Για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, οι φωτογραφίες της ανατρπετικής, Cindy Sherman διερευνούν θέματα σχετικά με την αναπαράσταση και την ταυτότητα στα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας, ασκώντας κριτική στους παραδοσιακούς ρόλους και την ταυτότητα των φύλων.

Και τώρα, περισσότερα από 100 έργα της διάσημης αμερικανίδας καλλιτέχνιδας Cindy Sherman παρουσιάζονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα, μέσα από την έκθεση «Cindy Sherman at Cycladic: Πρώιμα έργα» που άνοιξε τις πύλες της στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και θα διαρκέσει έως τις 4 Νοεμβρίου. Σε αυτήν εκτίθενται έργα-ορόσημα από την πρώιμη σειρά φωτογραφιών Untitled Film Stills (1977-1980), καθώς και από τις σειρές Rear Screen Projections (1980), Centerfolds (1981) και Color Studies (1981-1982).

Η καλλιτεχνική πρακτική της Cindy Sherman, που κινείται ανάμεσα στη φωτογραφία και την περφόρμανς, την καθιέρωσε ως πρωτοπόρο του μέσου στα τέλη της δεκαετίας του 1970. Η καλλιτέχνιδα δουλεύει μόνη της στο στούντιο, αναλαμβάνοντας η ίδια τον ρόλο της μακιγιέζ, της κομμώτριας, της στυλίστριας και της σκηνοθέτιδας καθώς μεταμορφώνεται σε διάφορους επινοημένους χαρακτήρες που απαθανατίζει στις φωτογραφίες της.

Ευγενική παραχώρηση της καλλιτέχνιδας και της Hauser & Wirth ©Cindy Sherman

Αντλώντας έμπνευση από την αναπαραγωγή γυναικείων εικόνων και στερεοτύπων από την τηλεόραση, τον κινηματογράφο και τις διαφημίσεις, όπως η μοιραία γυναίκα, τα κορίτσια καριέρας, η νοικοκυρά, τα έργα της Sherman ασκούν κριτική στους παραδοσιακούς ρόλους και την ταυτότητα των φύλων.

Στην έκθεση παρουσιάζεται πλήρης η σειρά εβδομήντα ασπρόμαυρων φωτογραφιών Untitled Film Stills (1977-1980), την οποία η Sherman ξεκίνησε αμέσως μόλις μετακόμισε στη Νέα Υόρκη το 1977, σε ηλικία είκοσι τριών ετών. Αντλώντας έμπνευση από το Χόλιγουντ της δεκαετίας του 1950 και του 1960, τα φιλμ νουάρ, τις B movies και τις ταινίες του ανεξάρτητου ευρωπαϊκού κινηματογράφου, η Sherman δημιούργησε εικόνες που θυμίζουν το ύφος των λήψεων που χρησιμοποιούσαν τα κινηματογραφικά στούντιο για να διαφημίσουν τις ταινίες τους. Οι εικόνες αυτές παραπέμπουν σε συγκεκριμένους τύπους χαρακτήρων και αποτέλεσαν αφετηρία συζήτησης για τους ρόλους των φύλων, τον φεμινισμό και την αναπαράσταση, ενώ παράλληλα παραμένουν σκοπίμως διφορούμενες και ανοιχτές σε διαφορετικές ερμηνείες.

Το 1980, στράφηκε στην έγχρωμη φωτογραφία δημιουργώντας τη σειρά που είναι γνωστή ως Rear Screen Projections (1980). Στα έργα αυτά, για τα οποία πόζαρε μπροστά σε τοποθεσίες που προβάλλονταν σε μεγάλη οθόνη, εφάρμοσε την τεχνική που χρησιμοποιούσε συχνά ο Άλφρεντ Χίτσκοκ. Η τεχνική αυτή της προσέφερε μεγαλύτερο έλεγχο επί του τελικού αποτελέσματος, συνεχίζοντας έτσι τον καλλιτεχνικό της διάλογο με τον κινηματογράφο. Οι συγκεκριμένες φωτογραφίες δημιουργήθηκαν εξολοκλήρου στο στούντιο με την ίδια να συνεχίζει να έχει τον ρόλο του μοντέλου και παρουσιάζουν έντονα το στοιχείο του τεχνάσματος, θολώνοντας τα όρια της πραγματικότητας και αφήνοντας την αφήγηση των σκηνών σκόπιμα ασαφή.

@Paris Tavitian

Ένα χρόνο αργότερα, το περιοδικό τέχνης Artforum, ανέθεσε στη Sherman να δημιουργήσει νέες εικόνες – πρόσκληση που οδήγησaν στη σειρά φωτογραφιών Centerfolds (1981). Με ξεκάθαρες αναφορές σε ερωτικές εικόνες που συνήθως συναντούσε κανείς σε ανδρικά περιοδικά της εποχής, η Sherman αμφισβήτησε το διαδεδομένο τρόπο κατανάλωσης εικόνων, ειδικά όσων απεικονίζουν γυναίκες, εστιάζοντας στην ηδονοβλεπτική ματιά του θεατή. Το περιοδικό δεν δημοσίευσε ποτέ τις συγκεκριμένες φωτογραφίες από φόβο για τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης. Οι φωτογραφίες αυτές όμως, αποτελούν μία από τις πιο γνωστές σειρές έργων της Sherman.

Η σειρά Color Studies (1981-1982), τέλος, περιλαμβάνει κάθετα έργα μεγάλης κλίμακας, στα οποία γίνεται εμφανής ο πειραματισμός της Sherman με το χρώμα και τη σκιά. Σε αυτή τη σειρά, συνεχίζει να φωτογραφίζει τον εαυτό της κοιτάζοντας απευθείας τον φωτογραφικό φακό και κατ’ επέκταση τον θεατή. Πρόκειται, και σε αυτή την περίπτωση, για επινοημένες εικόνες που φέρνουν σε πρώτο πλάνο τα εύθραυστα όρια ανάμεσα στο τι είναι πραγματικό και τι τεχνητό, καλύπτοντας και αποκαλύπτοντας τα θέματα των λήψεων μέσω της σκιάς και του φωτός.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της έκθεσης «Cindy Sherman at Cycladic: Πρώιμα έργα» θα προβάλλεται εικοσάλεπτο απόσπασμα για τη Cindy Sherman από την ταινία με τίτλο Transformation, μια παραγωγή του Art21 του 2009. Πρόκειται για μια ανασκόπηση επιλεγμένων έργων της Sherman και της δημιουργικής διαδικασίας που ακολουθεί για περισσότερα από σαράντα χρόνια.

@Paris Tavitian

Cindy Sherman και Κυκλαδική Τέχνη

Η παρουσίαση των έργων της Cindy Sherman κάτω από την ίδια στέγη με τη διάσημη Συλλογή Κυκλαδικής Τέχνης του Μουσείου Kυκλαδικής Τέχνης, μία από τις πληρέστερες ιδιωτικές συλλογές παγκοσμίως, δημιουργεί συσχετισμούς με τα φημισμένα γυναικεία ειδώλια από μάρμαρο της 3ης χιλιετίας π.Χ. που κυριαρχούν στην Κυκλαδική Τέχνη και έχουν επηρεάσει το έργο πολλών καλλιτεχνών του 20ού και του 21ου αιώνα.

Σύμφωνα με τους μελετητές, τα ειδώλια αυτά θεωρείται ότι αναπαριστούν τη Μεγάλη Μητέρα-Θεά της γονιμότητας και της αναγέννησης, τη Θεά η οποία, στην πάροδο των χρόνων θα αλλάξει μορφές, όπως και οι γυναίκες, υιοθετώντας διαφορετικούς και πολλαπλούς ρόλους. Ρόλους που έχουν διαφοροποιηθεί και επαναπροσδιοριστεί, ρόλους που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεκδικήσεων και έχουν προκαλέσει συγκρούσεις, αλλά που πάντα παραμένουν θεμελιώδεις για τη θέση τη γυναίκας στις κοινωνίες κάθε εποχής.

Η έκθεση «Cindy Sherman at Cycladic: Πρώιμα έργα» αποκαλύπτει και, επιπλέον, επιχειρεί να αποδομήσει τους ρόλους και τα στερεότυπα των γυναικών, θέτοντας ερωτήματα σχετικά με το πώς έχει εξελιχθεί η αναπαράσταση των γυναικών με την πάροδο του χρόνου, πώς έχουν αλλάξει οι κοινωνικές προσδοκίες καθώς και σχετικά με τον ρόλο της τέχνης στη διαμόρφωση ή την αμφισβήτηση των πολιτισμικών αντιλήψεων.

@Paris Tavitian

Ποια είναι η Cindy Sherman

Η Cindy Sherman γεννήθηκε το 1954 στο Glen Ridge του Νιου Τζέρσεϋ της Νέας Υόρκης. Ζει και εργάζεται στη Νέα Υόρκη. Για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες, οι ανατρεπτικές φωτογραφίες της διερευνούν θέματα σχετικά με την αναπαράσταση και την ταυτότητα στα σύγχρονα μέσα επικοινωνίας.

Ήρθε στο προσκήνιο στα τέλη της δεκαετίας του 1970 ως μέλος της καλλιτεχνικής ομάδας Pictures Generation μαζί με καλλιτέχνες όπως οι Sherrie Levine, Richard Prince και Louise Lawler. Στράφηκε στη φωτογραφία κατά τη διάρκεια των σπουδών της στο Κρατικό Κολλέγιο του Μπάφαλο στις αρχές της δεκαετίας του 1970.

Το 1977, λίγο καιρό αφότου μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, ξεκίνησε τη διεθνώς αναγνωρισμένη σειρά φωτογραφιών Untitled Film Stills. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1980 είχε ξεκινήσει να διερευνά, μέσω της εικαστικής της γλώσσας, τις πιο γκροτέσκες πτυχές της ανθρωπότητας μέσα από τον φακό του τρομακτικού και του αποτρόπαιου, όπως φαίνεται σε έργα της όπως τα Fairy Tales (1985) και Disasters (1986-1989).

@Paris Tavitian

Σε αυτές τις ιδιαίτερα σπλαχνικές εικόνες, η Sherman εισήγαγε εμφανή προσθετικά στοιχεία και κούκλες, τα οποία αργότερα θα χρησιμοποιούνταν σε έργα της όπως η σειρά Sex Pictures (1992). Στα περίφημα History Portraits που ξεκίνησε το 1988, χρησιμοποίησε αυτά τα θεατρικά εφέ για να αποδομήσει, αντί να διατηρήσει, οποιαδήποτε εντύπωση ψευδαίσθησης.

Από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, η καλλιτέχνιδα χρησιμοποιεί την ψηφιακή τεχνολογία για να επεξεργαστεί περαιτέρω τους χαρακτήρες που πρωταγωνιστούν στις φωτογραφίες της. Στη σειρά Clown (2003) πρόσθεσε ψυχεδελικά σκηνικά –ταυτόχρονα παιχνιδιάρικα και απειλητικά– θέλοντας να εξερευνήσει τη διαφορά μεταξύ της εξωτερικής περσόνας και της εσωτερικής ψυχολογίας του υποκειμένου της. Στα έργα Society Portraits (2008) χρησιμοποίησε μια πράσινη οθόνη (green screen) για να δημιουργήσει μεγαλοπρεπή περιβάλλοντα και να απεικονίσει γυναίκες ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων.

Αυτά τα ψηφιακά επεξεργασμένα σκηνικά που φωτογράφισε, προσθέτουν ένα γοητευτικό προσωπείο στις γυναίκες που απεικονίζει η καλλιτέχνιδα– πρόσωπα βαριά μακιγιαρισμένα και απορροφημένα από την κοινωνική τους θέση εν αναμονή της επικείμενης γήρανσης.

Ευγενική παραχώρηση της καλλιτέχνιδας και της Hauser & Wirth ©Cindy Sherman

Στη σειρά φωτογραφικών τοιχογραφιών που δημιούργησε το 2010 και παρουσιάστηκαν στην αναδρομική της έκθεση στο MoMA το 2012, η Sherman εμφανίζεται με πολλούς διαφορετικούς χαρακτήρες μπροστά σε ένα ψηφιακό φόντο με κακοφτιαγμένες περούκες, μεσαιωνική ενδυμασία και χωρίς μακιγιάζ, χρησιμοποιώντας το Photoshop για να αλλοιώσει τα χαρακτηριστικά του προσώπου της.

Στη σειρά Flappers (2016) ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος με την τρωτότητα της διαδικασίας γήρανσης των στάρλετ του Χόλιγουντ κατά τη δεκαετία του 1920, οι οποίες ποζάρουν με εντυπωσιακές ενδυμασίες από την περίοδο της ακμής τους φορώντας υπερβολικό μακιγιάζ.

Το 2017, άρχισε να ανεβάζει στο Instagram πορτραίτα στα οποία έχει χρησιμοποιήσει διάφορες εφαρμογές αλλοίωσης χαρακτηριστικών προσώπου, μεταμορφώνοντας τον εαυτό της σε μια πληθώρα πρωταγωνιστριών μέσα σε καλειδοσκοπικά σκηνικά. Αποπροσανατολιστικές και αλλόκοτες, οι αναρτήσεις της αναδεικνύουν τον αποστασιοποιημένο χαρακτήρα του Instagram από την πραγματικότητα και την κατακερματισμένη αίσθηση του Εαυτού στη σύγχρονη κοινωνία, την οποία η Sherman έχει συμπυκνώσει μοναδικά στα έργα της από την αρχή της καριέρας της.

@Paris Tavitian Museum of Cycladic Art

Πληροφορίες έκθεσης

«Cindy Sherman at Cycladic: Πρώιμα έργα»
30 Μαΐου 2024 μέχρι 4 Νοεμβρίου 2024
Μέγαρο Σταθάτου

Τιμές εισιτηρίων: 16€ & 12€ μειωμένο
Εισιτήριο ξενάγησης: 19€ & 15€ μειωμένο
Το εισιτήριο της ξενάγησης είναι διαθέσιμο μόνο ηλεκτρονικά εδώ:
Ξεναγήσεις κοινού:
Aπό 13/6 και κάθε Πέμπτη, 13:00 ξενάγηση στα αγγλικά, 18:00 ξενάγηση στα ελληνικά
Έως 20 άτομα ανά ξενάγηση
Ώρες λειτουργίας:
Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή, Σάββατο: 10:00-17:00
Πέμπτη: 10:00-20:00
Κυριακή: 11:00-17:00
Τρίτη: Κλειστά

Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης
Μέγαρο Σταθάτου/ Βασιλίσσης Σοφίας & Ηροδότου 1, Αθήνα

Κεντρική φωτογραφία: Ευγενική παραχώρηση της καλλιτέχνιδας και της Hauser & Wirth ©Cindy Sherman