μέσα από τα social media και μετά να τους προσεγγίσουν οι εταιρείες. Έχουν αυτή τη δυνατότητα, που δεν υπήρχε στο παρελθόν. Τότε ίσχυε ή πουλάς και υπάρχεις σε μία εταιρεία ή δεν πουλάς και δεν υπάρχεις. Το κακό στην ιστορία με τα social media είναι ότι στην εποχή μας με τις δισκογραφικές είχαμε πραγματικά νούμερα πωλήσεων. Σήμερα, υπάρχουν τα views που δεν έχουν κανένα αντίκρισμα, δηλαδή όσα εκατομμύρια views και να έχεις αυτά δεν μεταφράζονται σε χρήματα. Άσε που ξέρουμε πλέον ότι αγοράζονται, οπότε ούτε σε αυτό έχεις εμπιστοσύνη, γιατί δεν ξέρεις πού τα βρήκε. Αλλά έτσι είναι η εποχή.

Πληροφορίες παράστασης

Μιχάλης Ρακιντζής, Κώστας Χαριτοδιπλωμένος
Από Σάββατο 2 Νοεμβρίου
Έναρξη: 22:30
Εισιτήρια: 10 ευρώ (bar), 30 ευρώ (τραπέζι)
Προπώληση: more.com.
Κρατήσεις: 210 9315600

ΓΥΑΛΙΝΟ ΜΟΥΣΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ
Λεωφόρος Ανδρέα Συγγρού 143, Νέα Σμύρνη